BREAKING NEWS
latest

ΕΠΙΒΙΩΣΗ

ΕΠΙΒΙΩΣΗ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

John Glucker: Εχουμε ξεχάσει να σκεφτόμαστε!


Εχει πρακτική αξία η αρχαία ελληνική φιλοσοφία σήμερα; ρωτήσαμε τον Τζον Γκλούκερ, ο οποίος διδάσκει τον Πλάτωνα στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ. «Η φιλοσοφία δεν είναι θεωρητική επιστήμη, αλλά τρόπος ζωής» μας απαντάει σε άπταιστα ελληνικά. «Δεν υπάρχει "φιλοσοφία 9 με 5". Ο φιλόσοφος δεν ασκεί απλώς ένα ακαδημαϊκό επάγγελμα. 

Στην αρχαιότητα, κάθε σχολή - επικούρειοι, στωικοί κτλ. - είχε τον δικό της τρόπο ζωής, αλλά όλες οι σχολές μοιράζονταν κάτι κοινό: αντιμετώπιζαν τη φιλοσοφία ως κάτι πραγματικό και όχι αφηρημένο. Ο φιλόσοφος έπρεπε να ζει ως φιλόσοφος. Πρόκειται για μια ιδέα που σήμερα πολλοί την (ξανα)ανακαλύπτουν».  

Του ζητάμε να δώσει ένα παράδειγμα για να δείξει πόσο σύγχρονη μπορεί να είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Αναφέρεται στα «Ηθικά» του Αριστοτέλη: «Το κυριότερο πρόβλημα είναι το "τέλος", ο σκοπός της ζωής. Εκεί ο Αριστοτέλης λέει πράγματα που ισχύουν σήμερα. Για παράδειγμα, όλοι αναζητούν την ευδαιμονία, αλλά τι ακριβώς σημαίνει; Υλικές απολαύσεις, δόξα, γνώση; Οσον αφορά τη δόξα, ο Αριστοτέλης λέει ότι δεν μπορεί να αποτελεί μέρος της σωστής ευδαιμονίας γιατί εξαρτάται από άλλους. Αν κάποιος θέλει να είναι ευδαίμων, πρέπει να είναι με αυτάρκεια. Γι' αυτό οι απασχολήσεις του πολιτικού δεν μπορούν να αποτελούν μέρος της ευδαιμονίας».  

Ο κ. Γκλούκερ έμαθε τα νέα ελληνικά «από μεράκι». Ως μέρος των σπουδών του στην κλασική φιλολογία είχε διδαχθεί αρχαία ελληνικά, αλλά αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του και στην καθομιλουμένη. «Στα νέα ελληνικά είμαι αυτοδίδακτος. Ξεκίνησα διαβάζοντας κείμενα στην καθαρεύουσα, που ήταν λίγο πιο εύκολη για μένα, και μετά πέρασα στη δημοτική».

Ο κ. Γκλούκερ διδάσκει και ως επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, στο Ρέθυμνο. «Ολο και λιγότεροι φοιτητές γνωρίζουν αρχαία ελληνικά» παρατηρεί, διευκρινίζοντας ότι η τελευταία φορά που θα χαρακτήριζε ικανοποιητικές τις γνώσεις των φοιτητών του στα αρχαία ήταν πριν από τουλάχιστον έξι χρόνια.  

Ως φιλόσοφος, τι θα θέλατε να μεταδώσετε στον κόσμο, στους φοιτητές σας; τον ρωτάμε. «Θα ήθελα να κάνω μερικούς να σκέφτονται» μας απαντά. «Οι περισσότεροι άνθρωποι σκέφτονται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο να σκεφτούν. Η έρευνα όμως πρέπει να αποτελεί μέρος του τρόπου ζωής. Δεν πρέπει να πιστεύουμε αυτό που μας λένε, πρέπει να δοκιμάζουμε».

Ενας φιλόσοφος μπορεί να είναι αισιόδοξος σήμερα με όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας - από την οικονομία ως τους πολέμους; Ο κ. Γκλούκερ δηλώνει αισιόδοξος. «Παρά τις ανοησίες της Ιστορίας, ακόμη ζούμε. Ναι, ο φιλόσοφος μπορεί να είναι προσεκτικά αισιόδοξος. Εγώ γεννήθηκα το 1933. Μερικά από τα δεινά του 20ού αιώνα-Ολοκαύτωμα, γκούλαγκ - τα θυμάμαι. Ομως, ακόμα ζούμε. Κι εσείς στην Ελλάδα, βιώσατε την Κατοχή, τη δικτατορία, αλλά ακόμα υπάρχει η ελληνική δημοκρατία. Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να κάνουν ανοησίες, αλλά θέλουν να ζουν· και να ζουν καλά. Αυτό μας κάνει αισιόδοξους».

Δεν θα μπορούσαμε να μην τον ρωτήσουμε ποια εφαρμογή είναι δυνατόν να έχει η φιλοσοφία στο ισραηλοπαλαιστινιακό ζήτημα. «Στη φιλοσοφία, αν παίρνει κάποιος τη φιλοσοφία στα σοβαρά, πρέπει να εξετάζει και τις δύο πλευρές και να μην αποδέχεται τίποτα χωρίς έρευνα. Αυτό δεν είναι εύκολο, γιατί όταν μιλάμε για τα σημερινά πολιτικά προβλήματα, ο απλός άνθρωπος δεν ξέρει τίποτα. Τα περισσότερα γίνονται κρυφά, πίσω από κλειστές πόρτες. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διαβάζουμε εφημερίδες, να ακούμε ραδιόφωνο και να μην πιστεύουμε τίποτα. Να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε».

Στο Παγκόσμιο Συνέδριο Φιλοσοφίας στην Αθήνα, η ομιλία του κ. Γκλούκερ αναφερόταν στις «Δυσκολίες και απορίες στον πλατωνικό Ιωνα». «Ο τρόπος που προσεγγίζω τους πλατωνικούς διαλόγους δεν είναι ο παραδοσιακός. Οι περισσότεροι ταυτίζουν τον Σωκράτη με τον Πλάτωνα· και θεωρούν όσα λέει πλατωνική φιλοσοφία. Αλλά ο Σωκράτης αλλάζει απόψεις από τον έναν διάλογο στον άλλον, ακριβώς επειδή πρόκειται για διαλόγους και όχι για διαλέξεις. Ο ίδιος ο Πλάτωνας δεν μιλάει στους διαλόγους. Αυτό με κάνει να υποψιάζομαι ότι ο Πλάτωνας δεν ήθελε να γνωρίζουμε τη γνώμη του γιατί αυτό που επιθυμούσε δεν ήταν να μάθουμε τι ακριβώς σκεφτόταν για κάθε πρόβλημα, αλλά να σκεφτόμαστε εμείς οι ίδιοι. Γι' αυτό έγραψε διαλόγους. Και γι' αυτό πολλοί τελειώνουν με απορίες».

«Θα ήθελα να κάνω τους ακροατές μου να αρχίσουν να σκέφτονται», συνεχίζει ο κ. Γκλούκερ. «Επέλεξα τον συγκεκριμένο διάλογο γιατί στη διάρκειά του ο Σωκράτης εξαπατάει τον Ιωνα πολλές φορές. Ο Σωκράτης βεβαίως μπορεί να εξαπατάει τους συνομιλητές του, αλλά ο Πλάτωνας δεν εξαπατάει ποτέ τους αναγνώστες του». 

John Glucker Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ   

Το είδαμε εδώ

Η περίφημη φράση του Σόλωνος στον Κροίσο «μηδένα προ του τέλους μακάριζε»


Ο βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος ήταν ξακουστός σε όλο τον αρχαίο κόσμο για τα αμύθητα πλούτη του.

Από τους φόρους που του έδιναν οι Ελληνικές αποικίες της Μικράς Ασίας και από τα χρυσωρυχεία του Πακτωλού ποταμού γινόταν όλο και πιο πλούσιος και πιο περήφανος για τα πλούτη του.

Πίστευε μάλιστα ότι δεν υπήρχε πιο ευτυχισμένος άνθρωπος από αυτόν στον κόσμο.

Κάποτε τον επισκέφτηκε ο Σόλων, ένας από τους σοφούς της αρχαιότητας, τον οποίο δέχτηκε πολύ φιλόξενα. Διέταξε μάλιστα μερικούς σκλάβους να δείξουν στο φιλοξενούμενο τους θησαυρούς και τη χλιδή του.

Αφού, λοιπόν, του έδειξε τους αμύθητους θησαυρούς του, τον ρώτησε ποιος ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος που είχε γνωρίσει στον κόσμο, περιμένοντας από τον Σόλωνα ότι θα ανέφερε τη δική του μεγαλοσύνη!

Ο Σόλων αποφεύγοντας να κολακεύσει το βασιλιά αποκρίθηκε:

«Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ ήταν ένας Αθηναίος βασιλιάς που λεγόταν Τέλλος».

Ο βασιλιάς απόρησε με την απάντηση και τον ρώτησε γιατί κρίνει αυτόν ως τον πιο ευτυχισμένο. «Για δυο λόγους», είπε ο Σόλων. «Απέκτησε καλούς και άξιους γιους, έζησε για να δει να γεννιούνται τα παιδιά των παιδιών του, όλα γερά και υγιή. Κι έπειτα τη ζωή του τη σφράγισε ένας ένδοξος θάνατος. Πολέμησε και πέθανε σαν στρατιώτης και οι Αθηναίοι τον έθαψαν με μεγάλες τιμές και δόξα».

Ο Κροίσος τότε τον ρώτησε ποιον γνωρίζει δεύτερο πιο ευτυχισμένο άνθρωπο, όντας σίγουρος ότι θα έπαιρνε τουλάχιστον τη δεύτερη θέση.

Ο Σόλων, όμως, ανέφερε τότε δύο νέους, δυο αδέρφια από το Άργος, τον Κλέοβι και τον Βίτωνα.

Οι Αργείοι τιμούσαν ιδιαίτερα τη γιορτή της Θεάς Ήρας. Όταν μια χρονιά βρέθηκε μεγάλη ανάγκη να μεταβεί η μητέρα των δύο νέων στο ναό της Ήρας, έτυχε τα βόδια που θα την πήγαιναν με την άμαξα να μην έχουν γυρίσει από τα χωράφια. Έτσι τα δυο αδέρφια ζεύτηκαν τα ίδια την άμαξα και πήγαν τη μητέρα τους στο ναό διανύοντας μια πολύ μεγάλη απόσταση.

Όσοι είδαν αυτό το γεγονός συνεχάρησαν τα δυο αδέρφια για την πράξη τους. Η δε μητέρα προσευχήθηκε στην θεά Ήρα να έχουν τα παιδιά της τη μεγαλύτερη ευλογία που μπορεί να έχει θνητός άνθρωπος. Τα δυο αδέρφια αποκοιμήθηκαν μέσα στο ναό και δεν ξύπνησαν ποτέ.

Οι Αργείοι μάλιστα έφτιαξαν τα αγάλματα των δύο αδερφών και τα αφιέρωσαν στους Δελφούς ως σημάδι σεβασμού προς δύο άριστους άνδρες. Ακούγοντας την ιστορία ο Κροίσος θύμωσε με τη δεύτερη απάντηση του Σόλωνα και προτού τον διώξει ξέσπασε:

«Ωραία όλα αυτά Αθηναίε φίλε μου, αλλά τι έχεις να πεις για τη δική μου ευτυχία;»

Τότε ο σοφός Αθηναίος του αποκρίθηκε με μια φράση που έμεινε στην ιστορία: «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Τα μεγάλα πλούτη δεν κάνουν τον άνθρωπο περισσότερο ευτυχισμένο απ' ότι μια μέτρια περιουσία. Μη θεωρήσεις κανέναν ευτυχή, πριν γνωρίσεις το τέλος του.

Αυτά τα λόγια δεν έδωσαν καθόλου χαρά στον Κροίσο και αποχαιρέτησε τον Σόλωνα περιφρονώντας τον. Σύντομα, όμως, μετά την αναχώρηση του Σόλωνα πλήθος συμφορών βρήκαν τον Κροίσο.

Ο γιος του ο Άτης σκοτώθηκε στο κυνήγι και ο ίδιος αργότερα νικήθηκε από το βασιλιά των Περσών Κύρο και αιχμαλωτίστηκε.

Την ώρα που τον είχαν ανεβασμένο στην πυρά για να τον κάψουν, ο Κροίσος θυμήθηκε τα λόγια του Σόλωνα και φώναξε μετανιωμένος τρεις φορές «Σόλων! Σόλων! Σόλων!».

Ο Κύρος που τον άκουσε, ζήτησε να μάθει τι σήμαινε η επίκληση αυτή. Ακούγοντας την ιστορία, χάρισε στον Κροίσο τη ζωή και μάλιστα τον κράτησε κοντά του ως έμπιστο φίλο και σύμβουλό του.

Το είδαμε εδώ

Δάφνη και Απόλλων, Περί αληθείας λόγος


Κάποιοι μύθοι μας μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να μοιάζουν απλοϊκοί με συνέπεια να χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια αν κάποιος τους πάρει «κατά γράμμα» εντούτοις, μια σπουδή σε βάθος θα αποκαλύψει μια κοσμοθέαση κι ένα σύστημα αξιών διάφορο μεν της εποχής μας μα πολύ πιο διεισδυτικό.

Οι μύθοι προφανώς αν μελετηθούν σωστά θα αποκαλύψουν μια «κιβωτό» γνώσης και σοφίας που έρχεται από το παρελθόν.

Η Ελληνική μυθολογία αντιμετωπίστηκε από την κυρίαρχη θρησκευτική ματιά απαξιωτικά και πολεμήθηκε για αιώνες. Παρόλα αυτά συνειδητά ή όχι επιβίωσε έστω και στη λανθάνουσα ματιά που θέλει να τη λαμβάνει «κατά γράμμα».

Ένας από τους μύθους που εξιτάρουν είναι αυτός της «Δάφνης και του Απόλλωνα». Τι είναι αυτό που κάνει ένα δέντρο γοητευτικό σε θεούς και ανθρώπους;

Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια πιο διεισδυτική ματιά.

Η Δάφνη στο στόμα της Πυθίας δίνει το χρησμό και ως Απολλώνιο σύμβολο και είναι το έπαθλο στους Δελφικούς Αγώνες.

Γενικά Έλληνες και Ρωμαίοι στεφάνωναν τους νικητές με δάφνινα στεφάνια. Πρακτική για να τιμούνται ειδικά οι λόγιοι και οι ποιητές. Ο όρος «baccalaureate» (μπακαλορεά) καθώς και «bachelor» (μπάτσελορ) που δίνονται ως τίτλοι εκπαίδευσης έχουν τη ρίζα τους στο λατινικό «bacca-laureus» που σημαίνει καρποί δάφνης.

Στη Χριστιανική παράδοση η φράση «μετά Βαΐων και κλάδων» σηματοδοτεί την τελευταία Κυριακή (των Βαΐων) πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα σε ανάμνηση της θριαμβευτικής υποδοχής του Ιησού από το λαό της Ιερουσαλήμ. Τη βρίσκουμε επίσης να στολίζει κεφάλια στρατηγών και αυτοκρατόρων καθώς και στις τιάρες και μίτρες ιεραρχών ως σύμβολα «δόξας» και της «μοναδικής» αλήθειας.

Με μια πρώτη προσέγγιση θα υποθέταμε το «ένδοξο» της αποδοχής στον κοινωνικό βίο καθώς έχουμε ως παράσταση την απόδοση τιμών, βραβείων κι επάθλων με στεφάνια από αυτό το δέντρο που λατρεύτηκε στο παρελθόν είτε ως είχε, είτε συμβολίζοντας το «θείο» και τις εκφάνσεις του όσο υπήρχε ο άνθρωπος.

Η ερμηνεία και ο αποσυμβολισμός του φυτού μπορεί να επιχειρηθεί ιχνηλατώντας την οντολογία και το νόημα των λέξεων καθώς, και τις παραδόσεις που συνδέονται με αυτό.

Το όνομα «Δάφνη», πρωτοελληνικό, θα μπορούσε να ετυμολογηθεί ως «Δα» (Δη-Γη στα δωρικά) κι «φνης» (ξαφνική – αίφνης). Αυτή που προέκυψε ξαφνικά εκ της Γης, από την ύλη.

Ήταν κόρη της Γαίας και του Πηνειού της ύλης και του ρευστού. Τριγυρνούσε στην παρθένα φύση επιθυμώντας η ίδια να μείνει αιώνια, αγνή, αυτούσια, θέλοντας να μοιάσει της Αρτέμιδος.

Αυτήν ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα ο Απόλλωνας.

Ο «μύθος» της Δάφνης είναι προφανώς αλληγορικός. Σαγήνεψε τους Ρωμαίους κι επιβίωσε μέσω από της λυρικότητας του Οβίδιου όπως θα δούμε.

Όλα άρχισαν όταν ο Απόλλων χλεύασε τα όπλα του Έρωτα κι εκείνος για να τον εκδικηθεί του έστειλε βέλος πόθου ερωτικού και την ίδια στιγμή βέλος αποστροφής στη Δάφνη προκαλώντας με αυτό τον τρόπο μια «πολικότητα».

Όσο και να προσπαθούσε να τη φτάσει τόσο εκείνη θα απομακρύνονταν. Ο «Έρως» είναι πρωταρχικό στοιχείο και νόμος του φυσικού κόσμου. Ο «Φυσικός Νόμος» στην Ελληνική Κοσμοθέαση είναι υπεράνω ακόμα και των Θεών.

Αναζητώντας την Αλήθεια

Η «αλήθεια» ως λέξη αν αναγραμματιστεί μας δίνει μια άλλη ενδιαφέρουσα λέξη «αειθαλής» δηλαδή αιώνια (τέτοιο δέντρο είναι και η «Δάφνη» τυχαίο;).

Δύο είναι οι κύριες προσεγγίσεις στην ετοιμολογία της λέξης «Αλήθεια».

Η πρώτη με το «Α» (στερητικό) και τη λέξη «λήθω» (λανθάνω) όπου το νόημα είναι «μη λάθος».

Στη δεύτερη, έχουμε το ρήμα «Αλ» (αλάομαι – αδιάκοπος περιπλάνησης του πνεύματος) και «ήθος» όπου το νόημα παραπέμπει στην αδιάκοπη αναζήτηση του «ήθους».

«Ζεύγοντας» τις δύο προσεγγίσεις μπορούμε να συμπεράνουμε πως η αλήθεια είναι έννοια δυναμική και όχι στατική.

Η «δυναμική» οφείλεται στον τρόπο και το λόγο που εμείς θα την προσεγγίσουμε, γεγονός που οφείλεται στον υποκειμενισμό μας. Τα κριτήρια της αλήθειας στην Ελληνική Φιλοσοφία είναι τα πάθη, οι προλήψεις, οι αισθήσεις και οι φανταστικές επιβουλές της διάνοιας.

Η Αλήθεια όμως είναι μια και μοναδική. Είναι αγνή, καθαρή και για να μπορέσεις να την αγγίξεις πρέπει κι εσύ να είσαι καθαρός. Το άσπιλο «ήθος» το «αγαθό» είναι το κύριο ζητούμενο.

Για αυτό και μετά το φόνο του Πύθωνα ο Απόλλων χρειάστηκε να εξαγνιστεί στους Κύδωνες από τον Καρμάνορα (Παυσανίας Φωκικά) ώστε να γίνει «Λοξίας» δηλ « Διὸς προφήτης δ᾽ ἐστὶ Λοξίας πατρός» (Ευμενίδες στ 19) και να προφητεύει στους Δελφούς. Ο «λόγος» του Θεού δεν δύναται να είναι «ακάθαρτος» ή να μην έχει «ήθος».

Στα Ερμητικά κείμενα (λόγος VI -1) λέει «Το αγαθό υπάρχει αποκλειστικά και μόνο στο θεό ή καλύτερα αγαθό είναι ο ίδιος ο αιώνιος θεός» ενώ πιο κάτω (λόγος VI-3) λέει «Σχετικά με τον άνθρωπο το αγαθό καθορίζεται σε σύγκριση με το κακό… Και είναι αδύνατο εδώ κάτω (στον κόσμο μας) το αγαθό να είναι απαλλαγμένο της κακίας…». Και αυτά συμβαίνουν με τον Απόλλωνα ως «θνητό» στην υπηρεσία του βασιλιά Άδμητου δηλαδή του «άκτιστου» (Απολλόδωρος Γ).

Στο «Περί Φύσεως» έργο του ο Εμπεδοκλής αναφέρεται στην εναλλαγή κυριαρχίας δυνάμεων μεταξύ Φιλότητας και Νείκους πάνω στα τέσσερα ριζώματα όπως αυτά συμβολίζει: γης – Αϊδωνεύς (ή Άδης), ύδατος (Νήστις), αέρα (Ήρα), πυρός (Ζεύς).

Η εν-αλλαγή αυτή βρίσκεται ανάμεσα στην αλλαγή του Ηρακλείτειου «Γίγνεσθαι» και τη σταθερότητα του Παρμενίδη «Είναι». Η σχέση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων διατηρεί την ισορροπία στο σύμπαν «Σφαίρος».

Μπαίνοντας στην ουσία του ποιήματος του Οβίδιου το οποίο είναι μέρος ενός ευρύτερου έργου με τον τίτλο «Μεταμορφώσεις» κι επηρεασμένο από την Ερμητική Φιλολογία θα μπορούσαμε να διακρίνουμε το διαμοιρασμό και αντιπροσώπευση των στοιχείων και δυνάμεων σε γη – ύδωρ – νείκος (Δάφνη) και αέρα – πυρός – φιλότητα (Απόλλωνα).

Όταν πια η Νύμφη εξαντλημένη από το κυνηγητό καταλαβαίνει πως θα αιχμαλωτιστεί προσεύχεται στον πατέρα της να της αλλάξει «θωριά». Επικαλείται λοιπόν την ίδια τη «ροή» κι από την κατάσταση της τήξης που ήταν της προκαλείται η πήξη.

Μα πως η αλήθεια γίνεται χειροπιαστή και ποια δόξα φτάνει στο ζενίθ αν δεν ακούσει το «κάτθανε»; «Θάνατος» δεν υπάρχει.

Η Εχεμύθεια, η Ευπείθεια και η Πίστη είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να προσεγγίσουμε την αλήθεια.

Έτσι λοιπόν πιάνει τη Δάφνη μα… «αλλάζει» η μορφή της. Όχι όμως η ουσία της. Γίνεται δέντρο. Αιτία της «αλλαγής» είναι το ενεργειακό φάσμα του ίδιου του Απόλλωνα – Φοίβου (δηλ του φωτοβόλου).

Βλέπουμε στα Ερμητικά (λόγος IX-5) «Και όταν δημιουργεί (ο θεός) τα πάντα τα κάνει όμοια του. Τούτα όμως, έχουν δημιουργηθεί αγαθά, διαφοροποιούνται με τη χρησιμοποίηση της ενέργειας. Γιατί η κίνηση του κόσμου με την τριβή δίνει στις γεννήσεις διαφορές. Άλλες τις ρυπαίνει με κακία, άλλες τις καθαρίζει με το αγαθό…».

Είναι ο ίδιος ο λόγος η ανάγκη να ενωθεί μαζί της. Αυτό που ένα ερωτικό τραγούδι λέει: «να σε ερμηνεύσω και να ερμηνευτώ».

Για να το αντιληφθούμε καλύτερα θα πρέπει να ανατρέξουμε σε μια παραλλαγή του μύθου (Παυσανίας) στον οποίο ο Λεύκιππος πρίγκιπας από την Ηλία την ερωτεύτηκε πριν το Φοίβο.

Μεταμφιέστηκε σε γυναίκα για να την πλησιάσει μα, έγινε αντιληπτή η φύση του από τις νύμφες με αποτέλεσμα να γνωρίσει οικτρό θάνατο. Ο «απειθής» Λεύκιππος κατασπαράχθηκε διότι δεν προσέγγισε την αλήθεια σύμφωνα με την ετοιμολογία που είδαμε πιο πριν.

Από την άλλη δε σημαίνει πως αν φτάσεις και πιάσεις την αλήθεια θα την καρπωθείς ή θα σου αρέσει η γεύση της.

Όπως είπαμε η αλήθεια είναι μία. Ο υποκειμενισμός μας είναι το κριτήριο της γεύσης που θα έχει. (λόγος ΙΧ-10) «Η νόηση είναι πίστη και η απιστία η μη νόηση. Και οδηγούμενος ως ένα σημείο από το λόγο φτάνει την αλήθεια. Και αφού κατανοήσει τα πάντα και αφού τα βρει με την ερμηνεία του λόγου, πιστεύει και την καλή πίστη και επαναπαύεται. Για εκείνους που έχουν κατανοήσει με τη βοήθεια του θεού τούτα τα λόγια είναι πιστοί…».

Η «στιγμή της αλήθειας» αφορά την κορύφωση της διαδικασίας την «τελείωση». Έτσι ο μύθος σταματάει το κυνηγητό μια στιγμή πριν την αποκάλυψη στο κοινό που παρακολουθεί το δράμα.

Ο Απόλλων «είδε». Εμείς δεν «είδαμε». Είναι «άρρητο» διότι όπως είπαμε είναι υποκειμενικό το τι εισέπραξε… Στα Ερμητικά (λόγος V-1) λέει λοιπόν: «Κι εσύ κατανόησε πως αυτό που στους πολλούς φαίνεται αφανές, θα γίνει για εσένα φανερότατο… Ό,τι φαίνεται είναι γεννημένο, αφού εμφανίζεται μια κάποια στιγμή. Το αφανές είναι αιώνιο και δε χρειάζεται να φανεί…».

Έτσι ο Απόλλων πιάνει τελικά τη Δάφνη αλλά δεν μπορεί να την κάνει «δική» του καθώς εκείνη μεταμορφώνεται σε δέντρο.

Στεφανώνεται με τα κλαδιά της συμβολίζοντας την αιώνια αναζήτηση της. Της «αλήθειας».

Για να υπάρχει όμως ετεροπροσδιορισμός πρέπει πρώτα να υπάρξει η αυτοσυνειδητοποίηση ως σημείο αναφοράς. Αυτή ίσως είναι και η ουσία της Δελφικής προτροπής «Γνώθι σαυτόν». Έτσι δεν είναι τυχαίο που ο Σωκράτης παραδέχεται πως «εν είδα ότι ουδέν είδα» έχοντας κατανοήσει τα πολιτικά πάθη και τις αδυναμίες που έσερναν οι αυθεντίες της εποχής του.

Η «ανιμιστική» λατρεία των δέντρων βαστάει από τους προϊστορικούς χρόνους όταν οι κοινωνίες ακόμα διαμορφώνονταν σχηματίζοντας τους πρώτους πολιτισμούς.

Καθώς τα ιερατεία οργανώθηκαν εξέλιξαν τη λατρεία με θεσμούς και πρακτικές και παράλληλα αφομοίωσαν τα αρχέγονα συστατικά και παραστάσεις προσαρμόζοντας τα στα νέα έθη. Κατά αυτή τη λογική το ίδιο το δέντρο δεν είναι πλέον η θεότητα αλλά τη συμβολίζει μέσω της παρουσίας και της χρήσης του.

Η Δάφνη μέσω του μύθου που τη συνοδεύει φαίνεται να συμβολίζει τις αγαθές προθέσεις, την καθαρότητα του νου και της ψυχής που απαιτούνται για να φτάσει κάποιος στην Αλήθεια και τη Γνώση.

Ας το λάβουμε αυτό υπόψη καθώς, η εποχή που ζούμε κατακλύζεται καθημερινά από εικόνες, πληροφορίες κι ερεθίσματα που μπορούν να επηρεάσουν την κρίση μας χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα είναι σωστή.

Οι «αρχαίοι» κάτι ήξεραν…

Το είδαμε εδώ

Τα φτερά της ψυχής


Πώς λειτουργεί η ψυχή μας;
Στο βιβλίο «Φαίδρος» του Πλάτωνα, στο 245c, υπάρχει ένα εξαιρετικά σημαντικό σημείο, στο οποίο μας αποκαλύπτει τον τρόπο λειτουργίας της ψυχής μας.

Ας το δούμε αναλυτικά:

ψυχὴ πᾶσα ἀθάνατος.
Κάθε ψυχή είναι αθάνατη.

τὸ γὰρ ἀεικίνητον ἀθάνατον•
Αυτό το ον που δεν χάνει ποτέ την κίνησή του είναι αθάνατο,

τὸ δ᾽ ἄλλο κινοῦν καὶ ὑπ᾽ ἄλλου κινούμενον,
και αυτό το αθάνατο ον, έχει την δυνατότητα να κινεί κάποιο άλλο σώμα. Όμως ό,τι κινείται από κάποιο άλλο ον,

παῦλαν ἔχον κινήσεως,
κάποια στιγμή θα σταματήσει να κινείται,

παῦλαν ἔχει ζωῆς.
και σαν αποτέλεσμα θα σταματήσει και η ζωή του.

Υπονοεί βεβαίως το υλικό σώμα του ανθρώπου που κινείται από μία άυλη ψυχή, που είναι το αθάνατο ον, η οποία όταν σταματήσει να κινεί το υλικό μας σώμα, αυτό αναπόφευκτα πεθαίνει.

μόνον δὴ τὸ αὑτὸ κινοῦν,
Δηλαδή μόνο αυτό το ον το οποίο κινεί το ίδιο τον εαυτό του,

ἅτε οὐκ ἀπολεῖπον ἑαυτό,
και δεν αποχωρίζεται ποτέ από τον εαυτό του,

οὔποτε λήγει κινούμενον,
ουδέποτε θα πάψει να κινείται.
Αυτός είναι ο ορισμός της ψυχής!

ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα κινεῖται τοῦτο πηγὴ καὶ ἀρχὴ κινήσεως.
Αλλά και σχετικά με τα άλλα όντα, αυτά που κινούνται πάντοτε, αποτελούν τα ίδια την αρχή και την πηγή της κίνησης.

[245d] ἀρχὴ δὲ ἀγένητον.
Και αυτή η αρχή της κίνησης προηγείται της γέννησης του σύμπαντος.

ἐξ ἀρχῆς γὰρ ἀνάγκη πᾶν τὸ γιγνόμενον γίγνεσθαι,
Η αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος, συνοδεύτηκε από τον νόμο της ανάγκης (ή εντροπίας), ώστε με βάση αυτόν τον νόμο, να γεννιέται αυτό που πρέπει να γεννηθεί.

αὐτὴν δὲ μηδ᾽ ἐξ ἑνός•
Όσον αφορά αυτήν την ίδια την αρχή που δημιούργησε το σύμπαν, αυτή δεν έχει δημιουργηθεί από τίποτα άλλο, παρά από το «πρωταρχικό εν».

εἰ γὰρ ἔκ του ἀρχὴ γίγνοιτο,
Διότι αν κάτι είχε δημιουργηθεί πριν την δημιουργία του σύμπαντος,

οὐκ ἂν ἔτι ἀρχὴ γίγνοιτο.
τότε δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως δημιούργημα.

ἐπειδὴ δὲ ἀγένητόν ἐστιν, καὶ ἀδιάφθορον αὐτὸ ἀνάγκη εἶναι.
Και ό,τι δεν έχει γεννηθεί από κάτι άλλο, κατά ανάγκη δεν μπορεί ποτέ και να καταστραφεί....

ἀθανάτου δὲ πεφασμένου τοῦ ὑφ᾽ ἑαυτοῦ κινουμένου,
Αυτό το ον που καθορίζουμε σαν αθάνατο, είναι πάντοτε αυτό το οποίο κινεί τον εαυτό του,

ψυχῆς οὐσίαν τε καὶ λόγον τοῦτον αὐτόν τις λέγων οὐκ αἰσχυνεῖται.
και δεν θα πρέπει κάποιος να διστάζει να παραδεχτεί ότι η ουσία και η αιτία της ύπαρξης της ψυχής είναι συναφής με την έννοια της αθανασίας.

πᾶν γὰρ σῶμα, ᾧ μὲν ἔξωθεν τὸ κινεῖσθαι, ἄψυχον,
Και βεβαίως, κάθε σώμα το οποίο αποκτά την κίνησή του από κάποια δύναμη που βρίσκεται έξω από αυτό, θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν διαθέτει ψυχή,

ᾧ δὲ ἔνδοθεν αὐτῷ ἐξ αὑτοῦ, ἔμψυχον,
ενώ αντίθετα κάθε σώμα το οποίο αποκτά την κίνησή του από εσωτερική δύναμη, θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως έμψυχο.

ὡς ταύτης οὔσης φύσεως ψυχῆς•
Διότι αυτή ακριβώς η συμπεριφορά, χαρακτηρίζει την ουσία της φύσεως της ψυχής.

εἰ δ᾽ ἔστιν τοῦτο οὕτως ἔχον,
Και αν υπάρχει κάποιο ον που λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο,

μὴ ἄλλο τι εἶναι τὸ αὐτὸ ἑαυτὸ [246a] κινοῦν ἢ ψυχήν,
πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτό ακριβώς κινεί τον εαυτό του και ότι αυτό ακριβώς που το κινεί είναι η ψυχή του.

ἐξ ἀνάγκης ἀγένητόν τε καὶ ἀθάνατον ψυχὴ ἂν εἴη.
Σύμφωνα με τους νόμους της Ανάγκης, η ψυχή θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί ένα ον αγέννητο και αθάνατο.

περὶ μὲν οὖν ἀθανασίας αὐτῆς ἱκανῶς•
Αλλά περί της αθανασίας της ψυχής, έχουμε μιλήσει πλέον επαρκώς.

περὶ δὲ τῆς ἰδέας αὐτῆς ὧδε λεκτέον.
Όσον αφορά όμως τον τρόπο λειτουργίας της ψυχής θα πρέπει τώρα να πούμε ορισμένα πράγματα.

οἷον μέν ἐστι, πάντῃ πάντως θείας εἶναι καὶ μακρᾶς διηγήσεως,
Αυτό λοιπόν το ον που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε σαν ψυχή, θα πρέπει να πούμε, ότι με κάθε τρόπο αφορά μία θεία οντότητα και για τον λόγο αυτόν, η συζήτηση που θα κάνουμε θα πάρει μεγάλη έκταση.

ᾧ δὲ ἔοικεν, ἀνθρωπίνης τε καὶ ἐλάττονος•
Όπως είναι φυσικό, θα μιλήσουμε καταρχήν για τις ανθρώπινες ψυχές που βεβαίως αποτελούν θείες ψυχές, αλλά μικρότερης σημασίας από τις ψυχές των ανωτέρων θείων όντων.

ταύτῃ οὖν λέγωμεν.
Για αυτήν λοιπόν την ανθρώπινη ψυχή θα μιλήσουμε τώρα.

ἐοικέτω δὴ συμφύτῳ δυνάμει ὑποπτέρου ζεύγους τε καὶ ἡνιόχου.
Ας παρομοιάσουμε λοιπόν την ψυχή του ανθρώπου, ότι αποτελεί έναν σύμφυτο συνδυασμό δυνάμεων, εκ των οποίων το ένα ζεύγος δυνάμεων διαθέτει φτερά και η τρίτη δύναμη μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ηνίοχος.
Δηλαδή ο ηνίοχος είναι αυτός που καθοδηγεί αυτό το ζεύγος των δυνάμεων.

θεῶν μὲν οὖν ἵπποι τε καὶ ἡνίοχοι πάντες αὐτοί τε ἀγαθοὶ καὶ ἐξ ἀγαθῶν,
Οι ψυχές των θεών διαθέτουν το ζεύγος των ίππων τους και τους ηνιόχους τους, ώστε σαν σύνολο λειτουργούν ως αγαθοί, καθότι προέρχονται από ενάρετα μέλη.

[246b] τὸ δὲ τῶν ἄλλων μέμεικται.
Ενώ αντίθετα οι ίπποι και οι ηνίοχοι των ανθρώπων αποτελούν ανάμιξη καλών και κακών στοιχείων.

καὶ πρῶτον μὲν ἡμῶν ὁ ἄρχων συνωρίδος ἡνιοχεῖ,
Και καταρχήν, αυτός που διοικεί το άρμα της ψυχής μας, ελέγχει τα δύο άλογα κρατώντας τα ηνία τους.

εἶτα τῶν ἵππων ὁ μὲν αὐτῷ καλός τε καὶ ἀγαθὸς καὶ ἐκ τοιούτων,
Κατόπιν σε ό, τι αφορά αυτά τα άλογα, το μεν ένα άλογο είναι καλότροπο και αγαθό και χαρακτηρίζεται από τέτοιου είδους συμπεριφορά,

ὁ δ᾽ ἐξ ἐναντίων τε καὶ ἐναντίος•
το δε άλλο άλογο χαρακτηρίζεται από αντίθετη συμπεριφορά, διότι διέπεται από αντίθετα χαρακτηριστικά, είναι δηλαδή δύστροπο και ατίθασο.

χαλεπὴ δὴ καὶ δύσκολος ἐξ ἀνάγκης ἡ περὶ ἡμᾶς ἡνιόχησις.
Και γι αυτόν τον λόγο ο έλεγχος των ίππων καθίσταται αναγκαστικά δύσκολος και κουραστικός.

πῇ δὴ οὖν θνητόν τε καὶ ἀθάνατον ζῷον ἐκλήθη πειρατέον εἰπεῖν.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αυτοί οι ίπποι ονομάστηκαν ο ένας θνητός και άλλος αθάνατος και αυτό είναι που πρέπει να καταλάβουμε.

ψυχὴ πᾶσα παντὸς ἐπιμελεῖται τοῦ ἀψύχου,
Κάθε ψυχή, με κάθε τρόπο ελέγχει ό,τι είναι θνητό,
(δηλαδή το σώμα στο οποίο βρίσκεται ενσαρκωμένη)

πάντα δὲ οὐρανὸν περιπολεῖ,
και έχει την ικανότητα να μπορεί να επισκέπτεται κάθε ουράνιο χώρο.

ἄλλοτ᾽ ἐν ἄλλοις εἴδεσι γιγνομένη.
Αλλά και την ικανότητα να ενσαρκώνεται κάθε φορά και σε διαφορετικό είδος οργανισμού.

τελέα [246c] μὲν οὖν οὖσα καὶ ἐπτερωμένη μετεωροπορεῖ τε καὶ πάντα τὸν κόσμον διοικεῖ,
Όταν η ψυχή βρίσκεται σε κατάσταση τελειότητας, διαθέτει επιπλέον και φτερά, και τότε έχει την ικανότητα να επισκέπτεται όλα τα ουράνια σώματα και να επεμβαίνει στην λειτουργία κάθε οργανωμένου κόσμου.

ἡ δὲ πτεροῤῥυήσασα φέρεται ἕως ἂν στερεοῦ τινος ἀντιλάβηται,
Όταν όμως χάσει τα φτερά της, περιπλανάται μέχρι να καταφέρει να ενσαρκωθεί σε κάποιο στερεό σώμα,

οὗ κατοικισθεῖσα, σῶμα γήϊνον λαβοῦσα,
το οποίο θα χρησιμοποιεί σαν κατοικία της και σε αυτό χρησιμεύει το γήινο σώμα που λαμβάνει.

αὐτὸ αὑτὸ δοκοῦν κινεῖν διὰ τὴν ἐκείνης δύναμιν,
Αυτό το γήινο σώμα, έχει την ικανότητα να κινείται το ίδιο αλλά χρησιμοποιώντας την δυνατότητα κίνησης που έχει η ψυχή του.

ζῷον τὸ σύμπαν ἐκλήθη,
Το σύνολο ψυχής και σώματος, ονομάστηκε ζωικός οργανισμός.

ψυχὴ καὶ σῶμα παγέν,
γιατί παγιώνει την ένωση της ψυχής με το σώμα.

θνητόν τ᾽ ἔσχεν ἐπωνυμίαν•
Αυτό το σύνολο πρέπει να το κατατάξουμε στα θνητά όντα.

ἀθάνατον δὲ οὐδ᾽ ἐξ ἑνὸς λόγου λελογισμένου,
Αν τώρα αναφερθούμε στα αθάνατα όντα, δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι αυτά αποτελούνται από ένα μόνο στοιχείο,

ἀλλὰ πλάττομεν οὔτε ἰδόντες οὔτε ἱκανῶς νοήσαντες [246d] θεόν,
αλλά θα τα συλλάβουμε με την φαντασία μας, διότι ούτε τα έχουμε δει ποτέ, ούτε και μπορούμε να κατανοήσουμε αρκετά καλά την έννοια της θείας υπόστασης.

ἀθάνατόν τι ζῷον, ἔχον μὲν ψυχήν, ἔχον δὲ σῶμα, τὸν ἀεὶ δὲ χρόνον ταῦτα συμπεφυκότα.
Γιατί η θεία υπόσταση πρέπει να θεωρηθεί σαν ένας αθάνατος ζωντανός οργανισμός, ο οποίος διαθέτει αφενός μεν ψυχή, αφετέρου δε διαθέτει και σώμα και αυτά τα δύο συνυπάρχουν αιωνίως...

Το είδαμε εδώ

Γιατί τα φιλοσοφικά δοκίμια γίνονται ανάρπαστα στις μέρες μας;


Γιατί τα φιλοσοφικά δοκίμια γίνονται ανάρπαστα στις μέρες μας; 
Ο Σωκράτης, αυτός ο αρχετυπικός φιλόσοφος της αρχαίας αγοράς, ο άνθρωπος που δεν έγραψε τίποτα και δεν εξέλαβε τίποτα ως δεδομένο, είναι αυτός που θα αναζητούσες σήμερα δίπλα σου σε κάθε σου πρόβλημα. Μαζί του θα έβαζες τα ερωτήματα για το τι συμβαίνει όταν είσαι πραγματικά ερωτευμένος (Συμπόσιο), όταν αναζητάς την ουσιαστική Ψυχή (Φαίδρος), όταν αναρωτιέσαι αν υπάρχει ιδανικό πολίτευμα (Πολιτεία).

Κι αυτός, σαν καλός φίλος, θα πήγαινε μαζί σου μια βόλτα μέχρι τον Πειραιά (κατέβην χτες εις Πειραιάν) για να σου δείξει ότι ενδεχομένως αγαθοί άνθρωποι υπάρχουν και μπορούν να φτιάξουν, μέσα από τον διάλογο, τις ιδανικές πολιτείες. Αρκεί να μη σταματήσουν ποτέ να αναρωτιούνται, γιατί η ζωή που παραμένει ανεξέταστη είναι πραγματικά ανυπόφορη (βίος ανεξέταστος ου βιωτός ανθρώπω).

Κάπως έτσι ο Σωκράτης θα αποδεικνυόταν αποτελεσματικότερος από τον καλύτερο φίλο, όπως αντίστοιχα κι ο Νίτσε ιδανικότερος από οποιονδήποτε ψυχοθεραπευτή. Σε στιγμές κρίσης ο φιλόσοφος άρχεται από μια εικόνα σαθρής κατάστασης ή απελπισίας για να προσφέρει τη δική του δυνατότητα αναζήτησης (ή επίλυσης). Κάτι που προφανώς εξηγεί τον βασικό λόγο που ο άνθρωπος δεν θα πάψει ποτέ να αναρωτιέται για το καλό και το κακό, την έννοια του εαυτού και του άλλου, την περίπτωση της αδυναμίας της βούλησης (η λεγόμενη «ακρασία») και τη δυνατότητα της ορθής επιλογής.

Κι αν όλα αυτά φαίνονται περίτεχνα σε μια εποχή που η αμάλαγος πνευματικότητα έχει προ πολλού χαθεί, αρκεί η εικόνα ενός τρελαμένου ανθρώπου σε έναν παράλογο κόσμο για να καταλάβει κανείς γιατί απασχολεί τόσο σήμερα η φιλοσοφία.

Τα φιλοσοφικά δοκίμια γίνονται ανάρπαστα, οι βασικοί κανόνες φιλοσοφίας έχουν υποκαταστήσει τα βιβλία αυτογνωσίας (self help books) και ο φιλόσοφος είναι ο νέος διαδικτυακός σταρ (βλέπε εικόνα της Σιμόν ντε Μποβουάρ ως το απόλυτο doodle της Google).

Ειδικά στη χώρα μας, τα βιβλία αυτοβοήθειας μεταφράζονται αφειδώς και οι εκδοτικοί οίκοι που τόλμησαν να κυκλοφορήσουν σειρές εκλαϊκευτικής φιλοσοφίας κάνουν ήδη λόγο για ανέλπιστη επιτυχία.

Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει τον κόσμο να προσφεύγει περισσότερο από ποτέ στα βιβλία εκλαϊκευτικής φιλοσοφίας; Επειδή οι συνθήκες των ανθρώπων άλλαξαν τα τελευταία χρόνια, είναι φυσικό να αυξάνεται η ανάγκη για την αναζήτηση της αυθεντίας που θα βοηθήσει ώστε να βρεθεί ο ορθός τρόπος σκέψης ή ζωής.

Ο Αλέν ντε Μποτόν με το χαρακτηριστικό βιβλίο Παρηγοριά της φιλοσοφίας ήταν από τους πρώτους που καθιέρωσαν διεθνώς τη φιλοσοφία ως τέχνη μεταμόρφωσης του βίου, εκλαϊκεύοντάς την και συγκεντρώνοντας τους δικούς του θιασώτες σε συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο στο δεντροφυτεμένο υπέροχο Μπλούμσμπερι του Λονδίνου, το οποίο ονόμασε «Σχολείο της Ζωής».

Όπως επισημαίνεται «Τα τελευταία χρόνια είναι σαν να ξαναγυρίζουμε στις πηγές, με βιβλία που αναδεικνύουν την ιαματική δύναμη του λόγου των μεγάλων φιλοσόφων, και όχι μόνο. Στα οποία το ζητούμενο είναι η εξοικείωση και το αίσθημα της επικοινωνίας με τις σκέψεις για τη ζωή και τα βασικά θέματά της, διαλεγμένες μέσα από το έργο μεγάλων συγγραφέων τόσο διαφορετικών όσο ο Ουάιλντ, ο Έσσε, ο Κάφκα ή ο Ρίλκε, δίπλα σε φιλοσόφους όπως ο Νίτσε, ο Σοπενχάουερ ή ο Κίρκεγκορ και ο Επίκουρος ή οι Στωικοί, που έχουν ένα κοινό, ότι αναγνωρίζονται και είναι σοφοί και ότι επιπλέον, διαβάζοντας όλοι εμείς τις σκέψεις τους, νιώθουμε πραγματικά να σταλάζει στην ψυχή μας η παρηγοριά της φιλοσοφίας».

Δεν είναι, όμως, μόνο η παρηγορητική διάσταση της φιλοσοφίας που δικαιολογεί την επιτυχία που έχει σήμερα η φιλοσοφία αλλά και η ανταπόκρισή της σε θέματα πρακτικού βίου – όπως τα οικονομικά ζητήματα ή η πολιτική. Γιατί όμως να προσφεύγουμε αρχαιόθεν στους φιλοσόφους για να μας εξηγήσουν την πρακτική διάσταση του βίου και όχι στους οικονομολόγους ή τους κοινωνιολόγους; Όπως λέει ο καθηγητής της φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ Γ. Πολίτης

" Οι κοινωνικές επιστήμες νομίζουν ότι κατανοούν ένα μέρος της πραγματικότητας και στη συνέχεια γενικεύουν την υποτιθέμενη γνώση τους για το σύνολο του κόσμου. Για τους οικονομολόγους, πάνω απ’ όλα, είναι η οικονομία. Πάρτε για παράδειγμα την ελληνική κρίση. Οι μαρξιστές λένε ότι για να σωθούμε πρέπει να στρέψουμε την οικονομία αριστερά, ενώ οι φιλελεύθεροι το αντίθετο. Κάνουν και οι δύο λάθος, γιατί το οικονομικό ναυάγιο δεν είναι αιτία του ελληνικού προβλήματος αλλά συνέπειά του. Αιτία είναι ότι η ελληνική κοινωνία έχει βουλιάξει στον παραλογισμό. Αν δεν ξεφύγει από αυτόν, όσο αριστερά και δεξιά και να πάει, τίποτα δεν τη σώζει. Αν όμως επανέλθει στη λογική, όλα θα είναι καλύτερα, ανεξάρτητα από το πόσο αριστερά ή δεξιά θα κινηθεί. Εδώ έρχεται η φιλοσοφία: κάνει τη διάγνωση, προτείνει και τη λύση."

Γι’ αυτό και όχι τυχαία ο ίδιος συνέγραψε το σχετικό βιβλίο "Να σηκωθούμε όρθιοι, η επανάσταση της κοινής λογικής"  που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.

Με την άποψη της ορθολογιστικής λύσης που προσφέρει η φιλοσοφία θα συμφωνήσει και ο εκδότης του Μεταιχμίου Νώντας Παπαγεωργίου: «Στους καιρούς που διανύουμε, όπου η εσωτερική αναζήτηση έχει γίνει εντονότερη από άλλοτε, τα βιβλία αυτά έρχονται να απαντήσουν στα πιο διαχρονικά ερωτήματα της ζωής. Ποιος είμαι; Τι ξέρω; Τι πρέπει να κάνω;». Γι’ αυτό και ο εκδοτικός οίκος έχει ήδη κυκλοφορήσει βιβλία όπως Τι είπε στ’ αλήθεια ο Νίτσε;, Τι είπε στ’ αλήθεια ο Μαρξ, ενώ τώρα αναμένεται και η έκδοση Η περιπέτεια της φιλοσοφίας, η ζωή και η σκέψη των μεγάλων φιλοσόφων.

Ανέκαθεν, άλλωστε, η φιλοσοφία υπήρξε μια ατελείωτη δεξαμενή πληροφοριών και αυτό δεν είναι καθόλου αρνητικό». Στη φιλοσοφία δείχνουν επομένως να καταφεύγουν σήμερα οι άνθρωποι –από τον πιο σπουδαγμένο μέχρι τον απλό εργάτη– όχι μόνο ως καταφύγιο ή ως τρόπο επίλυσης προβλημάτων αλλά ως πραγματική παρηγοριά. Είπαμε, ο Σωκράτης μπορεί να αποδειχθεί ο καλύτερος ψυχογιατρός αλλά και ο καλύτερος φίλος

Τίνα Μανδηλαρά
Φωτογραφία Eos Aurora 

Το είδαμε εδώ

Η καταδίκη της δεισιδαιμονίας από την αρχαία Ελληνική Σκέψη και η αναβίωσή της από τους Ρωμιούς


 Σύμφωνα με αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους τα εξής τρία κοι­νωνικά φαινόμενα, α) η ειδωλολατρία, β) η φυσεοφοβία (πα­γανισμός) και γ) η μαγεία αποτελούσαν μέρη της πνευματικής μάστιγας πού (ονομαζόταν γενικά δεισιδαιμονία. Ειδικά ή δεισιδαιμονία ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στους απαίδευτους ανθρώπους ανεξάρτητα κοινωνικής τάξης και οικονομικής επιφάνειας, κυρίως στους Ανατολικούς λαούς (Αιγυπτίους, Φοίνικες κ.λπ.). Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σήμερα.

        Ο Πλούταρχος λέει σχετικά με όσους θεοποιούν από τον φόβο του αγνώ­στου τις δυνάμεις της φύσης: «Όποιος όμως φοβάται τους θεούς φοβάται τα πάντα, τη γη, τη θάλασσα, τον ουρανό, το σκοτάδι, το φως, τον θόρυβο, τη σιωπή, το όνειρο» (Πλούταρχος, Ηθικά, «Περί δεισιδαιμονίας^. 165Ε).

        Ο Πλούταρχος στο χριστιανικό δίλημμα «Κόλαση ή Παράδεισος», πού κατατρύχει τους ανθρώπους και δίνει στον κλήρο θεϊκή εξουσία μέσω της «άφεσης αμαρτιών», άπαντα (αν και αγνοούσε τον Χριστιανισμό) βάσει των ελλη­νικών λαϊκών παραδόσεων περί μεταθανάτιων τιμωριών: «Γιατί όμως μα­κρηγορούμε; Για όλους τους ανθρώπους ο θάνατος είναι το τέλος της ζωής"1 άλλα όχι και της δεισιδαιμονίας, αφού αυτή περνάει τα σύνορα της ζωής προς το επέκεινα, κάνοντας τον φόβο πιο μακροχρόνιο από τον βίο, συνδέο­ντας με τον θάνατο την αντίληψη περί κακών αθανάτων και θεωρώντας, τη στιγμή πού απαλλάσσεται από τα δεινά, ότι τότε μπαίνει σε βάσανα πού δεν έχουν τελειωμό. Ανοίγουν τότε κάποιες βαθειές πύλες του Άδη και πύρινοι ποταμοί ενώνονται με ρεύματα της Στυγός, και το σκοτάδι γεμίζει από τρο­μακτικές εικόνες φανταστικών μορφών, πού επιτίθενται βγάζοντας φοβερές φωνές, ενώ δικαστές και τιμωροί, χαράδρες και κόλποι βρίθουν μύριων κακών. Με τον τρόπο αυτό η κακοδαίμων δεισιδαιμονία, με την υπερβολική προσπάθεια της ν’ αποφύγη Οτιδήποτε φαίνεται φοβερό, χωρίς να το καταλαβαίνη υποβάλλεται από μόνη της σε κάθε είδους δεινά» (Πλούταρχος, Ηθι­κά, «Περί δεισιδαιμονίας», 166Ρ).

        Σύμφωνα με τον Πλούταρχο δεν υπάρχει «θεός τιμωρός» παρά μόνο μέσα στα μυαλά των δεισιδαιμόνων: «Για τον δεισιδαίμονα όμως κάθε σωματική ασθένεια καθώς και ή απώλεια χρημάτων και οι θάνατοι των παιδιών του και ή κακή του πορεία και αποτυχία στην πολιτική ζωή ονομάζονται πλήγματα από τον θεό, χτυπήματα από τη θεία τύχη. Έτσι δεν τολμάει να επιχείρηση να επανόρθωση το κακά ούτε να το εξάλειψη ή να το αντιμετώπιση, για να μη δώση την εντύπωση ότι αντιδικεί με τον θεό και αντιδρά στην τιμωρία που του επιβάλλεται, αλλά, όταν είναι άρρωστος, διώχνει τον γιατρό, όταν πέν­θη, δεν αφήνει να μπη ο φιλόσοφος πού θα τον συμβουλεύση και θα τον πα­ρηγόρηση. «Άσε με», του λέει, «άνθρωπέ μου, να τιμωρηθώ ο ασεβής, ο κα­ταραμένος, ο μισητός από θεούς και δαίμονες»2 (Πλούταρχος, Ηθικά, «Περί δεισιδαιμονίας», 168C).

Ενάντια στην λαϊκή πίστη, πού θέλει τον θεό τιμωρό, είχε καταφερθή πριν από τον Πλούταρχο ο Πλάτων: «Τα αίτια των συμφορών κάπου αλλού πρέ­πει να αναζητάμε και όχι στο θεό» (Πλάτων, Πολιτεία. 379ο)· «Μάταια οι άνθρωποι κατηγορούν τους θεούς, υποστηρίζοντας ότι από εκείνους προέρ­χονται οι συμφορές τους» (Πλάτων, Αλκιβιάδης Α΄, 142d).

        Κατά της δεισιδαιμονίας έχει γράψει και ο Πρόκλος: «...μήτε να με απο­πλάνηση το γένος δεισιδαιμόνων ανθρώπων από την ιεράν οδόν την φεγγοβόλον, με τους λαμπρούς καρπούς» (Πρόκλος, Ύμνος εις τάς Μούσας).
        Ο Ευριπίδης επίσης έχει δριμύτατα καταφερθή εναντίον της βασκανίας, μιας μορφής δεισιδαιμονίας πού σχετίζεται με την μαγεία: «Είναι καθήκον σου να θεωρής εχθρό τον βάσκανο άνθρωπο /και να ακόλουθης τους σοφούς και όσους έχουν καλή ανατροφή» (Ευριπίδης, Αποσπάσματα).


        Ο Ελληνισμός ενάντιος στην αιγυπτιακή δεισιδαιμονία

        Ο Ελληνισμός ως ζωντανή ιδεολογία ανθρωποκεντρικοί περιεχομένου είδε τους θεούς ανθρωπόμορφους. Γι' αυτό μέσα από τα αλληγορικά μηνύ­ματα των ελληνικών μύθων δόθηκαν στους θεούς ανθρώπινες αδυναμίες με σκοπό την ηθική διδασκαλία των ανθρώπων και την κωδικοποίηση της γνώ­σης καί όχι για την διαπόμπευση των εκφράσεων του θείου. Αυτό επιβεβαι­ώνει ό Πλούταρχος: «Αλλά είναι ανόσιο να αποδίδουμε στους θεούς τα δι­κά μας ανθρώπινα πάθη η να θεωρούμε ότι τα δικά μας πάθη είναι θεϊκά» (Πλούταρχος, Ερωτικός).

Στην αιγυπτιακή θρησκεία ίσχυαν εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες. Σ' αυτήν το επίκεντρο δεν ήταν ο άνθρωπος αλλά ο μονάρχης, ο Φαραώ, που θεωρούνταν γιος του θεού και θεός ο ίδιος. Σ' αυτήν την «ελέω θεού» μο­ναρχία ο Φαραώ ήταν και αρχιερέας, συγκεντρώνοντας κατά αυτόν τον τρό­πο όλες τις εξουσίες στο πρόσωπο του.

        Κατά την προκατακλυσμιαία εποχή ή Αίγυπτος αποτελούσε τμήμα της με­γάλης ελληνικής επικράτειας3. Μετά την καταβύθιση της Αιγηίδας ή χώρα τράβηξε τον δικό της δρόμο στην εξέλιξη της ιστορίας. Από τα «Αργοναυ­τικά» του Ορφέα γνωρίζουμε, ότι την βασική γνώση για τα θεία πράγματα την δίδαξε στην Αίγυπτο ο Ορφεύς. Ό ίδιος το Ομολογεί στους παρακάτω στίχους του: «Επίσης (σου είπα) και όσα ιερά λόγια εξεγένησα (διεκήρυξα) εις την Αίγυπτον, όταν προσήγγισα εις την ιεράν Μέμφιν και τάς ιεράς πό­λεις του "Απιδος, τάς οποίας στεφανώνει (περιβάλλει) ο Νείλος, πού χύνει πολλά νερά» (Ορφεύς, Αργοναυτικά, στ. 42-44)· «αποκαλύπτων εις τους ανθρώπους τα θέσφατα (τους χρησμούς) εις την Αίγυπτον και εις την Λιβύην» (Ορφεύς, Αργοναυτικά, στ. 102-104).

        Η θρησκευτική αντίληψη των Ελλήνων όμως ήταν προϊόν ελεύθερης σκέ­ψης, προσαρμοσμένης φυσικά στις ανάγκες ελεύθερων ανθρώπων. Οι ελεύ­θεροι άνθρωποι, όπως είναι γνωστό, δεν ανέχονται τυράννους. Ή Αίγυπτος όμως δεν αποτελούνταν από ελεύθερους ανθρώπους, άρα έπρεπε να βρεθή) μία λύση στο θρησκευτικό ζήτημα. Η λύση τελικά βρέθηκε. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί σχετικά: «Άλλοι τέλος διηγούνται, ότι κάποιος από τους φοβερούς και πανούργους εκείνους βασιλείς, καταλαβαίνοντας πώς οι Αιγύπτι­οι έχουν χαλαρό φρόνημα και είναι επιρρεπείς στις μεταβολές και τις επα­ναστάσεις κι ότι, πολυπληθείς καθώς είναι, είναι δύσκολο ν’ αντιμετωπιστούν και να κατασταλούν όταν ομογνωμούν και βρούν από κοινού, εγκατέσπειρε με τις διδαχές τον δεισιδαιμονία, αιώνια αφορμή για ακατάπαυστη διχό­νοια» (Πλούταρχος, Ηθικά, «Περί Ίσιδος καί Οσίριδος», 380Α). Ή αιγυ­πτιακή θρησκεία ήταν δηλαδή μία δεισιδαιμονική αντίληψη για τους θεούς, γεμάτη φόβους και ανασφάλειες. Καταλυτικό ρόλο στην ψυχοσύνθεση των πιστών έπαιζαν και οι κτηνόμορφες εικόνες των θεών. Βεβαίως το ιερατείο και οι μυημένοι γνώριζαν, ότι τα ζώα δεν είναι θεοί, αλλά σύμβολα. Αυτό όμως δεν το αποκάλυπταν στον λαό, πού τον ήθελαν ευκολόπιστο και φοβι­σμένο: «Στην Αίγυπτο, όταν κάποιος πλησιάζη] ένα τέμενος, εντυπωσιάζεται από τη λαμπρότητα του, από τους ιερούς του κήπους, την μεγάλη είσοδο και την ομορφιά του, περιτριγυρισμένο καθώς είναι με επιβλητικές σκηνές, κι επίσης από τις γεμάτες δεισιδαιμονία Ιεροτελεστίες, που έχουν χαρακτήρα μυ­στηρίων σαν μπη όμως παραμέσα, στα ενδότερα, βλέπει να προσκυνούν μια γάτα ή ένα πίθηκο ή ένα κροκόδειλο ή σκύλο ή τράγο. Η σκοπιμότητα είναι να νομίση ο μυούμενος, ότι πίσω απ’ αυτά κρύβεται κάποιο σπουδαίο νόη­μα. Και μπορεί μεν οι χριστιανοί να κοροϊδεύουν τους Αιγυπτίους (που στο κάτω κάτω μας εξηγούν, ότι τα ζώα τα λατρεύουν ως σύμβολα αοράτων, αιω­νίων ιδεών και όχι, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος, ως ζώα καθαυτά)...». (Κέλσος, Αληθής Λόγος Γ).

        Οι Έλληνες διαφωνούσαν με την τακτική υπόθαλψης της δεισιδαιμονίας των Αιγυπτίων. Ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, όπως και ο Ορφεύς, είχε δι­δάξει στους Αιγυπτίους τα ιερά μυστήρια. Προσπαθώντας να τους συνεφέρη από την δεισιδαιμονία τους δίδασκε την ορθή φύση των θεών: «Ο Ξενοφά­νης λοιπόν ό Κολοφώνιος έθεσε ως αρχή στους Αιγυπτίους, αν τους θεω­ρούσαν θεούς, να μην τους θρηνούν και, αν πάλι τους θρηνούν, να μην τους πιστεύουν για θεούς...» (Πλούταρχος, Ηθικά, «Περί Ίσιδος και Οσίριδος», 379Β).

        Όταν ο Ηρόδοτος4 «μπέρδεψε» τα πράγματα ανάμεσα στην ελληνική αντί­ληψη περί θείου και στο αιγυπτιακό πάνθεο, ισχυριζόμενος αστήρικτα ότι οι Αιγύπτιοι δίδαξαν τα μυστήρια και την λατρεία των θεών στους Έλληνες, πήρε την παρακάτω ώργισμένη απάντηση από τον αρχιερέα των Δελφών και φιλόσοφο Πλούταρχο: «Λέει, πώς οι Έλληνες έμαθαν από τους Αιγυπτίους τις πομπές και τις πανηγύρεις και τη λατρεία των δώδεκα θεών το όνομα μάλιστα τον Διονύσου, λέει, έμαθε από του Αιγυπτίους ο Μελάμπους, ο όποιος δίδαξε και τους άλλους Έλληνες. Τα μυστήρια επίσης και τις τελετές της Δήμητρας, λέει, μετέφεραν από την Αίγυπτο οι θυγατέρες του Δαναού. Υποστηρίζει, πώς οι Αιγύπτιοι στηθοκοπιούνται και πενθούν, άλλα δεν θέ­λει να αναφέρη προς τιμήν τίνος θεόν, διότι προσέχει τα λόγια του στα Ιερά ζητήματα. Για τον Ηρακλή όμως και για τον Διόνυσο, τους οποίους τιμούν οι Αιγύπτιοι, λέει ότι τους τιμούν ως ανθρώπους πού γέρασαν, χωρίς να δείχνη πουθενά την ίδια ευσέβεια. Υποστηρίζει παρά ταύτα, ότι ο Αιγύπτιος Ηρακλής ανήκει στους δεύτερους θεούς και ο Διόνυσος στους τρίτους, υπό την έννοια ότι κάποτε άρχισαν να υπάρχουν και ότι δεν είναι αιώνιοι. Λέει όμως, πώς εκείνοι είναι θεοί, ενώ σε τούτους πρέπει να προσφέρουμε κα­θαρμούς, θεωρώντας τους θνητούς ήρωες, και όχι να τους προσφέρουμε θυ­σίες θεωρώντας τους θεούς. Τα ίδια λέει και για τον Πάνα, ανατρέποντας με τις αλαζονικές μυθολογίες των Αίγυπτίων τα πιο σεβαστά και αγνά στοιχεία των Ελληνικών ιερών» (Πλούταρχος, Περί της Ηροδότου κακοηθείας, 857C).

        Ο Πλούταρχος υποστήριζε, όπως και ο Ορφεύς, ότι οι Έλληνες ήταν εκείνοι που δίδαξαν την λατρεία των θεών στους Αιγυπτίους: «...χρησιμοποιούν το όνομα Ίσις από το ίεσθαι (προχωρώ ορμητικά με γνώση και κινούμαι), διότι είναι κίνηση που διαθέτει ψυχή και φρόνηση. Στην πραγμα­τικότητα το όνομα τούτο δεν είναι βαρβαρικό, αλλά, όπως για όλους τους θεούς, υπάρχει όνομα κοινό, που προέρχεται από το θεατός και το θέων (αυτός πού τρέχει), έτσι και τη θεά τούτη από την ακριβή γνώση και συνάμα την κί­νηση Ίσιδα εμείς, Ίσιδα και οι Αιγύπτιοι αποκαλούν. (...) Ο Όσιρις πάλι έχει όνομα σύνθετο από τα όσιος και ιερός, διότι είναι κοινός λόγος ανάμε­σα στα πράγματα τον ουρανού και τον Άδη... (...) Δεν πρέπει όμως να άπορη κανείς με τον εξελληνισμό των ονομάτων, διότι βέβαια και πολλά αλλά, που έφυγαν μαζί με τους ξενιτεμένους Έλληνες, συνεχίζουν και υπάρχουν μέχρι και σήμερα απόδημα σε άλλους λαούς... (...) ...διότι θεωρώ, πώς το πρώτο (Σάραπις) είναι ξενικό, ενώ το δεύτερο (Όσιρις) ελληνικό...» (Πλούταρχος, Ηθικά, «Περί Ίσιδος και Όσίριδος», 375C και D).

        Είναι ξεκάθαρο, ότι Ο Ελληνισμός δεν αποδέχεται την ειδωλολατρία, την φυσεοφοβία (παγανισμό) και την θεοποίηση των ζώων. Όλα αυτά θεω­ρούνταν στοιχεία δεισιδαιμονίας και αποτελούσαν ξένο σώμα στην Ελλη­νική Κοσμοθεωρία.


        Η «Ελληνική Νομαρχία» για τη ρωμαίικη δεισιδαιμονία

        Πολλοί υποστηρίζουν, ότι ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 έγινε «για της πατρίδος την ελευθερία και του Χριστού την πίστη την αγία». Αυτό δεν είναι σωστό. Διότι την ελευθερία της Ελλάδας δεν την ήθελε το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως5. Άλλα οι κύκλοι μορφωμένων Ελλήνων του εξωτε­ρικού, αφού έμαθαν τους αρχαίους συγγραφείς και αφού ένιωσαν Έλληνες (και όχι Ρωμιοί), στη συνέχεια ξεκίνησαν την ιδεολογική προετοιμασία ενός τέτοιου εγχειρήματος. Έτσι και μετά από πολλές περιπέτειες το έτος 1806 στην Ιταλία κυκλοφόρησε ένα επαναστατικό κείμενο, που έμελλε να γίνη ή ιδεολογική διακήρυξη της ελληνικής εξέγερσης. Το έργο αυτό τιτλοφορήθηκε «Ελληνική Νομαρχία», και ο συγγραφέας του παραμένει άγνωστος μέχρι και σήμερα, εφ’ όσον επέλεξε την οδό της ανωνυμίας. Είναι ο διάσημος - άση­μος «Ανώνυμος ο Έλλην». Η «Ελληνική Νομαρχία» θεωρείται ως η μόνη πρωτότυπη πραγματεία ελληνικής πολιτικής αγωγής πού συντάχτηκε τα νε­ώτερα χρόνια. Ουσιαστικά όμως είναι ή ιδεολογία του Ελληνισμού προ­σαρμοσμένη στις επικρατούσες συνθήκες των άρχων του 19ου αιώνα.

        Ο Ανώνυμος ήταν άνθρωπος πού είχε μελετήσει Ηρόδοτο, Πλάτωνα, Θου­κυδίδη, Ξενοφώντα και Πλούταρχο, όπως προκύπτει από την ανάγνωση της «Νομαρχίας». Ό ίδιος όμως επιλέγει να δώση το βαθύτερο ιδεολογικό του στίγμα μνημονεύοντας ιδιαίτερα τον Πλούταρχος στο κείμενο του. Οραματιζόμενος λοιπόν τη νέα Ελλάδα την αισθάνθηκε απαλλαγμένη από τα δε­σμά της δεισιδαιμονίας. Ό καυστικός του λόγος παρατίθεται δίχως σχόλια διότι περιττεύουν. Αρκεί να καταλάβη o αναγνώστης την διαχρονική διά­σταση της αναγκαιότητας του μηνύματος του Ελληνισμού, αλλά και τα δεινά πού προξενεί ή δεισιδαιμονία στους ανθρώπους.

            «Ἐσεῖς, ὦ ἀθάνατοι ψυχαί τῶν ἐλευθέρων προγόνων μου, ἐνδυναμώσατε τώρα τόν ζῆλόν μου μέ τά ἡρωικά σας ἐντάλματα, διά νά ἐκφράσω καθώς πρέπει τά τῆς Ἐλευθερίας κάλλη εἰς τούς ἀπογόνους σας. Καί σύ, ἱερά Πατρίς, ἐγκαρδίωσον καί στερέωσον τήν πρός σέ ἀγάπην μου μέ τήν ἐνθύμησιν τῶν παλαιῶν μεγαλουργη­μάτων σου, διά νά παραστήσω μέ σαφήνειαν εἰς τά τέκνα σου τάς φοβεράς χρείας σου καί νά ἐνθουσιάσω τάς ἑλληνικάς των καρδίας μέ τόν θεῖον σου ἔρωτα(7).» Αὗται αἱ τυραννίαι, ὦ Ἕλληνες, εἶναι συνθεμέναι ἀπό θεοκρατίαν καί ὀλιγαρχίαν»(94). «Ἡ δέ θεοκρατία εἶναι ὁ κλῆρος: (α) Οἱ ἱερεῖς, ἀγαπητοί μου, φυλάτ-τοντες ἕνα σκοπόν, καθόλου διάφορον ἀπό τούς λοιπούς συμπολίτας, πάντοτε ἐπροσπάθησαν μέ τό μέσον τῆς θεότητας νά καταδυναστεύσουν τούς συμπολίτας των, καθώς μέχρι τῆς σήμερον μέ τήν ἀμάθειαν καί κακομάθησιν ἐπέτυχαν τοῦ σκοποῦ των. Αὐτοί, καλύπτοντες μέ τίτλον ἁγιότητας τά πλέον φανερά ψεύματα, ἐγέμισαν τούς ἀδυνάτους νόας τοῦ λαοῦ ἀπό μίαν τοσαύτην δεισιδαιμονίαν, ὥστε, ἀντί νά ὀνομάσουν ψεῦμα τό ἀδύνατον, τό ὀνομάζουν ἅγιον...»(95). «Ἀπό τότε λοιπόν ἕως εἰς τούς 364 χρόνους μετά Χριστόν, ὅπου διεμοιράσθη τό Ρωμαϊκόν βασίλειον εἰς Ἀνατολικόν καί Δυτικόν, οἵ Ἕλληνες ὑπέκειντο εἰς φοβεράν τυραννίαν καί ἐπαθαν ἀνήκουστα βάσανα καί ταλαιπωρίας ἀπό τούς δια­φόρους σκληρότατους ἰμπεράτωρας, ὅπου ἡ Ρώμη τούς ἔπεμπεν. Δέν ἐδύναντο νά ἐλευθερωθῶσι ἀπό τοιοῦτον ζυγόν (ἀγκαλά καί τά ἤθη των νά μήν ἦσαν παντάπασιν διεφθαρμένα καί νά ὑπέκειντο εἰς ξένην ἀρχήν), ἐπειδή ἡ ἐπικράτεια ἦτον μεγαλωτάτη καί δέν ὑπέφερον ὅλοι ἐξ ἴσου τάς δυστυχίας καί ἐξακολούθως δέν ἠμπορούσαν νά ἑνωθοῦν ὅλοι μαζί, διά νά ἐξολοθρεύσουν τούς τυράννους των (α). Ἀπό τότε λοιπόν ὁπού ἐστερεώθη ὁ χριστιανισμός ἕως εἰς τούς 1453, ἀντί νά αὐξήσουν τά μέσα τῆς ἐλευθερώσεως των, φεῦ! ἐσμικρύνοντο. Ἡ δεισιδαιμονία και ο ψευδής τε καί μάταιος ζῆλος τῶν ἱερέων καί πατριαρχῶν κατεκυρίευσε τάς ψυχάς τῶν βασιλέων, οἱ ὁποῖοι, ἀντί νά ἐπεμελοῦντο εἰς τό νά διοικῶσι τόν λαόν καθώς ἔπρεπε, ἄλλο δέν ἐστοχάζοντο παρά νά φιλονικῶσι καί νά κτίζωσιν ἐκκλη­σίας. Τότε εἰς τήν Ἑλλάδα ἐφάνησαν τρεῖς κυριότητες: ἡ Τυραννία, τό Ἱερατεῖον καί ἡ Εὐγένεια, αἱ ὁποῖαι διά ἕνδεκα αἰῶνας σχεδόν κατέφθειραν τούς Ἕλληνας καί κατερήμωσαν τήν Ἑλλάδα. Ἡ ματαιότης τῶν πατριαρχῶν καί παπῶν ἐπροξένησε τό σχῖσμα ἀναμέσον ἡμῶν καί τῶν λατίνων. Καί ἡ δεισιδαιμονία ἥνωσεν εἰς αὐτό ἕν μῖσος φοβερόν μέχρι τῆς σήμερον.

»Ἀφοῦ, λέγω, τό Ἱερατεῖον ἠθέλησε νά ἑνωση τά ἐκκλησιαστικά ἐντάλματα μέ τούς πολιτικούς νόμους, διά νά τιμᾶται ἐν ταυτῷ καί νά ὁρίζῃ χωρίς δυσκολίαν, ἐκατάλαβεν ὅτι ἀναγκαῖον ἦτον πρότερον νά τυφλώσῃ τόν λαόν μέ τήν ἀμάθειαν, διά νά στερέωσῃ καλλιότερα τόν σκοπόν του. Καί ὄντως ἐπροσπάθησε νά ἐσβήσῃ κάθε σπουδήν εἰς τήν Ἑλλάδα καί ὑπερασπίσθη τήν ἀμάθειαν. Αἱ ἐπιστῆμαι, ὁπού πρότερον ἤνθιζον, ἄρχισαν νά μαρανθῶσι, τά σχολεῖα ἐσφαλίσθησαν, οἱ διδάσκαλοι ἐμωράνθησαν καί ἡ ἀλήθεια μέ τήν φιλοσοφίαν ἐξωρίσθησαν. Ἄλλο βιβλίον δέν εὑρίσκετο εἰμή τά πονήματα τῶν ἱερέων. Κάθε φιλόλογος ἄλλο δέν ἡμπο­ροῦσε νά ἀναγνώσῃ εἰμή τά θαύματα καί τούς βίους τῶν ἁγίων. Καί οἱ ταλαίπω­ροι Ἕλληνες, ἀγκαλά καί φιλελεύθεροι, ὑστερημένοι ὅμως ἀπό τό φῶς τῆς φιλο­σοφίας, ἔγιναν σχεδόν δοῦλοι κατά συνήθειαν, μεμεθυσμένοι δέ ἀπό τήν ἀμάθειαν καί δεισιδαιμονίαν ὑπήκουον καί ἐφοβοῦντο τούς τυράννους των, χωρίς νά ἠξεύρουν τό διατί. Ἕνας ἀφορισμός τοῦ ἀρχιερέως ἐτρόμαζεν τόσα μιλλιούνια ἀνθρώπων. Ὦ δεισιδαιμονία, πόσον φοβερά εἶσαι ἀνάμεσα εἰς τά ἀνθρώπινα πά­θη καί πόσον οὐτιδανώνεις τήν ἀνθρωπότητα, ὅταν κυριεύσῃς τάς ψυχάς τῶν ἁπλῶν καί ἀμαθῶν λαῶν, οἱ ὁποῖοι τόσον ἀπομωρώνονται, ὅπου τρέμουσιν εἰς τήν ψευδή λαλιάν σου, καθώς τά βρέφη φοβοῦνται ἕνα ὄφιν ξύλινον ἤ ἕνα χαλκοῦν λέ­οντα. Εἰς τοιαύτην κατάστασιν, ἀδελφοί μου, εὑρίσκετο ἡ Ἑλλάς, ὅταν προ 453 χρό­νων ἀπό τήν σήμερον ἡ αὐτή δεισιδαιμονία καί ἡ ἀμάθεια εἶχεν ἀναβιβάσει εἰς ὑψηλόν θρόνον ἕνα ἀχρεῖον αἰθίοπα, ὁ ὁποῖος ὥρμησε μέ τά ἅρματα του ψεύδους καί τῆς πλάνης καί ἐκυρίευσε σχεδόν τό τέταρτον τῆς γῆς» (105 έως 108).

        Ο Ανώνυμος επίσης καταγγέλλει ως ανθελληνική και εναντίον των συμφερόντων του Γένους την ταύτιση Εκκλησίας και Κράτους. "Ο ίδιος υπο­στηρίζει, ότι εξαιτίας αυτής της σχέσης έχουν προκληθή στους Έλληνες με­γάλα δεινά. Και το κείμενο αυτό γράφτηκε 194 έτη πριν από τις ημέρες μας, πού ή ανάμιξη της Εκκλησίας στην πολιτική εξουσία και διοίκηση διεκδι­κείται χωρίς δισταγμό αλλά και τα φαινόμενα της δεισιδαιμονίας συντη­ρούνται «καλύπτοντας με τίτλον αγιότητας τα πλέον φανερά -ψεύματα», όπως γράφει, και εν ονόματι του θεού. Γράφτηκε από έναν Έλληνα πατριώτη και επαναστάτη, πού έβλεπε την πατρίδα του υπόδουλη και τον Κλήρο στην πλει­οψηφία του να συνεργάζεται και να εύλογη τον κατακτητή. Όπως και να το κάνουμε, η «Ελληνική Νομαρχία» είναι άδιαμφισβήτητο ντοκουμέντο, αν και λίαν ενοχλητικό για κάποιους. Πάντως με αυτά τα ιδεώδη του Ελληνι­σμού ζυμώθηκε ιδεολογικά και προετοιμάστηκε ή εξέγερση εναντίον των Τούρκων.

Το κεντρικό συμπέρασμα πάντως είναι, ότι ο Ελληνισμός είναι ασυμβίβα­στος με τη δεισιδαιμονία. Και τότε αλλά και τώρα! Και όσοι επιμένουν στην αναβίωση της δεισιδαιμονίας, δεν μετέχουν στην Ελληνική Παιδεία.

Στέφανος Μυτιληναίος
  
Υποσημειώσεις

1.  Δημοσθένη ς, «Περί στεφάνου » 97.
2. Το λεκτικό παραπέμπει στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή (στ. 1340).
3. Βλ. Ν.Σ. Ασπιώτη, «Οι Έλληνες θεοί της προκατακλυσμιαίας Αιγύπτου», στον «Δ», τεύχη 214 και 224-225.
4. Βλ. «Η αναξιοπιστία του Ηροδότου», «Δ», τ. 224-225.
5. Βλ. τα κείμενα των αφορισμών της Επαναστάσεως τον 1821 από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ στον «Δαυλό», τ. 207 (Μάρτιος 1999) και 219 (Μάρτιος 2000).

Το είδαμε εδώ