BREAKING NEWS
latest

ΕΠΙΒΙΩΣΗ

ΕΠΙΒΙΩΣΗ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Bertrand Arthur William Russell: Η φιλοσοφική ανάλυση της ευτυχίας


Ο Μπέρτραντ Ράσσελ μάς έχει προσφέρει την πιο εμπεριστατωμένη πιθανότατα φιλοσοφική ανάλυση της έννοιας της ευτυχίας στο έργο του Η Κατάκτηση της Ευτυχίας. Μελετά την έννοια όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο ορισμών και περιεχομένου αλλά και σε επίπεδο καθημερινής πρακτικής, διεισδύοντας στην ανθρώπινη κατάσταση σε εξαιρετική λεπτομέρεια και με θαυμαστή οξυδέρκεια. 

Κατ’ αρχάς δηλώνει πως, σε αντίθεση με όσα μπορεί να πιστεύουν οι απαισιόδοξοι αυτού του κόσμου, η λογική δεν αποκλείει την ευτυχία, άρα πρόκειται για κατάσταση άξια να την επιδιώξει κανείς με πάθος και χωρίς τον φόβο της ματαιότητας των προσπαθειών του.

Ο Ράσσελ τονίζει ότι υπάρχουν κάποιες βασικές προϋποθέσεις της ευτυχίας που εάν λείψουν μόνο ο εξαιρετικός άνθρωπος μπορεί να εξακολουθήσει να επιδιώκει την ευτυχία του. Τροφή και στέγη, υγεία, έρωτας, εργασία που αποδίδει και η εκτίμηση των σημαντικών άλλων, για κάποιους και η απόκτηση παιδιών, είναι τα θεμέλια μιας ευτυχισμένης ζωής και φυσιολογικά αρκούν για την εκτίμησή της ως τέτοιας.

Ως βάση του οικοδομήματος της ευτυχίας ορίζει την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, την καλλιέργεια και την ολοκληρωμένη ικανοποίηση των κλίσεων του. Αυτή επιτυγχάνεται μέσα από την άσκηση των ικανοτήτων του ατόμου και την επιλογή των κατάλληλων δραστηριοτήτων που θα απομακρύνουν και θα καταπολεμήσουν την πλήξη και την ανία. Η εργασία αποτελεί τον κατεξοχήν τομέα της οροθέτησης και επίτευξης στόχων για τον άνθρωπο, το πεδίο όπου μπορεί κανείς να αποδείξει τη συνέπεια που τον διακρίνει στις επιδιώξεις του.

Παράλληλα, η εργασία καθιστά την ανάπαυλα, τον ελεύθερο χρόνο, αξία που εκτιμάται περισσότερο και την απολαμβάνει κανείς με περισσότερη όρεξη και κέφι. Κοινό στοιχείο και στις δύο δραστηριότητες, απαραίτητο για την ικανοποίηση των βαθύτερων αναγκών του ανθρώπου, αποτελεί η δημιουργικότητα, αφού χωρίς αυτήν χάνεται το νόημα της καταβολής κόπου και χρόνου από το άτομο.

Ο έρωτας είναι, κατά τον Ράσσελ, πηγή χαράς και η απουσία του πηγή οδύνης. Κάνει πιο έντονες τις λεπτές απολαύσεις της ζωής και «σπάει το σκληρό κέλυφος του εγώ», με αποτέλεσμα τη συνεργασία και το μοίρασμα, κυρίαρχο στοιχείο ‘επιτυχημένων’ ανθρώπινων σχέσεων. Προϋπόθεση των τελευταίων είναι πάντα η γνησιότητα, η αυθεντικότητα, καθώς και η αυτοεκτίμηση που αντανακλάται στη σχέση. Για να εξασφαλίσει κανείς την ευτυχία των άλλων αλλά και του εαυτού του μέσα σε μια σχέση θα πρέπει να τους αντιμετωπίζει με γενναιοφροσύνη και εγκαρδιότητα και να φροντίζει για τις κοινωνικές του συναναστροφές να επιλέγει άτομα με τα οποία τον συνδέουν κοινά ενδιαφέροντα και συναντά από την πλευρά τους μια έστω ελάχιστη συμφωνία και αποδοχή των απόψεών του.

Τα ενδιαφέροντα αυτά, που αποτελούν εκδήλωση της ανάγκης του ανθρώπου για δημιουργία, απαιτούν το ενδιαφέρον και την προσήλωσή μας, αφού μόνο 
έτσι θα μετατραπούν σε πραγματικές εμπειρίες, διαφορετικά μας είναι περιττά. 
«Όσο περισσότερα είναι τα ενδιαφέροντα ενός ανθρώπου, τόσο περισσότερες δυνατότητες ευτυχίας έχει», πιστεύει ο Ράσσελ «και τόσο λιγότερο βρίσκεται στο έλεος της μοίρας» αφού μπροστά του ανοίγεται πλήθος επιλογών (Ράσσελ, ό.π., σελ. 120).

Καμία δραστηριότητα, όμως, δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ευτυχία εάν ο άνθρωπος δεν διαβιεί σε κατάσταση ηρεμίας και δεν είναι σε θέση να ελέγχει τις αρνητικές του σκέψεις. Ούτως ή άλλως, το πέρασμα του χρόνου απαλύνει τις στεναχώριες και από ένα σημείο και ύστερα δεν βασανίζουν πια τον άνθρωπο. Επιπλέον, η συνειδητοποίηση της θέσης του εγώ στο ευρύτερο συμπαντικό πλαίσιο και η συγκέντρωση των σκέψεων σε κάτι υπερβατό μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην ανακάλυψη των πραγματικών διαστάσεων των καθημερινών δυσκολιών του, αρκεί να υπερπηδήσει εμπόδια που ο ίδιος θέτει στην ευτυχία του, όπως είναι ο φθόνος για τις επιτυχίες και τις καλοτυχίες των συνανθρώπων του.

Η ευτυχία μοιάζει να λαμβάνει δύο μορφές σε όποιο πλαίσιο και αν τη μελετάμε. Και οι δυο μορφές της συντηρούν ένα δίπολο αντιθετικό. Υπάρχει, εν προκειμένω, η πραγματική και η φανταστική ευτυχία, όπως υπάρχει η ζωώδης και η πνευματική. Η πνευματικότητα που πηγάζει από τη μόρφωση δεν αποτελεί προϋπόθεση της ευτυχίας ούτε επηρεάζει την ένταση ή τη διάρκειά της. Απλώς καθορίζει τις δραστηριότητες μέσω των οποίων οδηγείται κανείς στην απόλαυση και τις διαφοροποιεί από τις μη πνευματικές δραστηριότητες.

Ο άνθρωπος, βέβαια, όπως πιστεύει ο Ράσσελ, δεν θα μπορέσει να βιώσει την ευτυχία αν δεν διακατέχεται από το αίσθημα του μέτρου σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του. Θα πρέπει να μην υπερτιμά τις δυνάμεις του και να είναι πρόθυμος να στερηθεί κάποια από τα πράγματα που επιθυμεί. Και όχι μόνο αυτό, αλλά θα πρέπει να εκπαιδευτεί στο να υπομένει την πλήξη που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει να μάθει να εκτιμά την ευτυχία του.

Η ουσία της ανθρώπινης ευτυχίας είναι κατά βάση απλή, όμως οι κοινωνικές επιταγές διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο που εμποδίζει την κατάκτησή της.

«Ο πολιτισμός έχει ξεστρατίσει», πιστεύει ο Ράσσελ, και ασπάζεται τη φροϋδική θεώρηση του πολιτισμού ως ‘πηγής δυστυχίας’. Η ‘πολιτισμένη’ κοινωνία επιβάλλει περιορισμούς στην ανθρώπινη ελευθερία και τις παρορμήσεις, με αποτέλεσμα να οδηγείται το άτομο στην κόπωση και την πλήξη, από την υποταγή στον καταναγκασμό της εργασίας και τη δυσκολία αυθόρμητης εκδήλωσης των συναισθημάτων του. Ο κοινωνικός περίγυρος αποτελεί έναν αυστηρό κριτή των πράξεων ή των παραλείψεων μας, οι οποίες, αν δεν εμπίπτουν στον επικρατούντα κώδικα συμπεριφοράς, οδηγούν το άτομο στην απομόνωση και του στερούν την κοινωνική αποδοχή και καταξίωση την οποία επιδιώκει.

Η ευτυχία, επομένως, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, σπάνια την απολαμβάνει κανείς χωρίς κόπο και προσπάθεια. Ο Ράσσελ χρησιμοποιεί τον όρο ‘κατάκτηση’, καθώς χρειάζεται να συντονίσει κανείς τις προσπάθειές του προς την κατεύθυνση της αποφυγής της δυστυχίας που πιθανότατα θα συναντήσει στην πορεία του. Αρκεί να είναι υγιής, να έχει εξασφαλίσει την επιβίωσή του και να έχει απλά γούστα, να μην έχει δηλαδή παράλογες απαιτήσεις από τη ζωή. Αποκαλύπτοντας στον αναγνώστη του το μυστικό της ευτυχίας, ο Ράσσελ υπογραμμίζει δύο παραμέτρους: το εύρος των ενδιαφερόντων και την όσο το δυνατόν θετικότερη και φιλικότερη αντιμετώπιση πραγμάτων και προσώπων, για να καταλήξει:

Ευτυχισμένος είναι εκείνος που δεν υποφέρει από καμιά από τις ελλείψεις ενότητας, που η προσωπικότητά του δεν είναι διχασμένη ούτε βρίσκεται σε σύγκρουση με τον κόσμο. Ένας τέτοιος άνθρωπος νιώθει πως είναι πολίτης του κόσμου και απολαμβάνει ελεύθερα το θέαμα που του προσφέρει και τις χαρές που του παρέχει, χωρίς να τον ταράζει η σκέψη του θανάτου, γιατί νιώθει πως πραγματικά δεν είναι κάτι το χωριστό από αυτούς που θα ‘ρθουν ύστερα από αυτόν. Και ακριβώς μέσα σ’ αυτή τη βαθιά και ενστικτώδη ένωση με το ρεύμα της ζωής θα βρούμε τις πιο μεγάλες χαρές.

Το είδαμε εδώ

Θεωρίες και φιλοσοφικά ερωτήματα γύρω από την ύπαρξη του Θεού


Υπάρχει Θεός; Ένα ερώτημα, που αργά ή γρήγορα απασχολεί κάθε άνθρωπο. Πολιτισμένο, απολίτιστο, πρωτόγονο, μορφωμένο ή αμόρφωτο. Ένα ερώτημα, που σίγουρα έχει μία μόνο σωστή απάντηση.

Ενδιαφέρουσες θεωρίες που προκάλεσαν αντιδράσεις και προβληματισμό

Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε ήταν σημαντικός γερμανός φιλόσοφος, ποιητής, συνθέτης και φιλόλογος.

Έγραψε κριτικά δοκίμια πάνω στην θρησκεία, την ηθική, τον πολιτισμό, την φιλοσοφία και τις επιστήμες, δείχνοντας ιδιαίτερη κλίση προς την χρήση μεταφορών, ειρωνείας και αφορισμών.

Οι κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του Νίτσε περιλαμβάνουν το «θάνατο του Θεού» (με τη φράση που του αποδίδεται «Ο Θεός είναι νεκρός), την ύπαρξη του υπερανθρώπου, την ατέρμονη επιστροφή, τον προοπτικισμό καθώς και την θεωρία της ηθικής κυρίων-δούλων.

Αναφέρεται συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους, ενώ η ριζική αμφισβήτηση από μέρους του της αξίας και της αντικειμενικότητας της αλήθειας έχει οδηγήσει σε αμέτρητες διαμάχες και η επίδρασή του παραμένει ουσιαστική, κυρίως στους κλάδους του υπαρξισμού, του μεταμοντερνισμού και του μεταστρουκτουραλισμού.

Στη διάρκεια των χρόνων πολλοί εξέφρασαν φιλοσοφικά ερωτήματα και επιχειρήματα γύρω από την ύπαρξη ή μη του Θεού.

Για να είμαστε ακριβείς, όπως σημειώνει ο George Dvorsky στο io9.com πρόκειται για «φιλοσοφικά επιχειρήματα, που δε βασίζονται ούτε σε θρησκευτικά κείμενα, ούτε σε κάποια επιστημονική παρατήρηση ή γεγονός».

Πολλά από αυτά χρονολογούνται πολλές χιλιάδες χρόνια πριν και για ορισμένους αποτελούν πολύ ενδιαφέρουσες διανοητικές ασκήσεις, αποδομώντας όσα ξέρουμε για το Σύμπαν και τη θέση μας μέσα σε αυτό και όσα νομίζουμε ότι είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε.

Άλλα αποτελούν απλά προσπάθειες να συμβιβαστούν τα ερωτήματα που μαστίζουν πολλούς επιστήμονες και φιλοσόφους.

Όπως και να ’χει, είτε τα αποδέχεται κανείς ή όχι, το μόνο σίγουρο είναι ότι προσφέρουν… τροφή για σκέψη!

1. Η ίδια η έννοια του τέλειου «όντος» σημαίνει ότι ο Θεός θα πρέπει να υπάρχει

Πρόκειται για το κλασικό, οντολογικό a priori επιχείρημα. Αρθρώθηκε για πρώτη φορά το 1070 από τον St. Anselm, ο οποίος υποστήριξε ότι αφού υπάρχει μια αντίληψη για ένα «τέλειο ον» -το οποίο ο ίδιος προσδιόρισε ως «αυτό από το οποίο τίποτε μεγαλύτερο δε μπορεί να συλληφθεί»- τότε αυτό θα πρέπει να υπάρχει.

Ο Άνσελμος, Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι, θεωρείται πατέρας του σχολαστικισμού και επινοητής του οντολογικού επιχειρήματος για την ύπαρξη του Θεού, σημειώνει η Wikipedia.

Στο δοκίμιό του «Proslogion» ο Άνσελμος θεωρεί το Θεό ως ένα ον που κατέχει την τελειότητα: «Αν όμως αυτό το ον υπήρχε μόνο ως ιδέα στο μυαλό μας, τότε δεν θα ήταν λιγότερο τέλειο, απ’ ό,τι αν υπήρχε στην πραγματικότητα. Άρα, δε θα ήταν τόσο τέλειο, όσο αν υπήρχε στην πραγματικότητα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με αυτό που ορίζουμε ως Θεό –δηλαδή, ένα ον που υποτίθεται ότι είναι Τέλειο. Επομένως, ο Θεός πρέπει να υπάρχει».

Σήμερα, αυτό το είδος των a priori επιχειρημάτων (δηλαδή, της καθαρής αφαίρεσης) είναι κατάφωρα περιορισμένα, συχνά ταυτολογίες, και αδυνατούν παντελώς να λάβουν υπόψη τους εμπειρικά στοιχεία.

2. «Κάτι» πρέπει να προκάλεσε την ύπαρξη του Σύμπαντος

Οι φιλόσοφοι το αποκαλούν ως «το επιχείρημα της πρώτης αιτίας» (First-Cause Argument), ή αλλιώς ως «κοσμολογικό επιχείρημα». Στους πρωτεργάτες αυτής της συλλογιστικής περιλαμβάνονται ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και ο Αγ. Θωμάς Ακινάτης.

Βασίζεται στην υπόθεση ότι κάθε γεγονός πρέπει να έχει μια αιτία, και αυτή η αιτία με τη σειρά της πρέπει να έχει κι εκείνη μια άλλη αιτία που την προκαλεί κ.ο.κ.

Υποθέτοντας ότι δεν υπάρχει τέλος σε αυτή την… παλινδρόμηση αιτιών, η διαδοχή των γεγονότων θα είναι άπειρη. Όμως μια άπειρη σειρά από αιτίες και γεγονότα δεν βγάζει νόημα. Πρέπει να υπάρχει «κάτι», κάποιο είδος «πρώτης αιτίας» η οποία είναι δεν προκαλείται από κάποια άλλη.

Κάτι τέτοιο προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιου ανώτερου όντος, που οι φιλόσοφοι αποκαλούν «Θεό».

Οι κοσμολόγοι εξακολουθούν να προσπαθούν να κατανοήσουν την πραγματική φύση του χρόνου και «τι» προκάλεσε τη Μεγάλη Έκρηξη.

3. Πρέπει να υπάρχει «κάτι» πέρα από το «τίποτα»

Το «κοσμολογικό επιχείρημα του απρόβλεπτου» (Cosmological Argument from Contingency) διαφέρει ελαφρά από το επιχείρημα της «πρώτης αιτίας».

Ο γερμανός φιλόσοφος Gottfried Leibniz είχε γράψει το εξής: «Γιατί να υπάρχει κάτι και όχι το τίποτα; Η απάντηση βρίσκεται σε μια ουσία… η οποία είναι ένα απαραίτητο ον που φέρει το λόγο ύπαρξής του μέσα στην ίδια την ουσία». 

Επειδή είναι αδύνατο να υπάρχουν μόνο ενδεχόμενα/απρόβλεπτα όντα, έλεγε, πρέπει να υπάρχει ένα απαραίτητο ον, αυτό που αποκαλούμε «Θεό».

Στο δοκίμιό του «Monadology» έγραφε: «κανένα γεγονός δε μπορεί να είναι αληθινό ή υπαρκτό και καμία δήλωση αληθινή, χωρίς να υπάρχει ένας ικανός λόγος ύπαρξής του, και όχι το αντίθετο».

Πιο πρόσφατα, ο φιλόσοφος Richard Swinburne, υποστήριξε: «Υπάρχει η πιθανότητα ότι, αν υπάρχει Θεός, εκείνος θα κάνει κάτι για το πεπερασμένο και την πολυπλοκότητα του Σύμπαντος. Είναι πολύ απίθανο ένα σύμπαν να υπάρχει χωρίς αιτία, αλλά μάλλον είναι πιο πιθανό ο Θεός να υπάρχει αναίτια. Η ύπαρξη του Σύμπαντος, μπορεί να γίνει κατανοητή αν υποθέσουμε ότι δημιουργήθηκε από κάποιο Θεό».

4. «Κάτι» πρέπει να σχεδίασε το Σύμπαν

Το επιχείρημα του «σχεδιασμού» (The Design Argument), ή αλλιώς το τελεολογικό επιχείρημα, υποστηρίζει ότι ζούμε σε ένα σύμπαν που πρέπει να έχει σχεδιαστεί.

Το σύμπαν, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, παρουσιάζει τέτοια ευταξία και (προφανή) σκοπό: για παράδειγμα κάθε τι μέσα στο σύμπαν υπακούει τους νόμους της Φυσικής και πολλά πράγματα μέσα σε αυτό συσχετίζονται μεταξύ τους με ένα τρόπο που μοιάζει σκόπιμος.

Όπως είχε πει ο William Paley «όπως ακριβώς η ύπαρξη ενός ρολογιού υποδεικνύει την παρουσία ενός ευφυούς νου, έτσι και η ύπαρξη του σύμπαντος και των διαφόρων φαινομένων που το “συνοδεύουν”, υποδεικνύουν την παρουσία ενός “όντος” με ανώτερη νοημοσύνη, δηλαδή το Θεό».

5. Η συνείδηση αποδεικνύει ότι υπάρχουν άυλες οντότητες

Ακόμη δεν υπάρχει κάποια θεωρία για τη συνείδηση, κάτι που οδήγησε στον περιβόητο όρο «το δύσκολο πρόβλημα» (Hard Problem).

Πράγματι, η υποκειμενική γνώση (qualia) έρχεται σε αντίθεση με οτιδήποτε άλλο ερχόμαστε σε επαφή στο κατά τ’ άλλα υλικό μας σύμπαν.

Το παράξενο της συνείδησης και η αδυναμία μας να την κατανοήσουμε, αποτέλεσε την αφορμή για την έννοια της ουσίας του δυϊσμού, επίσης γνωστή ως «καρτεσιανός δυϊσμός» (Cartesian dualism), η οποία περιγράφει δύο θεμελιώδεις έννοιες: το νοητικό και το υλικό.

Οι οπαδοί της θεωρίας αυτής υποστηρίζουν ότι τα υλικά από μόνα τους δεν είναι σε θέση να παράγουν «qualia» - την ικανότητα ενός ατόμου να έχει εσωτερικές σκέψεις, υποκειμενική συνείδηση και συναισθήματα.

Οι θεϊστές έχουν χρησιμοποιήσει την ουσία του δυϊσμου, προκειμένου να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους για το ανεξάρτητο «βασίλειο» της ύπαρξης του Θεού, που είναι διακριτό από το φυσικό κόσμο.

6. Οι εξωγήινοι είναι οι θεοί μας

Μπορεί να μην έχουμε έρθει ακόμη σε επαφή με την εξωγήινη νοημοσύνη, όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει.

Μια πιθανή λύση στο παράδοξο του Φέρμι (Fermi Paradox) είναι η έννοια της κατευθυνόμενης πανσπερμίας –η ιδέα ότι οι εξωγήινοι προκαλούν τη ζωή σε άλλους πλανήτες και στη συνέχεια αποχωρούν, αλλά ελέγχουν και παρακολουθούν τη διαδικασία συγκεκαλυμμένα.

Εξ ορισμού λοιπόν, για εμάς θα είναι κάτι σαν «Θεοί».

Το είδαμε εδώ

Η θνητή φύσις (Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς)


Ο Χαιρωνεύς Πλούταρχος στο έργο του “Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς, 392.A.10 – 392.E.6” σχετικά με την υπόσταση της θνητής φύσις μας αναφέρει το εξής :

“Εμείς δεν έχουμε κανένα μερίδιο στο όντως Είναι, αλλά κάθε θνητή φύση βρίσκεται μεταξύ της γενέσεως και της φθοράς και παρέχει μόνο ένα φάσμα και μία αμυδρή και αβέβαιη εικόνα του εαυτού της. 

Άν τώρα προσηλώσεις την διάνοιά σου επιθυμώντας  να τη συλλάβεις : όπως το δυνατό δράξιμο του ύδατος κάνει να χαθεί το περιεχόμενο διαρρέοντας με την πίεση και τη συγκέντρωση του ύδατος στο ίδιο σημείο, έτσι και η λογική αποτυγχάνει , όταν την άκρα σαφήνεια για κάθε πράγμα από εκείνα που μπορούν να αλλοιωθούν και να μεταβληθούν, επειδή άλλοτε εξετάζει το γιγνόμενο και άλλοτε τη φθορά του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κατανοήσει τίποτα από τα σταθερά και όντως Όντα.

“Αδύνατον να μπείς δυο φορές στο ίδιο ποτάμι”, κατά τον Ηράκλειτο, ούτε να αγγίξεις θνητή ουσία δύο φορές στην ίδια κατάσταση, αλλά εξαιτίας της οξύτητας και της ταχύτητας της μεταβολής “σκορπά και πάλι μαζεύεται”, ή καλύτερα ούτε πάλι ούτε ύστερα, αλλά ταυτόχρονα και συγκεντρώνεται και διαλύεται και “έρχεται και φεύγει”. 

Για αυτό τον λογο και δεν οδηγεί στο Είναι το γιγνόμενο από αυτή ακριβώς επειδή η γένεσι ποτέ δεν σταματά ούτε στέκεται, αλλά μεταβάλλοντας το αδιάκοπα, από τότε που είναι ακόμα σπέρμα, δημιουργεί το έμβρυο, έπειτα το βρέφος, μετά τον παίδα, κατόπιν στη σειρά το μειράκιο, τον νεανίσκο έπειτα, τον άνδρα, τον ώριμο άνθρωπο, τον γέροντα, καταστρέφοντας τις πρώτες γενέσεις και ηλικίες με τις επόμενες. 

Κι εμείς με τρόπο γελοίο φοβόμαστε ένα και μόνο θάνατο, τη στιγμή που έχουμε πεθάνει και πεθαίνουμε τόσους θανάτους! Γιατί δεν ισχύει μά, όπως έλεγε ο Ηράκλειτος, ότι “ο θάνατος του πυρός είναι γένεσι αέρος και ο θάνατος του αέρος είναι γέννεσι του ύδατος”, αλλά ακόμα σαφέστερα στη δική μας περίπτωση ο άνθρωπος που βρίσκεται στην ακμή του καταστρέφεται όταν γεννιέται ο γέροντας, καταστρέφεται ο νέος μεταπίπτοντας στον ακμάζοντα, ο παίς σε νέον, το νήπιο στον παίδα. 

Ο χθεσινός άνθρωπος έχει πεθάνει μεταπίπτοντας στον σημερινό, ενώ ο σημερινός έχει πεθάνει μεταπίπτοντας στον αυριανό. Κανείς δεν μένει ο ίδιος και κανείς δεν είναι ένας, αλλά γιγνόμεθα πολλοί, καθώς η ύλη περιστρέφεται και γλιστρά γύρω από ένα φάντασμα και ένα κοινό εκμαγείο. 

Γιατί πως παραμένουμε οι ίδιοι, ενώ χαιρόμαστε τωρα με άλλα πράγματα, πρωτύτερα με άλλα, ενώ αγαπάμε και μισούμε, θαυμάζουμε και ψέγουμε κάθε φορά αντίθετα πράγματα, ενώ διαθέτουμε διαφορετικά λόγια και διαφορετικά συναισθήματα, χωρίς να διατηρούμε  το ίδιο είδος, την ίδια μορφή, ούτε κάν την ίδια διάνοια ;; 

Γιατί ούτε είναι λογικό να νιώθει κανείς διαφορετικά συναισθήματα άνευ μεταβολής, ούτε και κανείς αν μεταβληθεί μένει ο ίδιος. Αν, τώρα, κανείς δεν είναι πάντα ο ίδιος, τότε ούτε και υπάρχει, αλλά μεταβάλλει την ίδια του την φύση καθώς γίνεται άλλος από άλλον. Και η αίσθηση, επειδή αγνοεί το ΟΝ, αποφαίνεται λανθασμένα ότι αυτό που φαίνεται υπάρχει στα αλήθεια.

“Ἡμῖν μὲν γὰρ ὄντως τοῦ εἶναι μέτεστιν οὐδέν, ἀλλὰ πᾶσα θνητὴ φύσις ἐν μέσῳ γενέσεως καὶ φθορᾶς γενομένη φάσμα παρέχει καὶ δόκησιν ἀμυδρὰν καὶ ἀβέβαιον αὑτῆς· ἂν δὲ τὴν διάνοιαν ἐπερείσῃς λαβέσθαι βουλόμενος, ὥσπερ ἡ σφοδρὰ περίδραξις ὕδατος τῷ πιέζειν καὶ εἰς ταὐτὸ συνάγειν διαρρέον ἀπόλλυσι τὸ περιλαμβανόμενον, οὕτω τῶν παθητῶν καὶ μεταβλητῶν ἑκάστου τὴν ἄγαν ἐνάργειαν ὁ λόγος διώκων ἀποσφάλλεται τῇ μὲν εἰς τὸ γιγνόμενον αὐτοῦ τῇ δ᾽ εἰς τὸ φθειρόμενον, οὐδενὸς λαβέσθαι μένοντος οὐδ᾽ ὄντως ὄντος δυνάμενος. “ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ” καθ᾽ Ἡράκλειτον (fr. 91) οὐδὲ θνητῆς οὐσίας δὶς ἅψασθαι κατὰ ἕξιν· ἀλλ᾽ ὀξύτητι καὶ τάχει μεταβολῆς “σκίδνησι καὶ πάλιν συνάγει”, μᾶλλον δ᾽ οὐδὲ πάλιν οὐδ᾽ ὕστερον ἀλλ᾽ ἅμα συνίσταται καὶ ἀπολείπει καὶ “πρόσεισι καὶ ἄπεισιν”. ὅθεν οὐδ᾽ εἰς τὸ εἶναι περαίνει τὸ γιγνόμενον αὐτῆς τῷ μηδέποτε λήγειν μηδ᾽ ἵστασθαι τὴν γένεσιν, ἀλλ᾽ ἀπὸ σπέρματος ἀεὶ μεταβάλλουσαν ἔμβρυον ποιεῖν εἶτα βρέφος εἶτα παῖδα, μειράκιον ἐφεξῆς, νεανίσκον, εἶτ᾽ ἄνδρα, πρεσβύτην, γέροντα, τὰς πρώτας φθείρουσαν γενέσεις καὶ ἡλικίας ταῖς ἐπιγιγνομέναις. ἀλλ᾽ ἡμεῖς ἕνα φοβούμεθα γελοίως θάνατον, ἤδη τοσούτους τεθνηκότες καὶ θνήσκοντες. οὐ γὰρ μόνον, ὡς Ἡράκλειτος (fr. 76) ἔλεγε, “πυρὸς θάνατος ἀέρι γένεσις, καὶ ἀέρος θάνατος ὕδατι γένεσις,” ἀλλ᾽ ἔτι σαφέστερον ἐπ᾽ αὐτῶν ἡμῶν φθείρεται μὲν ὁ ἀκμάζων γινομένου γέροντος, ἐφθάρη δ᾽ ὁ νέος εἰς τὸν ἀκμάζοντα, καὶ ὁ παῖς εἰς τὸν νέον, εἰς δὲ τὸν παῖδα τὸ νήπιον· ὅ τ᾽ ἐχθὲς εἰς τὸν σήμερον τέθνηκεν, ὁ δὲ σήμερον εἰς τὸν αὔριον ἀποθνήσκει· μένει δ᾽ οὐδεὶς οὐδ᾽ ἔστιν εἷς, ἀλλὰ γιγνόμεθα πολλοί, περὶ ἕν τι φάντασμα καὶ κοινὸν ἐκμαγεῖον ὕλης περιελαυνομένης καὶ ὀλισθανούσης. ἐπεὶ πῶς οἱ αὐτοὶ μένοντες ἑτέροις χαίρομεν νῦν, ἑτέροις πρότερον, τἀναντία φιλοῦμεν καὶ μισοῦμεν καὶ θαυμάζομεν καὶ ψέγομεν, ἄλλοις χρώμεθα λόγοις ἄλλοις πάθεσιν, οὐκ εἶδος οὐ μορφὴν οὐ διάνοιαν ἔτι τὴν αὐτὴν ἔχοντες; οὔτε γὰρ ἄνευ μεταβολῆς ἕτερα πάσχειν εἰκός, οὔτε μεταβάλλων <οὐδεὶς> ὁ αὐτός ἐστιν· εἰ δ᾽ ὁ αὐτὸς οὐκ ἔστιν, οὐδ᾽ ἔστιν, ἀλλὰ τοῦτ᾽ αὐτὸ μεταβάλλει γιγνόμενος ἕτερος ἐξ ἑτέρου. ψεύδεται δ᾽ ἡ αἴσθησις ἀγνοίᾳ τοῦ ὄντος εἶναι τὸ φαινόμενον“.


Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος [15/4/2009, ΕΛΛΑΣ]

Το είδαμε εδώ

Η φιλοσοφία της Ανατολής!



Τρία πολύ σημαντικά παρακλάδια της φιλοσοφίας εμφανίστηκαν περίπου στην ίδια περίοδο της αρχαιότητας, δηλαδή από το 600 έως το 400 π.Χ.

Το ένα παρακλάδι, που ήταν και υπεύθυνο για τη γενική εικόνα που έχουν οι περισσότεροι για τους φιλόσοφους, είναι η Αθηναϊκή σχολή με κορυφαίες φυσιογνωμίες τους Σωκράτη, Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Αυτοί βασίζονταν και σε μερικούς σπουδαίους προσωκρατικούς (όπως οι Κυνικοί και οι πρώιμοι Στωικοί).

Τον ίδιο καιρό, σε ένα διαφορετικό σημείο του πλανήτη, οι Σοφοί των Δασών της Ινδίας, με πιο διάσημο τον Σιντάρτα Γκοτάμα (Βούδα), συμπλήρωναν την ινδουιστική κοσμοθεωρία.

Στην άλλη άκρη του κόσμου, ο Κομφούκιος και ο Λάο Τσου ανέπτυσσαν τον κομφουκιανισμό και τον τσοϊσμό, τα οποία μαζί με το παλιότερο I Τσινγκ αποτελούσαν τον πυρήνα της κινέζικης φιλοσοφίας. Αυτή η κρίσιμη περίοδος των αρχαίων πολιτισμών διαμόρφωσε την ιστορία της φιλοσοφίας.

«Δεν μπορεί κάποιος να αγνοήσει τόσο μεγάλα μυαλά όπως ο Κομφούκιος και ο Λάο Τσου, εάν είναι έστω και λίγο ικανός να εκτιμήσει την ποιότητα των σκέψεων που αντιπροσωπεύουν, πόσο μάλλον μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι το I Τσινγκ ήταν η κύρια πηγή έμπνευσης τους… »

ΚΑΡΛ ΓΙΟΥΝΓΚ

Οι ινδικές φιλοσοφίες, ο ινδουισμός και ειδικότερα ένας από τους δυο μη ορθόδοξους κλάδους του, ο βουδισμός, τονίζουν την κυκλική φύση της ύπαρξης, την προσωρινότητα των πάντων, τα δηλητηριώδη αποτελέσματα των επιθυμιών και τη σημασία της μη εξάρτησης. Η εξάρτηση, είτε από τον εαυτό μας είτε από άλλους είτε από πράγματα, είναι η κύρια αιτία της δυστυχίας. Ένας τρόπος να ελαττώσουμε τη δυστυχία είναι να ελευθερωθούμε από την εξάρτηση. Η ινδική φιλοσοφία γενικά — ο ινδουισμός ή ο βουδισμός — υποστηρίζει ότι πρέπει να κάνουμε τα πάντα πρόθυμα, σαν εξυπηρέτηση και όχι για να καρπωθούμε τα αποτελέσματα των κόπων.



Ο βουδισμός τηρεί την ηθική ισότητα των ανθρώπων, αλλά υποστηρίζει την προσωπική ευθύνη καθώς και τη συμπόνια προς τους άλλους. Διδάσκει ότι ο ταραγμένος νους, ο αρπακτικός εγωισμός και οι αισθησιακοί πόθοι παρεμβάλλονται συνεχώς στην επίτευξη της πνευματικής ηρεμίας (βουδιστική φύση), και προσφέρει πολλές πρακτικές που περιοδικά σταθεροποιούν το ανήσυχο μυαλό, σπάνε τα δεσμά της επιθυμίας / και επιτρέπουν στο άτομο να παραμείνει συνολικά και ξεκάθαρα σε κατάσταση ηρεμίας. Ένας στόχος του βουδισμού είναι μια ζωή χωρίς προβλήματα.

Ο Βούδας έγραψε για τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες (ή μάλλον οι γραφείς και οι μαθητές του, αφού ο ίδιος δεν άφησε κανένα γραπτό από το δικό του χέρι). Είναι ισχυρές φιλοσοφικές θεραπείες. Αυτές οι αλήθειες ορίζουν ένα μονοπάτι μέσα από τις σκληρότερες δοκιμασίες της ζωής, οπότε είναι χρήσιμες για ανθρώπους σε εξαιρετικά ακραίες καταστάσεις.

Η πρώτη Αλήθεια είναι ότι η ζωή περιλαμβάνει δυστυχία. Η δεύτερη ότι η δυστυχία προκαλείται. Δεν συμβαίνει τυχαία. Η τρίτη ότι μπορούμε να βρούμε το αίτιο και να σπάσουμε την αλυσίδα των συμβάντων που προκαλούν τη δυστυχία για να την αποτρέψουμε. Αφαιρώντας την αιτία, μπορούμε να εξαλείψουμε και το αποτέλεσμα. Η τέταρτη ότι πρέπει να εκπαιδευτούμε για να πετύχουμε το σκοπό που περιγράφει το τρίτο σημείο.

Στη βουδιστική σκέψη οτιδήποτε και να κάνουμε έχει επιπτώσεις, συμπεριλαμβανόμενης της ηθικής μας συμπεριφοράς, παρόλο που δεν μπορούμε να καθορίσουμε πόσο χρόνο θα κάνει να εκδηλωθεί η επίπτωση ή τι μορφή θα έχει. Μπορεί να μην είναι δική μας επιλογή αν θα βρεθούμε σε μια συγκεκριμένη κατάσταση, μα έχουμε επιλογή για το τι κάνουμε στις καταστάσεις στις οποίες βρισκόμαστε. Διαλέγουμε μεταξύ του καλού και του κακού, και αν κάνουμε καλές επιλογές, καλά πράγματα θα συμβούν. Αν κάνουμε κακές επιλογές, άσχημα πράγματα συμβαίνουν. Έτσι εκχωρείται ένα μέτρο υπευθυνότητας και ελέγχου στους ανθρώπους.


Σε αντίθεση, ο ινδουισμός μπορεί να καταλήξει στην παθητικότητα εξαιτίας της πεποίθησης περί της μετενσάρκωσης. Αν αυτή η ζωή που ζει κανείς είναι αμοιβή ή τιμωρία για μια προηγούμενη ζωή, τι διαφορά θα μπορούσαν να προκαλέσουν οι πράξεις κάποιου;

Ο βουδισμός αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια ακολουθία στιγμών (σε αντίθεση με την ακολουθία ζωών του ινδουισμού), και ότι συμβαίνει σε κάθε στιγμή επηρεάζει αυτό που συμβαίνει στην επόμενη. Αυτή είναι η πιο αισιόδοξη στάση και αυτή που απαιτεί περισσότερη προσωπική ευθύνη. Ούτως ή άλλως, υπάρχει η προτροπή προς την ηθική ανάπτυξη, σε αντίθεση με τη δυτική προσήλωση στην επιστημονική πρόοδο μόνο ή πάνω από όλα.

«Θα αποκαλύψω αυτή τη γνώση σε σας και το πως θα μπορέσετε να την πραγματοποιήσετε· μια γνώση που, όταν επιτευχθεί, δεν παραμένει τίποτ’ άλλο που να αξίζει να έχει κανείς σε αυτή τη ζωή».

ΜΠΑΓΚΑΒΑNT ΓΚΙΤΑ

Η κινέζικη φιλοσοφία έχει σαν κεντρική αρχή ότι τα πάντα αλλάζουν. Δεν πρέπει να περιμένει κανείς μόνιμη κατάσταση σε οποιονδήποτε τομέα της ζωής και για να μην μπερδεύεται εξαιτίας της καινούριας κατάστασης που προκαλεί κάθε αλλαγή, θα πρέπει να προσπαθεί να κατανοήσει τη φύση της αλλαγής.

Έχοντας επίγνωση όσον αφορά το πώς και γιατί αλλάζουν τα πράγματα, η αλλαγή θα σας φανεί πιο φυσική και θα είστε σε θέση να την περιμένετε και να κάνετε τη σωστή κίνηση, την κατάλληλη στιγμή.

Φιλόσοφοι όπως ο Λάο Τσου (συγγραφέας του Τάο Τ ε Κινγκ), ο Κομφούκιος και οι ανώνυμοι συγγραφείς του I Τσινγκ μάς διδάσκουν να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε στις καταστάσεις που μπορούμε, όπως και σε αυτές που δεν είναι υπό τον έλεγχο μας, και στις άσχημες καταστάσεις επίσης.

Σε κάθε περίπτωση, είμαστε υπόλογοι για τις αποφάσεις μας. Παρά τη συνεχή αλλαγή, ο κόσμος εμφανίζεται σαν ένα μέρος που κυριαρχεί η τάξη. Για να κατανοήσουμε τον τρόπο που λειτουργεί ο ανθρώπινος κόσμος, θα πρέπει να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο φυσικός κόσμος και να συνειδητοποιήσουμε τις ομοιότητες.

Η πιο κοινή μετάφραση του «Τάο» είναι «οδός», εννοώντας το δρόμο που ακολουθούν τα πράγματα. Ο καλύτερος τρόπος για τον άνθρωπο είναι να ζει σε αρμονία με τους φυσικούς νόμους που διαμορφώνουν τις κοινωνικές και πολιτικές διαδικασίες.

Η κινέζικη φιλοσοφία επικεντρώνεται στην αναζήτηση του πως να ζήσει κανείς μια καλή ζωή. Εάν τα άτομα ζουν καλά, τότε και η κοινωνία είναι αγαθή, χωρίς προστριβές, ευπρεπής και παραγωγική. Δεν θεωρεί ότι μόνο η γνώση είναι το μονοπάτι για μια καλύτερη ζωή (όπως κατά το πλείστον θεωρεί η δυτική σκέψη). Η ποιότητα της ζωής πηγάζει από την αντανάκλαση του καθήκοντος και της ηθικής, την ερμηνεία των εμπείρων και την κατανόηση των διαδικασιών.

Από το βιβλίο Πλάτωνας, όχι Πρόζακ (Λου Μαρίνοφ) εκδ. Λιβάνη

Το είδαμε εδώ


Σαλλούστιος: "Γιατί είναι θεϊκοί οι μύθοι"


"Αξίζει να εξετάσουμε, γιατί οι παλαιοί παρέκαμψαν τον λόγο και εχρησιμοποίησαν τους μύθους. Και το πρώτο όφελος που ευρίσκουμε να έχουμε από τους μύθους, είναι το να αναζητούμε και να μην αφήνουμε την διάνοιά μας να είναι αργή. Το ότι οι μύθοι είναιθεικοί, φαίνεται από εκείνους που τους εχρησιμοποίησαν. Οι θεοδίδακτοι από τους ποιητές και οι άριστοι από τους φιλοσόφους και εκείνοι που εθέσπισαν τις Ιεροπραξίες, αλλά και αυτοί οι θεοί στους χρησμούς εχρησιμοποίησαν τους μύθους...

Το γιατί είναι θεικοί οι μύθοι θα εξετασθεί φιλοσοφικά.

Επειδή λοιπόν κάθε όν χαίρεται με ό,τι είναι όμοιό του και αποστρέφεται το ανόμοιο, είναι λογικό και οι αφηγήσεις για τους θεούς να είναι όμοιες με εκείνους, ώστε να γίνουν αντάξιες της ουσίας των θεών και να γίνουν οι θεοί, ευμενείς προς εκείνους που τις αφηγούνται. Όλα αυτά επιτυγχάνονται μόνο δια μέσου των μύθων.

Οι μύθοι λοιπόν μιμούνται τους ίδιους τους θεούς, ως προς την ρητή και άρρητη πλευρά τους, την αφανή και φανερή φύση τους, το σαφές και το ακατάληπτο τους, όπως και μιμούνται την αγαθότητα των θεών, καθώς όπως ακριβώς κι εκείνοι εχάρισαν σε όλους τα αγαθά που παράγουν οι αισθήσεις, αλλά τα αγαθά που παράγει η νόηση στους έμφρονεςμόνο, έτσι και οι μύθοι ανακοινώνουν σε όλους ότι υπάρχουν οι θεοί, αλλά μόνο στους ικανούς να δουν βαθύτερα φανερώνουν το ποιοι ακριβώς είναι αυτοί και ποιες είναι οι δυνάμεις τους.

Και τις ενέργειες των θεών παρουσιάζουν επίσης οι μύθοι.

Θα μπορούσαμε μάλιστα να ονομάσουμε Μύθο και αυτόν τον ίδιο τον Κόσμο, καθώς μέσα του τα σώματα και τα πράγματα είναι φανερά, ενώ αποκρύπτονται οι ψυχές και οι νόες.

Επιπροσθέτως, αν θελήσει κάποιος να διδάξει σε όλους τους ανθρώπους την αλήθεια για τους θεούς, θα προκαλέσει από την μία τον καγχασμό των ανόητων λόγω της αδυναμίας τους να την κατανοήσουν και από την άλλη την ραθυμία των συγκροτημένων. Ενώ η συγκάλυψη της αληθείας με τους μύθους, δεν επιτρέπει στους πρώτους να καγχάσουν, τους δε δεύτερους εξαναγκάζει στο να φιλοσοφούν. 
Αλλά γιατί άραγε οι μύθοι ομιλούν για μοιχείες και κλοπές και δέσμιους πατέρες και άλλα τόσα ατοπήματα;

Μήπως ακόμα και αυτό είναι άξιο του θαυμασμού μας, αφού μέσω των φαινομενικών ατοπημάτων, η ψυχή αντιλαμβάνεται αμέσως ότι οι αφηγήσεις αυτές είναι προκαλήμματα και οδηγείται έτσι στο να κατανοήσει την μυστηριακή φύση του αληθούς;"

Σαλλούστιος "Περί Θεών και Κόσμου" - Εκδ. ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ 
(απόδοση στην Νέα Ελληνική: Βλάσης Γ. Ρασσιάς)

Το είδαμε εδώ

Ηρακλείτεια Διαλεκτική

Φανταστική απεικόνιση του Ηράκλειτου σε πίνακα του Γιοχάνες Μορέιλσε

Ο Ηράκλειτος μίλησε και η σκέψη μορφώθηκε. «Η σκέψη αρθρώθηκε», γράφει ο Κώστας Αξελός, έγινε λόγος. Μέσα σ’ αυτό που καλείται αδιευκρίνιστα «περιέχον», υπάρχει ο άνθρωπος ∙ μα δεν υπάρχει μόνο αυτός. Τίποτα αποσπασματικό, τίποτα απομονωμένο και μερικό δε θα μας βοηθήσει να νοήσουμε τη μόνη αλήθεια που είναι αυτή: όλα είναι ένα.

«ουκ εμού, αλλά του λόγου ακούσαντες σοφόν έστιν εν πάντα είναι» (απ. 50)

Η αλήθεια ενυπάρχει στην ολότητα και είναι η ολότητα ∙ μέσα στο όλον που αλλιώς ονομάζεται Κόσμος, τα πάντα γίνονται, είναι, δημιουργούνται, αποκτούν νόημα. Ο Κόσμος αυτός είναι αιώνιος. Δεν έχει αφετηρία ούτε τέρμα χρονικό. Βασικό συστατικό του η αιώνια φωτιά που δεν είναι ξεκίνημα αλλά το ενεργειακό δυναμικό, μακριά από την ατάραχη ισορροπία που σημαίνει θάνατο.

«κόσμον τόνδε τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησε, αλλ’ ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα» (απ. 30)

Ο Κόσμος δεν έχει ούτε χρονική αρχή ούτε τέλος. Κι όμως ο χρόνος τον εξουσιάζει. Όχι σαν κάποια εξώτερη δύναμη, αλλ’ ως η μη αντιστρεπτή επιβεβαίωση της αλλαγής που είναι γίγνεσθαι. Όσα συμβαίνουν στο «περιέχον», το όλον Είναι, είναι μετάβαση και αλλαγή. Χωρίς σκοπό, χωρίς τελικό νόημα και στόχο, χωρίς έσχατη βούληση, όπως ένα παιδί που παίζει με τα ζάρια.

«Αιών παις εστι παίζων, πεσσεύων ∙ παιδός η βασιλίη» (απ. 52)

Αυτή η ροή του χρόνου, η συνεχής αυτή μεταβολή που τα πάντα αλλάζουν στο διηνεκές, μας επιτάσσει να συνειδητοποιήσουμε το πόσο εφήμερη είναι η εικόνα που σχηματίζουμε για τον κόσμο, καθώς είναι μια στιγμιαία εικόνα. Το επόμενο λεπτό τα πάντα είναι διαφορετικά κι ας μας φαίνονται ίδια. Το είναι δεν είναι κάτι σταθερό, παρά γίνεται αντιληπτό μόνο μέσα από την αλλαγή που οδηγεί σε μια αέναη κυκλική πορεία, όπου τα πάντα διαλύονται και ξαναδημιουργούνται.

«ποταμώ γαρ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ…(θνητή ουσία) σκίδνησι και πάλιν συνάζει… και πρόσεισι και άπεισι» (απ. 91)

«ποταμοίς τοις αυτοίς εμβαίνομεν και ουκ εμβαίνομεν, είμεν τε και ουκ είμεν» (απ. 49α)

Όπου υπάρχει στασιμότητα κυριαρχεί ο θάνατος. Όπου όμως συμβαίνει η αλλαγή και η μετάβαση υπάρχει πόλεμος και διχόνοια. Η σύγκρουση των αντιθέτων είναι αυτή που φέρνει την κίνηση. Ο αέναος ανταγωνισμός και η έριδα που διαταράσσουν τον κόσμο, τον φέρνουν τελικά σε αρμονία γιατί διαγράφουν τους νόμους του γίγνεσθαι και της συνεχής ροής. Ο πόλεμος και η διχόνοια, ο αέναος ανταγωνισμός του κάθε πράγματος με το αντίθετό του είναι η μοίρα του Είναι, όχι όμως μια μοίρα έξω από το Είναι, αλλά ταυτόσημη με το Είναι, δηλαδή το γίγνεσθαι.

Ο Κώστας Αξελός γράφει: «Η Ηρακλείτεια θεώρηση, συλλαμβάνοντας την αδέκαστη και διαρκή ροή και τη διάρκεια που ενυπάρχει στην ανεπίστρεπτη ροή, τη διχόνοια και τη σύγκρουση, δεν είναι ούτε αισιόδοξη ούτε απαισιόδοξη αλλά τραγική. Μέσα απ’ όλες τις αλλαγές, ο κόσμος παραμένει Κόσμος, η δικαιοσύνη Δικαιοσύνη, δηλαδή δεσμός αναγκαίος με την ύπαρξη και τη σκέψη του καθενός που υπάρχει»[1].

Όλα συνδέονται μεταξύ τους, όλα είναι αλληλένδετα και αλληλεξαρτώμενα. Το κάθε πράγμα έχει και το αντίθετό του και η διπολική αυτή σχέση είναι η κινητήρια δύναμη του Κόσμου που θεμελιώνει το τελικό αποτέλεσμα που είναι η αρμονία μέσα στην αδιάκοπη κίνηση και αλλαγή.

«πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστι, πάντων δε βασιλεύς, τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελεύθερους» (απ. 53)

«ειδέναι δε χρη τον πόλεμον εόντα ξυνόν, και δίκην έριν, και γινόμενα πάντα κατ’ έριν και χρεών» (απ. 80)

«το αντίξουν συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίαν και πάντα κατ’ έριν γίγνεσθαι» (απ. 8)

Η έννοια της ολότητας είναι ο βασικός άξονας της σκέψης του Ηράκλειτου. Από το όλον προέρχεται κάθε πράγμα και το καθένα μέρος αντανακλά  την ολότητα. Ο κόσμος κινείται σε ένα κύκλο όπου όλα είναι και δεν είναι την ίδια στιγμή. Η αρμονία δεν είναι η ισόρροπη ηρεμία, αλλά η αέναη μεταβλητότητα.

«συνάψιες όλα και ουχ όλα, συμφερόμενον διαφερόμενον, συνάδον διάδον ∙ εκ πάντων εν και εξ ενός πάντα» (απ. 10)

Ο Λόγος είναι το ενοποιητικό στοιχείο του Κόσμου. Ο λόγος είναι φωτιά και η φωτιά λόγος. Ο λόγος συνενώνει τα αντίθετα και, όπως και ο χρόνος, διαπερνά και εξουσιάζει το «περιέχον». Δεν είναι η αρχή του κόσμου γιατί σε ένα σύμπαν που «ην αεί και εστι και έσται», αρχή και τέλος δεν έχουν νόημα. Παρόλα αυτά, όποιος καταλάβει τη σημασία του, νοεί τη συμπαντικότητα που γίνεται αντιληπτή μέσα από το γίγνεσθαι. Η σημασία του λόγου είναι προσιτή σε όλους τους ανθρώπους. Εντούτοις, μόνο μερικοί φθάνουν στο σημείο της κατανόησης και αυτοί είναι οι αφυπνισμένοι. Ενώ οι πολλοί συνεχίζουν να «κοιμούνται», ζώντας σ’ ένα δικό τους προσωπικό κόσμο. Ο λόγος δρα σε όλους το ίδιο. Επομένως, ο ίδιος ο κόσμος νοείται μόνο μέσα από μια κοινή λογική.

«του δε λόγου τουδ’ εόντος αεί αξύνετοι γίνονται άνθρωποι και πρόσθεν ή ακούσαι και ακούσαντες το πρώτον ∙ γινομένων γαρ πάντων κατά τον λόγον τόνδε απείροισιν εοίκασι, πειρώμενοι και επέων και έργων τοιούτων οκοίων εγώ διηγεύμαι κατά φύσιν διαιρέων έκαστον και φράζων όκως έχει ∙ τους δε άλλους ανθρώπους λανθάνει οκόσα εγερθέντες ποιούσιν όκωσπερ οκόσα εύδοντες επιλανθάνονται» (απ. 1)

«διό δει έπεσθαι τω κοινώ ∙ ξυνός γαρ ο κοινός ∙ τού λόγου δ’ εόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν» (απ. 2)

«ωι μάλιστα διηνεκώς ομιλούσι λόγω (τω τα όλα διηκούντι), τούτω διαφέρονται, και οις καθ’ ημέραν εγκυρούσι, ταύτα αυτοίς ξένα φαίνεται» (απ. 72)

Η φωτιά είναι η αρχή που μαζί με το λόγο διαπνέει το σύμπαν. Αλλά όπως και με το Λόγο δεν είναι το αρχικό δημιουργικό στοιχείο. Φωτιά, Λόγος και χρόνος εξουσιάζουν τον κόσμο μέσα από τη συνεχή διακύμανση των αντιθέτων, μέσα από τη ατέρμονη ροή των πραγμάτων. Η φωτιά, κυρίαρχο στοιχείο του σύμπαντος, μπλέκεται σε μια κυκλική μετατροπή, σε μια μεταστοιχείωση, μέρη της οποίας είναι τα άλλα τρία στοιχεία, ο αέρας, η γη και το νερό. Όλα συντίθενται και όλα αποδομούνται μέσα από συνεχείς μεταβολές των μερών που συνθέτουν το όλον.

«πυρός τε ανταμοιβή τα πάντα και πυρ απάντων ώκοσπερ χρυσού χρήματα και χρημάτων χρυσός» (απ. 90)

«ζη πυρ τον γης θάνατον και ανήρ ζη τον πυρός θάνατον, ύδωρ ζει τον αέρος θάνατον, γη τον ύδατος» (απ. 76)

«πυρός τροπαί πρώτον θάλασσα, θαλάσσης δε το μεν ήμισυ γη, το δε ήμισυ πρηστήρ…θάλασσα διαχέεται, και μετρέεται εις τον αυτόν λόγον, οκοίος πρόσθεν ην η γενέσθαι γη» (απ. 31)

Τελικά, όλα είναι ένα, όλα κινούνται και αλλάζουν, το κάθε τι έχει το αντίθετό του και, το όλον, το περιέχον, ο κόσμος διαπνέονται από την καθολική σοφία που είναι ο λόγος. Ο λόγος μεταφράζεται σε διπολικές σχέσεις αντιθέτων, σε συμπαντική αρμονία μέσα από τον ανταγωνισμό και την αντιπαράθεση, σε αέναη κίνηση και αλλαγή, σε μεταστοιχείωση, σύνθεση, αποδόμηση. Ο λόγος μεταφράζεται επίσης σε λόγο που αρθρώνεται και εκστομίζεται, σε αλήθεια, τη μόνη αλήθεια. Γιατί ο λόγος είναι κοινός, άρα και η αλήθεια κοινή.

Η φωτιά δεν είναι η αρχή του κόσμου γιατί ο κόσμος δεν έχει αρχή και τέλος. Είναι το αέναο γίγνεσθαι στο οποίο αντανακλάται ο κόσμος το κάθε λεπτό. Η φωτιά συμμετέχει στην κυκλική πορεία της μεταβολής των στοιχείων και είναι η κινητήρια δύναμη της μεταβολής αυτής. Λόγος και Φωτιά εξουσιάζουν τον Κόσμο, αλλά εκ των ένδων. Η Ηρακλείτεια σκέψη φώτισε το δρόμο της σύλληψης του κόσμου ως μιας και μοναδικής οντότητας, και του παραμερισμού κάθε έννοιας δημιουργισμού και εσχατολογίας,  υπέρ μιας διαλεκτικής του γίγνεσθαι που φανερώνεται ως το μόνο μετρήσιμο μέγεθος, διαμέσου του οποίου εκδηλώνεται η ουσία των πραγμάτων.

Ο Ηράκλειτος μίλησε και «η σκέψη αρθρώθηκε»


Βιβλιογραφία:

-   Κώστας Αξελός, «Ο Ηράκλειτος και η Φιλοσοφία», Εκδόσεις Εξάντας

-   G. S. Kirk, J. E. Raven, M. Schofield, Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι, Εκδόσεις: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης


Αποσπάσματα:

-          (απ. 50): Όχι εμένα αλλά το λόγο αφού ακούστε, είναι σοφό να ομολογήσετε ότι Ένα τα Πάντα

-          (απ. 30) Αυτόν τον κόσμο που είναι για όλους, ούτε κανείς θεός ούτε άνθρωπος τον έκανε, αλλά ήταν από πάντα και είναι και θα είναι αιώνια φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο

-          (απ. 52) Ο χρόνος είναι ένα παιδί που παίζει, ρίχνοντας ζάρια ∙ ενός παιδιού η βασιλεία

-          (απ. 91) Δεν μπορούμε να μπούμε δυο φορές στο ίδιο ποτάμι…(Κάθε τι θνητό) σκορπίζεται και πάλι μαζεύεται, πλησιάζει και απομακρύνεται

-          (απ. 49α) Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε, είμαστε και δεν είμαστε

-          (απ. 53) Ο πόλεμος είναι πατέρας όλων, όλων βασιλιάς ∙ άλλους ανέδειξε θεούς κι άλλους ανθρώπους, άλλους έκανε δούλους κι άλλους ελεύθερους

-          (απ. 80) Πρέπει να ξέρουμε ότι ο πόλεμος είναι κοινός κι διχόνοια δικαιοσύνη, κι ότι τα πάντα γίνονται από διχόνοια κι από ανάγκη

-          (απ. 8) Το αντίθετο (είναι) σύμφωνο, από τις διαφορές γιεννιέται η πιο ωραία αρμονία και τα πάντα γίνονται με τη διχόνοια

-          (απ. 10) (Συνδέσεις όλα κι όχι όλα), ομόνοια διχόνοια, συμφωνία ασυμφωνία ∙ από όλα (γεννιέται) το ένα κι από το ένα όλα

-          (απ. 1) Αν και ο λόγος αυτός είναι αιώνια οι άνθρωποι γίνονται ασύνετοι και πριν τον ακούσουν κι αφού τον ακούσουν για πρώτη φορά ∙ γιατί, ενώ τα πάντα γίνονται σύμφωνα μ’ αυτόν το λόγο, οι άνθρωποι μοιάζουν άπειροι ακόμα κι όταν καταπιάνονται και με λόγια και με έργα τέτοια σαν κι αυτά που εγώ διηγούμαι, διαιρώντας το καθένα κατά τη φύση του και λέγοντάς το όπως έχει ∙ οι άλλοι όμως άνθρωποι ξαστοχούν όσα κάνουν ξύπνιοι, όπως λησμονούν όσα κάνουν στον ύπνο τους

-          (απ. 2) Γι’ αυτό πρέπει να ακολουθήσουμε τον κοινό λόγο γιατί το κοινό είναι συμπαντικό. Ενώ όμως ο λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν μια δική τους φρόνηση

-          (απ. 72) Με το λόγο, αυτόν που τα κυβερνάει όλα, τον οποίο μάλιστα συναναστρέφονται αδιάκοπα, μ’ αυτόν έχουν διαφορές, κι όσα συναντούν κάθε μέρα, τούς φαίνονται ξένα

-          (απ. 90) Τα πάντα ανταλλάσσονται με τη φωτιά και με τα πάντα η φωτιά, όπως τα πράγματα με το χρυσάφι και το χρυσάφι με τα πράγματα

-          (απ. 76) Η φωτιά ζει το θάνατο της γης κι ο αέρας ζει το θάνατο της φωτιάς, το νερό ζει το θάνατο του αέρα και η γη του νερού

-          (απ. 31) Μετατροπές της φωτιάς: πρώτα θάλασσα και το μισό της θάλασσας γη, το άλλο μισό σίφουνας…Διαχέεται η θάλασσα και φθάνει στο ίδιο μέτρο της αναλογίας που ίσχυε πριν γίνει γη


[1] Από το «Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία», Κώστας Αξελός, σελ 61, εκδόσεις Εξάντας.

Το είδαμε εδώ

Η Συμβολή των Αρχαίων Ελλήνων στη Χημεία


Τους αρχαίους Έλληνες απασχολούσε όχι τόσο το "πώς", αλλά το "γιατί", δηλ. η αναζήτηση της αλήθειας και των αιτίων.

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η συνεισφορά των Αρχαίων Ελλήνων και διανοητών στις φυσικές επιστήμες ήταν κυρίως οι θεωρητικές έννοιες.

Στην αρχαία Ελλάδα πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά η απόδοση των φυσικών φαινομένων σε φυσικά αίτια και η αντικατάσταση των υπερφυσικών δυνάμεων από τους φυσικούς νόμους.

Οι ιδέες των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων ήταν η απαρχή πολλών σημερινών εννοιών των φυσικών επιστημών. Η αρχαία ελληνική φυσική φιλοσοφία είχε μεγάλη επίδραση και στη σύγχρονη χημεία, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, έστω και μέσω των παραδοξοτήτων της αλχημείας.

Μερικές ιδέες που βρήκαν εφαρμογή στη χημεία ακόμη και σήμερα είναι:

(α) Η έννοια του στοιχείου. Η θεωρία των τεσσάρων βασικών στοιχείων ή ριζωμάτων (γη, ύδωρ, πυρ και αήρ) διατυπώθηκε από τον Εμπεδοκλή (495-435 π.Χ., από Ακράγαντα, Σικελία). Τα τέσσερα στοιχεία ήταν μέρος της φιλοσοφικής του συμβολής και ιδιαίτερα το ποίημα (2.000 στίχοι) "Περί Φύσεως". Τα πάντα είναι συνδυασμοί αυτών των τεσσάρων στοιχείων.

Στα στοιχεία αυτά αποδίδονται κυκλικά οι ιδιότητες "υγρό", "θερμό", "ξηρό" και "ψυχρό" ως πρωτεύουσες ή δευτερεύουσες. Ο "αήρ" είναι πρωτίστως "υγρός" και δευτερευόντως "θερμός", το "πυρ" είναι πρωτίστως "θερμό" και δευτερευόντως "ξηρό", η "γη" είναι πρωτίστως "ξηρή" και δευτερευόντως "ψυχρή" και το "ύδωρ" είναι πρωτίστως "ψυχρό" και δευτερευόντως "υγρό".

(β) Η έννοια του ατόμου. Η ατομική θεωρία για τη συγκρότηση ύλης διατυπώθηκε αρχικά από τον Λεύκιππο (5ος αιώνας π.Χ., Μίλητος). Για τον Λεύκιππο είναι λίγα πράγματα γνωστά. 'Έζησε κατά την περίοδο (περίπου) 480-420 π.Χ.

Παρακολούθησε την Ιονική σχολή φιλοσοφίας, σπούδασε και στην Ελέα (σήμερα Velia, στη νότια Ιταλία) και φαίνεται ότι επηρεάστηκε κυρίως από τον προσωκρατικό φιλόσοφο Ζήνωνα τον Ελεάτη (490;-430; π.Χ.). Ίδρυσε σχολή στα Άβδηρα της Θράκης. Η ατομική θεωρία του Λεύκιππου διατυπώθηκε πιο συστηματικά από τον μαθητή του Δημόκριτο (460-370 π.Χ., Άβδηρα, Θράκη).

Η ατομική θεωρία όριζε ότι τα άτομα είναι τα έσχατα μόρια της ύλης. Τα άτομα (: α-στερητικό + τομή) είναι άτμητα, άφθαρτα, αναλλοίωτα και κινούνται αδιάκοπα στον χώρο. Υπάρχουν άπειρα είδη ατόμων σε συνεχή κίνηση και οποιαδήποτε μεταβολή της ύλης δεν είναι παρά ένα είδος ανασυνδυασμού των ατόμων.

Οι ιδιότητες των υλικών καθορίζονται από το σχήμα των ατόμων. Τα άτομα των υγρών είναι σφαιρικά, γι'αυτό και τα υγρά απλώνονται στις επιφάνειες. Αντίθετα, τα άτομα των στερεών έχουν ακανόνιστο σχήμα γι'αυτό και τα στερεά σώματα διατηρούν τη μορφή τους.

(γ) Η διατήρηση της μάζας. Η θεωρία της αφθαρσίας της ύλης που διατύπωσαν παράλληλα ο Δημόκριτος και ο Διογένης ο Απολλωνιάτης (5ος αιώνας π.Χ.).

Οι ιδέες αυτές διαδόθηκαν κυρίως με τη διδασκαλία του Επίκουρου και αργότερα από το εκτενές φιλοσοφικό ποίημα του Λουκρητίου (Τίτος Λουκρήτιος Κάρος, 98-53 π.Χ., Ρωμαίος φιλόσοφος) που είχε τίτλο De Rerum Natura (Περί της Φύσεως των Πραγμάτων), όπου και εξηγούσε τις αρχές της ατομικής θεωρίας του Δημόκριτου.

Ο Επίκουρος (Σάμος 341 - Αθήνα 270 π.Χ.) ήταν Έλληνας φιλόσοφος, ο οποίος ίδρυσε τη φιλοσοφική σχολή που έμεινε γνωστή ως "Επικούρειος Κήπος".

Στόχος του Επίκουρου ήταν η αναζήτηση των αιτιών της ανθρώπινης δυστυχίας και των εσφαλμένων δοξασιών που την προκαλούν, όπως η δεισιδαιμονία. (Εικόνα: Πλάτωνας και Αριστοτέλης. Λεπτομέρεια από τον περίφημο πίνακα του Raphael "Η Σχολή των Αθηνών" (1510))

Βασικές αρχές της διδασκαλίας του Επίκουρου είναι οι εξής: 

Με τον θάνατο έρχεται το τέλος όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής - οι θεοί ούτε επιβραβεύουν, ούτε τιμωρούν τους ανθρώπους. Το σύμπαν είναι άπειρο και αιώνιο - τα γενόμενα στον κόσμο συμβαίνουν τελικά, με βάση τις κινήσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ατόμων που βρίσκονται σε έναν κενό χώρο.

Οι υλιστικές απόψεις του Επίκουρου πολεμήθηκαν άγρια από μεταγενέστερους φιλοσόφους και θεολόγους. Ο ίδιος κατασυκοφαντήθηκε και χαρακτηρίστηκε ως άτομο με ροπή προς τις ηδονές και τις απολαύσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι υλιστικές ιδέες και η αντίληψη περί ατόμων και αφθαρσίας της ύλης αναπτύχθηκαν περίπου την ίδια περίοδο από Ινδούς φιλοσόφους (Βεδική φιλοσοφία), αλλά με αρκετά πιο ήπιους τόνους και με ποιητική διάθεση.

Οι ατομικές θεωρίες του Δημόκριτου για την ύλη έμειναν στο περιθώριο για πολλούς αιώνες. Οι υλιστικές θεωρίες περί ατόμων, αφθαρσίας της ύλης και των στοιχείων δεν είχαν προοπτική διάδοσης, αφού έπεσαν στη δυσμένεια των φιλοσόφων Πλάτωνα (428-348 π.Χ.) και Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.).

Ο Αριστοτέλης, ο πολυγραφότερος διαλεκτικός φιλόσοφος της αρχαιότητας, επηρέασε με τις θεωρίες του τη δυτική φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη μέχρι και τον 17ο αιώνα. Ο Αριστοτέλης μελέτησε και έγραψε για πολλούς κλάδους (φιλοσοφία, ψυχολογία, λογική, πολιτική, φυσική, βιολογία, κ.α.). '

Έγραψε πολλά βιβλία για τη Φυσική (φυσική ακρόαση, περί ουρανού, περί γενέσεως και φθοράς, μετεωρολογικά και περί κόσμου) και τη Βιολογία (περί ζώων ιστορίας, περί ζώων μορίων, περί ζώων πορείας, περί ζώων κινήσεως, περί ζώων γενέσεως και περί φυτών).

Η φιλοσοφία του Αριστοτέλη κλείνει προς τον ιδεαλισμό και θέτει τον υλισμό σε μια μάλλον παθητική μοίρα. Σύμφωνα με τις θεωρίες του κάθε πράγμα αποτελείται από ύλη και πνεύμα, που είναι μεταξύ τους αδιάσπαστα ενωμένα. Η ύλη είναι παθητική και μόνη της παρέχει τη δυνατότητα, ενώ το πνεύμα ενεργητικό, και αποτελεί τη δύναμη που μεταβάλλει τη δυνατότητα σε πραγματικότητα.

Ο κόσμος, κατά τον Αριστοτέλη, είναι ενιαίος και αιώνιος και το σύμπαν ή ο κόσμος είναι σφαιρικός με κέντρο τη Γη. Η θεωρία αυτή ταίριαζε με τις θρησκευτικές αντιλήψεις και η γεωκεντρική εικόνα επικράτησε μέχρι την εποχή του Γαλιλαίου. Μέσω της τυπικής λογικής βλέπει την αντικειμενική πραγματικότητα "στατικά" και όχι μέσα στην αέναη μεταβολή και κίνησή της.

Ο Αριστοτέλης διετύπωσε τη θεωρία της ύπαρξης του πέμπτου στοιχείου της φύσης (πέραν των τεσσάρων: γη, ύδωρ, πυρ και αήρ, που πίστευαν οι Ίωνες φιλόσοφοι).

Ο Αριστοτέλης πρόσθεσε τον αιθέρα (: καθαρός, φρέσκος αέρας, καθαρός ουρανός, το υλικό που συμπληρώνει το σύμπαν πάνω από τη γήινη σφαίρα) στο κέντρο του κλασικού τετραγώνου των στοιχείων. Ο αιθέρας παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες ως στοιχείο, είναι: αγέννητος, αγήραντος, άφθαρτος, αΐδιος (αιώνιος), αναυξής και αναλλοίωτος. Ο αιθέρας θα ταυτισθεί αργότερα με τη Φιλοσοφική Λίθο των αλχημιστών. Επιπλέον εντοπίζεται στον "άνω τόπο" όπου κατοικεί η Θεότητα.

Να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι η πρώτη αναφορά στην έννοια στοιχείον έγινε από τον Πλάτωνα, περίπου το 360 π.Χ. στον διάλογό του "Τίμαιος", όπου περιλαμβάνεται μια συζήτηση πάνω στη σύνθεση των ανόργανων και των οργανικών σωμάτων, μια πρωταρχική προσέγγιση πάνω στη χημεία.

Ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι το μικρότερο σωματίδιο κάθε στοιχείου αντιστοιχούσε σε ένα από τα πέντε κανονικά πολύεδρα, δηλ. κυρτά πολύεδρα με έδρες κανονικά πολύγωνα και ίδιες, τα οποία είναι γνωστά και ως "Πλατωνικά στερεά": το τετράεδρο (η φωτιά), ο κύβος (η γη), το οκτάεδρο (ο αέρας), το δωδεκάεδρο (ο αιθέρας) και το εικοσάεδρο (το νερό).



Ο Αριστοτέλης δέχεται ότι η παθητική ύλη συνδυάζεται με την ενεργητική αρχή, την εντελέχεια (ετυμολογία: εν + τέλος + έχω, η ενυπάρχουσα σε κάθε ον τάση για τελειότητα) ή ψυχή, που τη διαμορφώνει και της δίνει κίνηση. Με την αναντίρρητη κυριαρχία του Αριστοτέλη στις φυσικές επιστήμες, οι ιδέες του επηρέασαν τη μελλοντική ιστορία των φυσικών επιστημών.

Οι θεωρίες του αποτέλεσαν το υπόβαθρο της αντίληψης του κόσμου από τους θρησκευτικούς καθοδηγητές της Χριστιανικής εκκλησίας και ιδιαίτερα του Αγίου Αυγουστίνου. Η φιλοσοφική σκέψη ταίριαζε και μπορούσε να διατηρηθεί κάτω από τον μανδύα των δογματικών θρησκευτικών αντιλήψεων, αφού η φύση γίνονταν κατανοητή όχι με την παρατήρηση και το πείραμα, αλλά από τα αναγραφόμενα στα θρησκευτικά βιβλία.

Οι Έλληνες Αλχημιστές

Ως ο αρχαιότερος Έλληνας αλχημιστής αναφέρεται ο Ερμής ο Τρισμέγιστος. Το πιο πιθανό είναι να πρόκειται για φανταστικό πρόσωπο, μια ενσάρκωση θεότητας που συνδύαζε τον θεό των Ελλήνων Ερμή με τον σεληνιακό θεό των Αιγυπτίων Θωθ (Thoth), θεό-προστάτη των αστρολόγων και των αλχημιστών.

Οι αλχημιστές του μεσαίωνα απέδιδαν στον Τρισμέγιστο Ερμή πλήθος ανακαλύψεων (γλώσσα, αλφάβητο, γεωμετρία, αριθμητική, ιατρική). Του απέδιδαν την τριπλή ιδιότητα του φιλοσόφου, του ιατρού και του βασιλέως.

Στον Τρισμέγιστο Ερμή αποδίδονται πολλά Ελληνικά συγγράμματα της Ελληνιστικής Αιγύπτου που γράφηκαν κατά τη ρωμαϊκή εποχή. (Εικόνα: Απεικόνιση του Τρισμέγιστου Ερμή από διάφορα αλχημιστικά συγγράμματα) Στον Τρισμέγιστο Ερμή οφείλεται το φιλοσοφικό κίνημα του ερμητισμού (hermetism), το οποίο ξεκίνησε από την Ελληνιστική Αίγυπτο.

Ο ερμητισμός ήταν ένα μεταφυσικό σύστημα και ένα σώμα συστηματοποιημένων μαγικών, μαντικών, αστρολογικών και αλχημικών πρακτικών. Κύριο χαρακτηριστικό του ερμητισμού ήταν η αντίσταση στην κυριαρχία τόσο της καθαρής λογικής, όσο και κάθε δογματικής πίστης.

Η έκφραση ερμητική τέχνη, όρο τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι αλχημιστές για να περιγράψουν την τέχνη τους, που στην αρχαιότητα μόνο ιερείς είχαν το δικαίωμα να ασκούν και να γνωρίζουν τα μυστικά της. Οι αλχημιστές συχνά πραγματοποιούσαν αποστάξεις και χρειάζονταν καλά "σφραγισμένες" αποστακτικές συσκευές (άμβυκες) ή ερμητικά κλειστές.

Οι αλχημιστές θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ερμητικούς, έχοντας αποδεχθεί τη φιλοσοφία του Ερμή του Τρισμέγιστου, του ερμητισμού και χαρακτήριζαν τις γνώσεις τους ως ερμητικές (Hermetica ή Corpus Hermeticum).

Ενας διάσημος αλχημιστής της Ελληνιστικής Αιγύπτου ήταν ο Ζώσιμος ο Πανοπολίτης (Zosimos of Panopolis). Γεννήθηκε στην Πανόπολη (σήμερα El Akhmim) της νότιας Αιγύπτου κατά τέλη του 4ου μ.Χ. Οι αλχημιστές των ισλαμικών χωρών, αλλά και της Ευρώπης του μεσαίωνα, όπως και οι νεότεροί τους, τον θεωρούσαν ως έναν από τους μεγαλύτερους αλχημιστές όλων των εποχών.

Ο Ζώσιμος συνέγραψε πλήθος συγγραμμάτων (αναφέρονται εικοσιοκτώ βιβλία) πολλά από τα οποία μεταφράστηκαν στην Αραβική και Συριακή γλώσσα, ωστόσο μόνο τμήματα από αυτά έχουν σωθεί.

Στα αποσπάσματα αυτά γίνεται αναφορά στην οξείδωση του υδραργύρου, σε κάποιο περίεργο βάμμα το οποίο μετατρέπει τον άργυρο σε χρυσό και σε κάποιο ιερό ύδωρ ("πανάκεια") που θεραπεύει κάθε αρρώστια. Αυτά τα αποσπάσματα επηρέασαν τους νεότερους αλχημιστές και τους ώθησαν στη μανιώδη αναζήτηση αυτών των ουσιών.

Στον ναό του θεού Σέραπη, το Σεράπειο (Serapeum) της Αλεξάνδρειας φαίνεται πως υπήρχαν άφθονα συγγράμματα Ελλήνων αλχημιστών και γενικότερα επιστημόνων. Δυστυχώς ο ναός αυτός καταστράφηκε το 391 μ.Χ. από πλήθη φανατικών χριστιανών, που είχαν απαγορέψει την είσοδο των πολιτών στους αρχαίους ναούς, σε ένα γενικότερο πλαίσιο διωγμών των εθνικών και των παγανιστών (δηλ. των οπαδών των αρχαίων θρησκειών).

Οι διωγμοί εκείνης της εποχής οδήγησαν πολλούς έλληνες σοφούς στην Περσία, τη μόνη χώρα εκείνης της εποχής που ήταν προοδευτική και ανοικτή σε κάθε φιλοσοφικό ρεύμα ή θρησκευτικό κίνημα.

Οι Έλληνες αυτοί συνέβαλαν ουσιαστικά στη μετέπειτα εκπληκτική ανάπτυξη της επιστήμης και τεχνολογίας των ανατολικών ισλαμικών χωρών. (Πάνω εικόνα. Ο,τι έχει απομείνει από το Σεράπειο της Αλεξάνδρειας, έναν πραγματικό ναό της γνώσης, που τον κατέστρεψε ο θρησκευτικός φανατισμός)

Οι καταστροφές του Σεραπείου και της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας (που ολοκληρώθηκε το 642 μ.Χ. από τους 'Αραβες) είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια σωρευμένης επιστημονικής γνώσης αιώνων. Κύριο αποτέλεσμα αυτών των διωγμών ήταν η Ευρώπη να βυθιστεί στον Σκοτεινό Μεσαίωνα για τους επόμενους αιώνες. Κανείς δεν ξέρει σε ποιο στάδιο εξέλιξης θα βρισκόταν η σημερινή επιστήμη και τεχνολογία, αλλά και ο κόσμος γενικότερα, αν δεν γίνονταν οι καταστροφές αυτές.

Το πιο γνωστό "χημικό επίτευγμα" των Βυζαντινών χρόνων, σίγουρα είναι το περίφημο "υγρό πυρ" (greek fire). Η σύνθεσή του ήταν επτασφράγιστο μυστικό και μόνο εικασίες ως προς αυτήν μπορούν σήμερα να γίνουν. Δεν φαίνεται πάντως να ήταν ένα απλό καύσιμο μίγμα νάφθας και θείου.

Υπάρχουν μαρτυρίες που αναφέρουν την αυτανάφλεξή του όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό. Έτσι, διατυπώθηκε η υπόθεση ότι ένα δραστικό συστατικό του θα πρέπει να ήταν το φωσφίδιο του ασβεστίου (Ca3P2).

Το φωσφίδιο αυτό σε επαφή με το νερό υδρολύεται παρέχοντας το αέριο φωσφίνη (PH3). Η φωσφίνη αυταναφλέγεται στον αέρα προκαλώντας ανάφλεξη και στα υπόλοιπα καύσιμα υλικά του μίγματος. Τώρα, το πώς θα μπορούσε να παρασκευασθεί αυτό το φωσφίδιο, που απαιτεί ισχυρότατα αναγωγικές συνθήκες ή ακόμη και μεταλλικό ασβέστιο για τη σύνθεσή του, παραμένει μυστήριο.


Εικόνες αλχημιστικών σκευών από Ελληνικά χειρόγραφα (το περίεργο δεξιό σκεύος αναφέρεται ως "συσκευή παρασκευής χρυσού της Κλεοπάτρας", στην ίδια εικόνα απεικονίζεται και το μυστικιστικό σύμβολο του ουροβόρου όφεως).

Πηγές από το Διαδίκτυο:

(1) ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ - Πανεπιστήμιο Αθηνών, Θανάσης Βαλαβανίδης, Καθηγητής - Κων/νος Ευσταθίου, Καθηγητής. / (2) "The History of Ancient Chemistry"

Το είδαμε εδώ και εδώ