BREAKING NEWS
latest

ΕΠΙΒΙΩΣΗ

ΕΠΙΒΙΩΣΗ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Όμηρος και η ερμηνεία των ονείρων


Όπως όλοι γνωρίζουμε από την προσωπική μας πείρα,  όταν κοιμόμαστε δεν έχουμε καμμία συνείδηση του εαυτού μας.
Και μόνο το γεγονός αυτό είναι αρκετό για να θεωρήσουμε την λειτουργία του ΎΠΝΟΥ σε ένα από τα ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ που αφορά στην ζωή ενός Ανθρώπου, το οποίο επαναλαμβάνεται μάλιστα καθημερινά.

Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι κατά την διάρκεια του ύπνου μας, βρισκόμαστε σε μία άλλη διάσταση…
Είναι αλήθεια ότι η σύγχρονη επιστήμη πολύ λίγο έχει επιστήσει την προσοχή της στην κατανόηση αυτού του πραγματικά μεγάλου μυστηρίου, παρόλο που το ένα τρίτο του συνόλου της ζωής μας κοιμόμαστε!

Ο Όμηρος όμως, φαίνεται πως έχει ερευνήσει το θέμα σε βάθος και γνωρίζει πολύ καλά όσα συμβαίνουν κατά την διάρκεια του ύπνου, σε σημείο μάλιστα που να φτάνει να υποστηρίζει την άποψη ότι ο Ύπνος έχει μεγαλύτερη δύναμη και δικαιοδοσία, ακόμα και από αυτόν τον Πατέρα των Θεών και Θνητών, τον παντοδύναμο Δία!

Συγκεκριμένα, στο Ξ της Ιλιάδας ο Όμηρος μας παρουσιάζει τον διάλογο της συζύγου του Διός, Ήρας της ΧΡΥΣΟΠΕΔΙΛΟΥ με τον Ύπνο τον ΚΑΣΗΓΝΗΤΟΝ, τον αδελφό δηλαδή του Θανάτου.


«Ἔνθ’ Ὕπνῳ ξύμβλητο καὶ σηγνήτῳ Θανάτοιο,
ἔν τ’ ἄρα οἱ φῦ χειρί, ἔπος τ’ἔφατ’ ἔκ τ’ ὀνόμαζεν:
Ὕπνε, ἄναξ πάντων τε Θεῶν πάντων τ’ ἀνθρώπων
ἠμὲν δὴ ποτ’ ἑμὸν ἔπος ἔκλυες, ἠδ’ ἔτι καὶ νῦν
πύθευ’ ἐγὼ δὲ κέ τοι ἰδέω χάριν ἤματα πάντα.»

(Εκεί τον Ύπνο συνάντησε τον αδελφό του Θανάτου.
Του πιασε τότε το χέρι η Ήρα σφιχτά και του είπε:
-Κι άλλοτε μ’ άκουσες και έκανες ότι σου είπα και τώρα
χάρη αιώνια θα σου χρωστώ, αν μ’ ακούσεις και πάλι
μια και είσαι Ύπνε, ο τρανός Βασιλιάς των Θεών και Ανθρώπων.)

Στην συνέχεια η Ήρα, παρακαλεί τον Ύπνο, την στιγμή που θα συνευρεθεί με τον σύζυγό της τον Δία, ΝΑ ΡΙΞΕΙ ΕΠΑΝΩ ΤΟΥ ΑΦΘΟΝΟ ΥΠΝΟ και αυτή σαν αντάλλαγμα θα του χαρίσει έναν αναπαυτικό θρόνο που θα φτιάξει κατ’ εντολή της ο γιος της Ήφαιστος, με ξεχωριστή χάρη και τέχνη.

Ο Ύπνος εντυπωσιάζεται βαθιά από το δώρο που πρόκειται να λάβει ως αντάλλαγμα για την προσφορά των υπηρεσιών του και είναι πρόθυμος να υπακούσει.
Όμως ξαφνικά προσπαθεί να αποφύγει να εξυπηρετήσει την Ήρα, προφασιζόμενος ότι του ζητάει να κοιμίσει τον δυσκολότατο από όλους τους Θεούς.
Διότι και αυτόν ακόμα τον βαθύρρουν Ωκεανό θα μπορούσε ο Ύπνος πιο εύκολα από τον Δία να κοιμίσει. Και υπενθύμισε στην Ήρα, τον κίνδυνο που διέτρεξε όταν και πάλι στον παρελθόν κατ’ εντολή της χρειάστηκε να κοιμίσει και πάλι τον Δία.

Τότε η Ήρα στην προσπάθειά της να τον πείσει, του υποσχέθηκε ότι θα του δώσει για γυναίκα του την ΧΑΡΙΤΑ ΠΑΣΙΘΕΑ η οποία αποτελεί πάντοτε τον μεγαλύτερο πόθο του Ύπνου…

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να ερμηνεύσουμε τι σημαίνουν λοιπόν όλοι αυτοί οι μυστηριώδεις συμβολισμοί του Ομήρου και πως θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν στην κατανόηση του Μυστηρίου του Ύπνου.

Η ΠΑΣΙΘΕΑ συμβολίζει την ικανότητα του Ανθρώπου να δει με τους ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥΣ τα πάντα και κυρίως τα μυστήρια του Αόρατου ή Νοητού Κόσμου.

Άρα η Πασιθέα συμβολίζει το ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ της λειτουργίας του Ονείρου, το οποίο μας προσφέρει την «ΘΕΑ τοις ΠΑΣΙ» δηλαδή την πλήρη θέαση του Αοράτου κόσμου.
Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για να εμφανιστεί η Πασιθέα, είναι να μην λειτουργεί καθόλου ο Νους μας, δηλαδή η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ μας.
Διότι όπως είναι λογικό, όταν ο Δίας-Νους κοιμηθεί, θα καταστείλει τις λειτουργίες της ΣΥΝΕΊΔΗΣΗΣ μας, με άμεση συνέπεια να λειτουργήσει υποχρεωτικά το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ μας, το οποίο και θα μπορεί να εκφραστεί πλέον μέσω των ονείρων μας!

Φαίνεται ότι αυτό το τόσο σημαντικό γεγονός, μπορεί να επιτευχθεί με τον διαχωρισμό της Ψυχής από το Σώμα, κάτι που όπως είναι γνωστό, μπορεί να συμβεί κατά την διάρκεια του Ύπνου.

Έτσι εξηγείται και αυτή η παντοδυναμία του Ύπνου την οποία σε αντίθεση με όλους σύγχρονους επιστήμονες, αντιλαμβάνεται τόσο ξεκάθαρα ο Όμηρος ως εξής:

Όταν βρισκόμαστε σε εγρήγορση, ο ΝΟΥΣ ΑΔΡΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ, άρα και την εμφάνιση της Πασιθέας, διότι η λειτουργία του Δία- Νου μας, περιορίζεται σε μία μόνο θέα, στην εξωτερική θέα του προσώπου που θεάται και όχι της Ψυχής του.

Δηλαδή ο Νους, περιορίζεται μόνο στην αντίληψη του ΟΡΑΤΟΥ και του πρόσκαιρου και αδυνατεί πλήρως να αντιληφθεί ο,τιδήποτε έχει σχέση με την ΑΟΡΑΤΗ την αιώνια και άφθαρτη Ψυχή του.

Με άλλα λόγια, ο Νους μπορεί να αντιληφθεί μόνο την υλική θέα των φυσικών οφθαλμών του και όχι την Ψυχική Θέα του Πνευματικού του οφθαλμού, γνωστό και σαν «Τρίτο Μάτι» αφού αυτό βρίσκεται υποχρεωτικά σε αδράνεια, για όσο χρονικό διάστημα βρίσκεται σε λειτουργία ο Νους μας.

Η Πασιθέα εκφράζει με μοναδική οικονομία την «Θέα τοις Πάσι», δηλαδή την πρόσβασή μας κατά την διάρκεια του ύπνου μας, σε όλους τους χώρους όλων των Συμπάντων.
Τόσο ισχυρή και σημαντική είναι η δύναμη του Ύπνου αν γνωρίζουμε πώς να θυμόμαστε τα όνειρά μας.

Ο σκοπός λοιπόν για τον οποίο η Ήρα επικαλείται τον Ύπνο, είναι για να θέσει σε λειτουργία μέσω αυτού, την διαδικασία των Ονείρων και να αντιληφθεί μέσω της λειτουργίας της Ψυχής της, αυτά που δεν μπορεί μέσα από την λειτουργία του Νου.

Βεβαίως θα πρέπει απαραιτήτως να διευκρινίσουμε ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, διότι όπως μας αποκαλύπτει και πάλι ο Όμηρος, όλα τα όνειρα δεν έχουν την ίδια δυναμική!

Υπάρχουν λοιπόν δύο εντελώς διαφορετικές κατηγορίες ονείρων:

1.Τα ΕΝΥΠΝΙΑ, τα οποία δεν μας αποκαλύπτουν καμμία σημαντική πληροφορία. 

2.Τα ΟΝΕΙΡΑ, που αν γνωρίζουμε να τα αποκωδικοποιήσουμε είναι άκρως αποκαλυπτικά και σημαντικά για την εξέλιξή μας.


Ο Όμηρος, ο μεγαλύτερος ψυχολόγος όλων των εποχών γνωρίζει πολύ καλά αυτό το γεγονός όπως μας πληροφορεί στην Οδύσσεια στους αποκαλυπτικούς στίχους:


«Τὸν δ’αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια:

-Ξεῖν’ ἦ τοι ὄνειροι ἀμήχανοι, ἀκριτόμυθοι

γίγνοντ’ οὐδὲ τι πάντα τελείεται ἀνθρώποισιν:

δοιαὶ γάρ τε πύλαι ἀμενηνῶν εἰσιν ὀνείρων:

αἱ μὲν γάρ κεράεσσι τετεύχαται, αἱ δ’ ἐλέφαντι…»


Τότε στον Οδυσσέα απάντησε η Πηνελόπη:


-Ξένε τα όνειρα δύσκολο είναι κανείς ακριβώς να εξηγήσει.

Δεν είναι βέβαιο πως θα συμβούν όσα βλέπει κανείς στον ύπνο του!

Γιατί ΔΥΟ ΠΥΛΕΣ υπάρχουν απ’ όπου τα όνειρα φτάνουν

η μία είναι φτιαγμένη από το ΠΥΚΝΟ ΕΛΕΦΑΝΤΟΔΟΝΤΟ

κι η άλλη απ’ την ηχητική των ΚΕΡΑΤΩΝ των ζώων την ύλη…


Θα πρέπει λοιπόν να γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με τον Όμηρο:

υπάρχουν ΟΝΕΙΡΑ ΧΡΗΣΙΜΑ, αλλά

υπάρχουν και ΟΝΕΙΡΑ ΑΧΡΗΣΤΑ.


Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι για να ερμηνεύσουμε κάποιο όνειρο, πρέπει καταρχήν να γνωρίζουμε να ξεχωρίζουμε τα χρήσιμα από τα άχρηστα όνειρα.

Διότι μόνο η σωστή ερμηνεία και εξήγηση των ονείρων μας θα μπορούσε να αποτελέσει μια σημαντική βοήθεια για να ανακαλύψουμε τον πραγματικό μας εαυτό…

Το είδαμε εδώ

Νέμεσις: Ιχναίη, Αδράστεια, Ραμνουσία



Ελάχιστα γνωρίζουμε για τη Νέμεσι, αυτή την αρχαιότατη θεότητα, που προσδιορίζεται άλλοτε ως Ιχναίη, άλλοτε ως Αδράστεια ή Ραμνουσία. Η ετυμολογία, η ρίζα του ονόματος «νέμω», δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας. Με τον καιρό απέκτησε τη σημασία της ανάληψης δικαστικής δράσης εκ μέρους της εξουσίας ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Ως λέξη η «Νέμεσις» έχει αντικειμενική αξία και όχι υποκειμενική. Αναφέρεται στο φορέα της εξουσίας που την ασκεί. Μεταφορικά λέγοντας «Νέμεσι» εννοούμε τη θεία δίκη.

Ήταν η Νύχτα σύμφωνα με τη θεογονία του Ησίοδου και τον Παυσανία, που δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε την Νέμεσι, για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις. Στα Διονυσιακά του Νόννου έχουμε μια διαφορετική άποψη, που θέλει την Νέμεσι κόρη του Ωκεανού, ενώ ο Υγίνος την περιγράφει ως δημιούργημα του Ερέβους και της Νύχτας.

Ονομαζόταν, επίσης, Ραμνουσία, εξαιτίας ενός αγάλματος και ενός ναού της στην Ραμνούντα, χωριό της βόρειας Αττικής. Το επίθετο Αδράστεια που της αποδόθηκε, «εκείνη από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει», ανήκε μάλλον αρχικά στη φρυγική θεότητα Κυβέλη και της αποδόθηκε μεταγενέστερα. Η Νέμεσις ως θεότητα προσωποποιούσε μαζί με άλλες (Θέμιδα, Ειμαρμένη κ.ο.κ.) την έννοια της δικαιοσύνης και αποκαθιστούσε την τάξη (της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας, του κόσμου), όταν αυτή διασαλευόταν. Τότε τιμωρούσε την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων (την ύβριν). Αν κάποιος αδικεί τους άλλους συνεχώς, και κάποια στιγμή η ίδια η ζωή του θέσει οδυνηρό φρένο στη στρεβλή πορεία του, τότε μιλάμε για «θεία δίκη».

Ας δούμε όμως το μυθολογικό πλαίσιο στο οποίο κινείται η Νέμεσις. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι υπήρχε ναός αφιερωμένος στη θεά στη Σμύρνη. Ορισμένοι συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Απολλόδωρος, γράφουν πως η Νέμεσις όταν ενώθηκε με τον Δία, γέννησε την Ελένη. Παρόλο που η Νέμεσις υπέστη μεγάλη καταδίωξη για να αποφύγει τον πόθο του Δία, ενώθηκε μαζί του με τη μορφή χήνας, όταν ο Δίας είχε τη μορφή κύκνου. Κατά την καταδίωξή της πέρασε η Νέμεσις χώρες και ηπείρους, θάλασσες όπου μεταμορφώνονταν σε ψάρι, και γενικά άλλαζε εκείνη συνέχεια μορφή. Η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο βρήκε στο δάσος ένας βοσκός και το έδωσε στη Λήδα. Η Λήδα το έκλεισε σε ένα ερμάρι και όταν γεννήθηκε η Ελένη, την ανέθρεψε σαν κόρη της. Υπάρχουν άλλες δύο εκδοχές για το αυγό αυτό:

α) ότι ο Ερμής το έριξε στον κόρφο της Λήδας
β) ότι έπεσε από τον ουρανό.

Από αυτή την ιστορία της ένωσης της Νέμεσης με τον Δία, αντιλαμβανόμαστε μια «υδάτινη» φύση (μεταμόρφωση σε ψάρι, ένωση με τον Δία υπό τη μορφή χήνας). Είναι σαν η Πύρινη όψη (Δίας-κεραυνοί) στην ένωσή της με το Νερό (Νέμεσις) να δίνουν τη φωτιά μέσα στο νερό. Η φωτιά μέσα στο νερό είναι η Ελένη (Ελμ, φαινόμενο που περιγράφουν οι ναυτικοί, αν ανατρέξουμε στο άρθρο «Κάστωρ και Πολυδεύκης-Ουράνιοι Δίδυμοι»). ΄Ετσι κι αλλιώς, η Ελένη είναι αδελφή φυσική ή όχι των Κάστορα και Πολυδεύκη.

Υπάρχει και μια παρόμοια άποψη της μυθολογικής διαδρομής της Νέμεσης. Λεγόταν πως από την ένωση του Ταρτάρου και της Νέμεσης γεννήθηκαν οι Τελχίνες. Τα ονόματά τους ήταν Χρυσός, ¶ργυρος και Χαλκός, από τα μέταλλα που είχαν ανακαλύψει ή κατά τον Βακχυλίδη Ακταίος, Μεγαλήσιος, Ορμενός και Λύκος. Οι Τελχίνες ήταν μάγοι και προκαλούσαν βροχή, χαλάζι, χιόνι και κεραυνούς. Ήταν πνεύματα της φωτιάς-ηφαιστειακά, από ρίζες έφτιαχναν φίλτρα θαυματουργά και κατείχαν τρομερές δεξιότητες. Περιγράφονται ενίοτε δίχως χέρια ή πόδια. Ήταν όντα αμφίβια και είχαν κάτι από άνθρωπο και κάτι από ψάρι, σαν τον Όανες της σουμερο-βαβυλωνιακής μυθολογίας. Τους περιέγραφαν με μεμβράνη στα δάχτυλα και φημισμένες οικογένειες ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τη γενιά τους.

Όπως και να ‘χει, άλλη μία ένωση της Νέμεσης με την αρσενική όψη, έχει ως αποτέλεσμα το πυρ μέσα στο ύδωρ, καθώς είδαμε να περιγράφεται η φύση αυτών των πλασμάτων. Σύμβολα της θεάς είναι ο πήχυς και το χαλινάρι. Τα σύμβολα αυτά είναι ενδεικτικότατα της λειτουργίας της, να προσμετρά τις ανθρώπινες σκέψεις, συναισθήματα, δράσεις και να θέτει ένα όριο στην αχαλίνωτη ασυδοσία του εγωισμού των ανθρώπων. ΄Ετσι η έπαρση των θνητών έναντι των Κοσμικών Νόμων (ύβρις) και η κατάφωρη αδιαφορία για το Κοινό Καλό, σαρώνονται με τη δράση της Νέμεσης και εδώ μοιάζει με Συμπαντική Ζυγαριά που απονέμει αέναα Δικαιοσύνη.


Εσένα την Νέμεση καλώ,
τη βασίλισσα την πανίσχυρη,
μέσω της οποίας αποκαλύπτονται οι πράξεις των θνητών ανθρώπων,
την αιώνια, την αξιοσέβαστη, με την απεριόριστη όραση,
εκείνη που αγαλιάζει με το ορθό και το δίκαιο
[...]σε κάθε θνητό είναι γνωστή η επιρροή σου,
και οι άνθρωποι βογγούν πίσω από τα δίκαια δεσμά σου,
γιατί κάθε σκέψη καλά κρυμμένη στο μυαλό,
ξεκάθαρα αποκαλύπτεται στη θέα σου.
[...] Έλα ευλογημένη και ιερή Θεά, εισάκουσε την προσευχή μου,
και βάλε στη φροντίδα σου τη ζωή του πιστού σου,
την αγαθοεργή σου βοήθεια δώσε στην ώρα της ανάγκης,
και άφθονη ισχύ στη δύναμη της λογικής,
τις σκέψεις τις ασεβείς, τις αλλαζονικές και τις χαμερπείς διώξε μακριά.

–Ορφικός Ύμνος 61 στην Νέμεσιν

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Στράβων 9.1.17
Απολλόδωρος 3.127f
Υγίνου, Αστρονομία, 2.8
Ησίοδου, Θεογονία, 223
Παυσανίας 7.5.3
Νόννου, Διονυσιακά, 48.375
Βακχυλίδης, Αποσπ.
Ομηρικός Ύμνος III στον Δήλιο Απόλλωνα 89f
Ορφικός Ύμνος 61 στην Νέμεσιν
Greek Lyric IV, Βακχυλίδης Αποσπ. 52 (από τον Τζέτζη περί Θεογονίας)
Dr. Vollmer's Wörterbuch der Mythologie aller Völker, Stuttgart: Hoffmann'sche Verlagsbuchhandlung, 1874.
Λεξικόν Σουΐδα, λήμμα: Ραμνουσία Νέμεσις

Το είδαμε εδώ

Oι μεταμορφώσεις του Πρωτέα

Πρόκειται για έναν μικρό θαλάσσιο θεό, ο οποίος βρίσκεται στην υπηρεσία του μεγάλου θεού της θάλασσας του Ποσειδώνα. Εμφανίζεται ως φύλακας των θαλασσίων ζώων και ιδιαιτέρως των φωκιών και παρουσιάζει εξαιρετικά σημαντικές ιδιότητες.

Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Πρωτέα, ως γέροντα, να φοράει τον σκούφο των ληστοπειρατών και μάλιστα τον παρουσιάζει σαν έναν ΜΑΝΤΗ, ο οποίος έχει την ικανότητα να ΠΡΟΛΕΓΕΙ ΑΛΑΝΘΑΣΤΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ.

Ο τόπος της κατοικίας του, ήταν ένα υπερμέγεθες άντρο που βρισκόταν στον ΒΥΘΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ, από το οποίο έβγαινε το μεσημέρι, για να κοιμηθεί κάτω από την σκιά των βράχων της παραλίας, πολλές φορές ανάμεσα στις φώκιες, αλλά και στα άλλα θαλάσσια τέρατά του!

Αυτή ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή, που αν κάποιος ήθελε να ΜΑΘΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ από τον προφητικό γέροντα, έπρεπε να καταφέρει, να τον συναντήσει την ακριβώς, κατά την διάρκεια αυτής της ώρας που κοιμόταν.

Όταν γινόταν αυτό, τότε ο Πρωτέας, ΑΛΛΑΖΕ ΜΟΡΦΕΣ και ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΟΤΑΝ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΣ ΣΧΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ!

Έπαιρνε την μορφή πυρός, την μορφή ύδατος και διάφορες μορφές θηρίων, προκειμένου να αποφύγει την ανάγκη να προφητεύσει...

Όταν όμως διαπίστωνε ότι οι προσπάθειές του απέβαιναν μάταιες, λάμβανε και πάλι την αρχική του μορφή, ο «νημερτής άλιος γέρων» και προφήτευε χωρίς να υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να κάνει λάθος σε αυτά που θα έλεγε!

Κατά τον Ηρόδοτο, αλλά και πολλούς άλλους έπειτα ποιητές και μυθογράφους, ο Πρωτέας ήταν γιος του Ποσειδώνα και είχε σύζυγό του την Ψαμάθη ή Τορώνη, από την οποία απέκτησε τρεις γιους: Τον Τηλέγονο και τον Πολύγονο και τον Θεοκλύμενο, όπως και μια θυγατέρα την Θειώνη.

Ο Πρωτέας είχε ιδρύσει το δικό του βασίλειο, σε μία περιοχή της Θράκης. Όμως οι δύο γιοι του έκαναν κατάχρηση της εξουσίας τους και συχνά διέπρατταν αδικήματα. Μεταξύ άλλων, ανάγκαζαν τους ταξιδιώτες να παλεύουν μαζί τους και τελικά τους σκότωναν.

Ο Πρωτέας ζούσε ειρηνικά με την οικογένειά του, ώσπου ένα τραγικό συμβάν ήρθε να ανατρέψει την ευτυχισμένη ζωή του. Ο Ηρακλής που κάποτε πέρασε από εκεί, μονομάχησε με τους δύο πρώτους γιους του Πρωτέα και τους σκότωσε.

Ο Πρωτέας λυπήθηκε τόσο πολύ από τον θάνατό τους που δεν άντεξε τον αβάσταχτο πόνο και αποφάσισε να πέσει στην θάλασσα για να πνιγεί. Οι Θεοί όμως τον ευσπλαχνίστηκαν και όχι μόνο δεν τον άφησαν να πεθάνει, αλλά του χάρισαν την αθανασία, μεταμορφώνοντάς τον σε θεό των νερών.

Παρόλα αυτά, όσοι τον γνώριζαν έλεγαν ότι μετά από τον θάνατο των δύο γιων του, ο Πρωτέας ήταν πάντα ανέκφραστος, δεν μιλούσε και δεν γελούσε ποτέ.
Μετά τον θάνατο των παιδιών του, ο Πρωτέας ζήτησε από τον Ποσειδώνα να εγκατασταθεί στην Αίγυπτο.

Πράγματι, ο θεός άκουσε την παράκλησή του και αποφάσισε να τον βοηθήσει. Έτσι λοιπόν του έφτιαξε έναν δρόμο που ένωνε την Θράκη με την Αίγυπτο. Ο δρόμος αυτός περνούσε πάνω από τη θάλασσα κι έτσι ο Πρωτέας έφτασε μέχρι εκεί χωρίς καν να βρέξει τα πόδια του!
Έγινε βασιλιάς της Μέμφιδας και η Δράση που ανέπτυξε, ήταν εξαιρετικά πλούσια. Κατά την διάρκεια της βασιλείας του, φιλοξένησε τον Διόνυσο, στις ανά τον κόσμο περιπλανήσεις του.
Επίσης περιέθαλψε τον Πάρη και την απαχθείσα Ωραία Ελένη, όταν κατά την διάρκεια μιας τρικυμίας προσορμίστηκαν στην Αίγυπτο.

Όταν όμως ο Πρωτέας πληροφορήθηκε για το έγκλημα της απαγωγής, κράτησε κοντά του την Ωραία Ελένη και έδωσε στον Πάρη αντί αυτής, ένα είδωλό της, ή το φάντασμά της!
Στην συνέχεια, παρέδωσε αργότερα την πραγματική Ωραία Ελένη στον νόμιμο σύζυγό της τον Μενέλαο, όταν επέστρεψε από την Τροία.

Ο Πρωτέας όμως δεν αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα μιας θεότητας που μεταμορφώνεται. Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί η Θέτις, η οποία ως θαλάσσια θεά, διέθετε επίσης ανάλογες δυνατότητες μεταμόρφωσης, με αυτές του Πρωτέα.
Είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό το περιστατικό που περιγράφεται κατά την διάρκεια των περίφημων γάμων της Θέτιδας και του Πηλέα.
Την στιγμή που ο Πηλέας επιχείρησε να την πλησιάσει, η Θέτις άρχισε να μεταμορφώνεται διαδοχικά σε πυρ, σε ύδωρ, σε λιοντάρι, σε θαλάσσιο όφι, σε δράκοντα και τελικά σε δέντρο!
Τελικά ο Πηλέας, μετά από μεγάλη προσπάθεια κατάφερε να την υποτάξει, όταν ο Κένταυρος Χείρωνας, ο οποίος ήταν ένας από τους καλεσμένους στους γάμου, το συμβούλεψε να την κρατάει την Θέτιδα, όσο πιο σφιχτά μπορεί μέσα στην αγκαλιά του.

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι οι δυνατότητες της μεταμόρφωσης αλλά οι μαντικές ικανότητες του Πρωτέα, συγκροτούν την προσωπικότητα ενός ακόμα εξαιρετικά ενδιαφέροντος όσο και άγνωστου προσώπου μέσα στην πλουσιότατη μυθολογία μας.

Το είδαμε εδώ  

Ερέχθειο και Κέκροπας

Ο Κέκροπας, γιος της Μητέρας Γης και μυθικός ιδρυτής της πρώτης πόλης των Αθηνών στην Ακρόπολη (που ονομαζόταν Κεκροπία εκείνο τον καιρό), είναι ο πρώτος αττικός ήρωας και χθόνια θεότητα, παρουσιαζόμενος συνήθως ως διφυής, από τη μέση και πάνω άνθρωπος και από τη μέση και κάτω φίδι.



Θεωρείται γενάρχης των Αθηναίων (Κεκροπίδες), ενώ πιστεύεται ότι ο τάφος του βρισκόταν στο βορειοδυτικό τμήμα της στοάς των Καρυάτιδων στο Ερέχθειο (Κεκρόπιο).

Λατρευόταν κυρίως στην Ακρόπολη υπό τη μορφή φιδιού, έχοντας το δικό του ιερέα, ενώ σ’ αυτόν αποδίδονται η θέσπιση διάφορων νόμων, η εφεύρεση της γραφής, η απογραφή του πληθυσμού, η κατάργηση των ανθρωποθυσιών, η ταφή των νεκρών, ο τρόπος οικοδόμησης οικιών αλλά η διαιτησία στη διαφωνία μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα για την κηδεμονία της πόλης.

Ο Κέκροπας πρέπει να έζησε γύρω στα 1600 π.Χ.. Σύζυγος του Κέκροπα ήταν η Άγλαυρος, κόρη του Ακταίου, πρώτου βασιλιά των Αθηνών, ενώ αργότερα λέγεται πως ο Κέκροπας έγινε σύζυγος με τη Μητιάδουσα, αδελφή του Δαιδάλου. Η Άγλαυρος ήταν η προσωποποίηση της γονιμότητας του εδάφους και του λαμπρού φωτός. Ο Ακταίος, ο πρώτος γηγενής βασιλιάς της Αττικής, έδωσε το όνομά του στη χώρα του: Ακταία – Ακτική - Αττική.



Ο Κέκροπας έχτισε πόλεις στην Εύβοια και την Κωπαΐδα. Λατρευόταν επίσης στα Μέγαρα, τη Βοιωτία, τον Αλίαρτο, την Εύβοια, τη Θράκη και τη Σαλαμίνα της Κύπρου. Θεωρείται ο ιδρυτής της λατρείας του Δία Υπάτου και της Πολιάδας Αθηνάς. Ήταν κριτής στη φιλονικία Ποσειδώνα - Αθηνάς για την θεϊκή προστασία της πόλης. Προτίμησε την Αθηνά.


Σύμφωνα με τον μύθο, οι αντίπαλοι ανέβηκαν πάνω στον βράχο της Ακρόπολης, όπου ήρθαν και οι άλλοι δέκα θεοί από τον Όλυμπο για να κάνουν τον δικαστή στη διαφωνία των δυο θεών, ενώ ο Κέκροπας παρίστατο ως μάρτυρας. Πρώτος ήρθε ο Ποσειδώνας, στάθηκε στη μέση του βράχου και με την τρίαινά του έδωσε ένα δυνατό χτύπημα στο έδαφος.

Αμέσως ξεπήδησε ένα κύμα αλμυρού νερού που σχημάτισε μια μικρή λίμνη που την ονόμασαν «Ερεχθηίδα θάλασσα».

Μετά ήρθε η σειρά της Αθηνάς να παρουσιάσει το δώρο της και αφού κάλεσε τον Κέκροπα για μάρτυρα, φύτεψε μια ελιά πάνω στον βράχο, που ξεπετάχτηκε γεμάτη καρπό. Το δέντρο αυτό σωζόταν για πολλά χρόνια αργότερα. Μετά από το δώρα της Αθηνάς ο Δίας κήρυξε το τέλος του αγώνα και είπε στους άλλους θεούς να κρίνουν σε ποιον από τους δυο θεούς να δοθεί η πόλη.

Συγχρόνως ζήτησαν τη μαρτυρία και τη γνώμη του Κέκροπα. Αυτός από το βράχο ψηλά έριξε μια ματιά γύρω, αλλά όπου να γύριζε, τα μάτια του αντίκριζαν αλμυρό νερό, τις θάλασσες που από παντού έζωναν τη χώρα. Το δέντρο όμως που είχε κάνει η Αθηνά να φυτρώσει ήταν το πρώτο που φύτρωσε σε όλη τη χώρα και ήταν συνάμα για την πόλη η υπόσχεση για δόξα και ευτυχία. Γι' αυτό ο Κέκροπας θεώρησε πως το δώρο της Αθηνάς ήταν πιο χρήσιμο και έτσι της δόθηκε η κυριαρχία της πόλης.

Ο Κέκροπας διαίρεσε τους κατοίκους της Αθήνας σε τέσσερις φυλές, την Αθήνα σε τέσσερις περιοχές, που τις ονόμασε Κεκροπίς, Αυτόχθων, Ακταία και Παραλία, κάθε μια με περίπου είκοσι χιλιάδες κατοίκους. Εκτός αυτού διαίρεσε την Αττική σε δώδεκα αυτόνομους δήμους.

Το είδαμε εδώ 

Ο Μύθος της Λεμονιάς

Ήταν κάποτε ένα όμορφο δέντρο. Αυτό το δέντρο ήταν φουντωτό και είχε  πολύ γλυκούς και ωραίους ροδοκόκκινους καρπούς. Όποιος περνούσε από εκεί σταματούσε και το θαύμαζε. Το δέντρο που έβλεπε στα μάτια όλων τον θαυμασμό καμάρωνε και άρχισε να το παίρνει πάνω του. Σιγά σιγά έγινε ένα πολύ φαντασμένο  και κακό δέντρο. Σκέφτηκε να μην ξαναφήσει κανέναν να κόψει τους καρπούς του. Και αποφάσισε να  βγάλει στα  κλαδιά του μεγάλα και δηλητηριώδη αγκάθια για να μην μπορεί να το πλησιάσει κανείς.  Οι καρποί του σάπιζαν και έπεφταν κάτω άχρηστοι πια αφού τα κρατούσε πάνω μέχρι να χαλάσουν τελείως.

Όποιοι περαστικοί δοκίμαζαν να κόψουν από τους όμορφους αυτούς καρπούς αμέσως τους τρύπαγε με τα αγκάθια του και τους έπρηζε το χέρι με το δηλητήριο του. Μια μέρα πέρασε από εκεί η Θεά της σοφίας, η Αθηνά και κάθισε  δίπλα από το όμορφο δέντρο και το κοίταζε. Ένα παιδί που έπαιζε εκεί κοντά θέλησε να κόψει ένα φρούτο για  να φάει. Το κακό και αλαζονικό δέντρο έβγαλε αμέσως τα αγκάθια του και τρύπησε με δύναμη το παιδί. Το παιδάκι τρόμαξε όταν είδε το μικρό του χεράκι να τρέχει αίμα, αλλά και  από τον πόνο  που ένοιωσε με το τσίμπημα. Όταν αρχισε το χέρι να πρήζεται έβαλε τα κλάματα. Ή θεά Αθηνά μεταμορφώθηκε τότε σε μια γριούλα και πήγε κοντά του. Σώπα, του λέει παιδάκι μου δώσε μου το χεράκι σου να του βάλω μια αλοιφή με βότανα και θα σου περάσει αμέσως. Πράγματι το φάρμακο έδρασε αμέσως, το αίμα σταμάτησε όπως και ο πόνος και το πρήξιμο από το τσίμπημα έφυγε. Το παιδί ανακουφίστηκε και τράβηξε τον δρόμο για το σπίτι του. Η γριά τώρα πήγε κάτω από το δέντρο και άρχισε να του μιλάει. Άφησε με να κόψω δέντρο από τους καρπούς σου, πεινάω του είπε. Το δέντρο άρχισε να γελάει δυνατά και να λέει, σιγά να μην δώσω σε μια τόσο άσχημη γριά να φάει τον όμορφο καρπό μου. Και σε ποιόν δίνεις τον καρπό σου δεντράκι μου; ρώτησε πάλι η γριούλα, αν ήμουν όμορφη θα με άφηνες να κόψω; Όχι βέβαια απάντησε με θράσος το φαντασμένο δέντρο, δεν κάνω τους καρπούς και τους φροντίζω τόσο  πολύ για να τους κόβετε εσείς. 


Η γριούλα θύμωσε πολύ και χτύπησε κάτω το μπαστουνάκι που κρατούσε. Αμέσως μεταμορφώθηκε σε μια όμορφη κοπέλα που δεν ήταν άλλη από την Θεά Αθηνά. Φαντασμένο δέντρο από σήμερα θα αλλάξεις καρπούς και από γλυκούς θα βγάζεις ξινούς και το χρώμα τους θα είναι πράσινο σαν την κακία σου και μετά θα κιτρινίζει όπως το μίσος σου, του είπε και εξαφανίστηκε. Το δέντρο μετά την κατάρα άρχισε να μεταμορφώνεται, έπεσαν όλα τα αγκάθια του και οι καρποί του έγιναν πράσινοι και όταν ωρίμαζαν κίτρινοι.

Μια μέρα  πέρασε ένας χωρικός και βλέποντας το περίεργο αυτό δέντρο, έκοψε ένα καρπό και το δοκίμασε. Μόλις το έφαγε ξινίστηκε πολύ και το έφτυσε αμέσως. Το δέντρο άρχισε να κλαίει ήταν απαρηγόρητο. Τα φυλλαράκια του άρχισαν να μαραζώνουν και να κιτρινίζουν από την στεναχώρια του. Έφτασε κοντά στον θάνατο και όλη την ώρα έλεγε πόσο πολύ μετάνιωσε, που ήταν κακό και δεν άφηνε τους ανθρώπους να φάνε τους όμορφους καρπούς τους. Είχε βλέπετε καταλάβει και μετάνιωσε για την αλαζονεία του. Η Θεά Αθηνά είδε ότι μετανόησε και ένα πρωί πάει κοντά του και του λέει, επειδή είδα ότι μετάνιωσες θα σου φτιάξω λιγάκι τους καρπούς σου. Από τώρα και στο εξής θα βγάζεις ένα πολύ ωραίο άρωμα που θα ξεχωρίζει από τα αρώματα των αλλων δέντρων. Θα σε ονομάσω Λεμονιά που θα πει μετανιωμένος στην γλώσσα των Θεών και θα γίνεις ξακουστή παντού. Όλοι οι άνθρωποι θα θέλουν τους καρπούς σου. Τα φαγητά τους θα τα νοστιμίζουν οι καρποί σου.


Πράγματι το λεμόνι το δοκίμασε  για πρώτη φορά πειραματικά,  μια γυναίκα στο φαγητό της επειδή είχε ωραία μυρωδιά, ήταν μια σούπα και της πήγαινε πολύ ο χυμός του λεμονιού. Όσοι έφαγαν από αυτή την σούπα τρελάθηκαν από την νοστιμιά. Και έτσι γρήγορα μαθεύτηκε η χρήση του δέντρου λεμονιά. Όλοι οι άνθρωποι έκοβαν και αγόραζαν τα λεμόνια. Ταξίδεψε σε όλη την γη η φήμη του δέντρου με τους ωραίους και ωφέλιμους καρπούς.  Και έτσι άρχισαν να το φυτεύουν στους κήπους και στα χωράφια αφού έγινε απαραίτητο  πια στους ανθρώπους.  Η λεμονιά τώρα ήταν χαρούμενη που έγινε επιτέλους ένα χρήσιμο και αγαπημένο δέντρο για όλους.

Τώρα ξέρετε πως έγινε το δέντρο λεμονιά, από την Θεά Αθηνά και για αυτό έχει και θεραπευτικές ικανότητες μην φοβάστε να το τρώτε είναι θαυματουργό.

Το είδαμε εδώ    

Φιλοκτήτης - Ο εξόριστος ήρωας του Τρωικού πολέμου


Ο μύθος είναι από τους ωραιότερους της ελληνικής μυθολογίας. Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία ο Φιλοκτήτης, γιος του βοσκού Ποίαντος και της Δημωνάσσας, κατά άλλους, Μεθώνης, ήταν βασιλιάς των πόλεων Μελιβοίας, Ολιζώνας, Μεθώνης και Θαυμακίας, ονομαστός για την τοξευτική του δεινότητα.και η τύχη του ορίζεται πρώτα πρώτα από τη συνάντησή του με τον ημίθεο Ηρακλή.Αυτός είναι που θα οδηγήσει τους Έλληνες στη νικηφόρα έκβαση του 10ετούς πολέμου...

Ο Φιλοκτήτης έτυχε να περνά από την Οίτη όταν ο Ηρακλής, μη αντέχοντας τον πόνο, εξαιτίας του δηλητηριασμένου, από αίμα κενταύρου, χιτώνα, που του έδωσε να φορέσει η Δηιάνειρα, ζητούσε από το γιο του Ύλλο να ανάψει την πυρά για να τον κάψει και να λυτρωθεί, αλλά εκείνος δίσταζε. Κανείς από όσους βρίσκονται εκεί δεν τολμάει να το κάνει. Μόνον ο Φιλοκτήτης. Γι’ αυτό και ο ήρωας του έδωσε ως αντάλλαγμα το τόξο του και τα δηλητηριασμένα βέλη του.


Όταν οι Δωριείς αποφάσισαν να αποπλεύσουν για την Τροία, ο Φιλοκτήτης, κάτοχος του τόξου του Ηρακλή, εκστράτευσε μαζί με τους άλλους Έλληνες, επικεφαλής επτά πλοίων με Θεσσαλούς πολεμιστές, στο καθένα από τα οποία επέβαιναν 50 κωπηλάτες και έμπειροι τοξότες.

Μία εκδοχή του μύθου λέει ότι, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τον ερωτεύεται η Θεά Χρυσή. Εκείνος, όμως, αρνείται τον έρωτα της, αφού η μοίρα τον στέλνει στην Τροία. Η Θεά θυμωμένη και αποφασισμένη να εκδικηθεί, στέλνει το ιερό της φίδι που τον δαγκώνει στο πόδι. Η πληγή του, όμως, κακοφόρμισε και ανέδιδε τόση δυσοσμία, που δεν ήταν δυνατόν για κανέναν να την ανεχτεί. Με προτροπή του Οδυσσέα, οι Έλληνες αρχηγοί αποφασίζουν, ενώ εκείνος κοιμόταν, να τον βγάλουν στη Λήμνο και να τον εγκαταλείψουν εκεί.

Μια δεύτερη εκδοχή του μύθου αναφέρει ότι, ενώ ο στόλος των Ελλήνων έπλεε για την Τροία ο Φιλοκτήτης ανέλαβε να τους οδηγήσει στο νησί της θεάς Χρύσης, τη Λήμνο, που μόνο εκείνος γνώριζε πού βρισκόταν, για να πραγματοποιήσουν εκεί θυσία στο όνομα της θεάς, όπως πρόσταζε σχετικός χρησμός. Εκεί ο Φιλοκτήτης, σπρωγμένος από την Ήρα, που ήθελε να τον εκδικηθεί, γιατί είχε βοηθήσει τον Ηρακλή, νόθο γιο του συζύγου της Δία, πλησίασε τόσο κοντά στον ιερό χώρο που του επιτέθηκε μια Ύδρα, φύλακας του ιερού. Το φοβερό δηλητηριώδες ερπετό τον δάγκωσε στο πόδι. Η αθεράπευτη πληγή ανέδυε φοβερή δυσωδία, προκαλώντας του αφόρητους πόνους, ενώ οι κραυγές του τάραζαν τόσο τον στρατό, που οι σύντροφοί του δε δίστασαν, με την προτροπή του Οδυσσέα και των Ατρειδών να τον εγκαταλείψουν στο νησί.


Δέκα ολόκληρα χρόνια, όσο κράτησε ο Τρωικός πόλεμος, ο Φιλοκτήτης παρέμεινε στη Λήμνο, μόνος κι έρημος, υπομένοντας την άθλια ζωή στην οποία τον είχε καταδικάσει η μοίρα, με την πληγή πάντα να τον βασανίζει.

Θα ερχόταν, όμως, η μέρα που οι Έλληνες θα θυμούνταν τον Φιλοκτήτη.

Πράγματι, δίνεται χρησμός πως το Ίλιον δεν θα πέσει, αν δεν βοηθήσει το ανίκητο τόξο του Ηρακλή, το οποίο ο ημίθεος πεθαίνοντας είχε χαρίσει στον Φιλοκτήτη – τον μόνο άνθρωπο που διέθετε τέχνη και δύναμη αρκετή να το τανύσει – και αν ο Νεοπτόλεμος, γιος του Αχιλλέα, έρθει από τη Σκύρο και φορέσει τη σφυρηλατημένη από τον Ήφαιστο πανοπλία του πατέρα του.

Αφού πρώτα ο Οδυσσέας φέρνει το Νεοπτόλεμο στην Τροία, μαζί αναχωρούν για τη Λήμνο για να φέρουν τον πληγωμένο Φιλοκτήτη με το ηράκλειο τόξο και τα βέλη του. Εκείνος, όμως, αρνείται να τα δώσει, αφού δεν θέλει να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους που άλλοτε του έδειξαν τόση σκληρότητα.


Η παρέμβαση όμως του θεοποιημένου Ηρακλή θα πείσει το Φιλοκτήτη και θα οδηγήσει τους Έλληνες στη νικηφόρα έκβαση του 10ετούς πολέμου..Έτσι, ο Φιλοκτήτης επανέρχεται στο προσκήνιο του μύθου. Αφήνοντας πίσω του τον θυμό και την πίκρα από την εγκατάλειψή του στη Λήμνο και ξεχνώντας αυτά που είχε υποφέρει επί εννέα ολόκληρα χρόνια για την άρνηση ενός έρωτα, ξαναβρίσκεται να πολεμά στο πλευρό των Ελλήνων κάτω από τα τείχη της Τροίας. Κατορθώνει μάλιστα να γίνει ήρωας, όταν σκοτώνει τον Πάρη, κύριο υπεύθυνο για την φυγή της ωραίας Ελένης από την Ελλάδα, παίρνοντας εκδίκηση για την ατιμία που είχε συντελεστεί σε βάρος των Ελλήνων.

Ο Φιλοκτήτης ενέπνευσε τον Σοφοκλή να γράψει την ομώνυμη τραγωδία που αποτελείται από 1.471 στίχους, με κεντρικό πρόσωπο τον ομώνυμο ομηρικό ήρωα. Το έργο πραγματεύεται το θέμα της σύγκρουσης του συναισθήματος του πατριωτισμού με τον ανθρωπισμό. Παρουσιάστηκε στα Διονύσια το 409 π.Χ. και κέρδισε το πρώτο βραβείο. Απόσπασμα του θρήνου της εγκατάλειψης από τους συμπολέμιστές του ακολουθεί:

"Λέει ο Οδυσσέας:

Ξέρω καλά, παιδί μου, πως είσαι έτσι πλασμένος από τη φύση σου, που ούτε θές να λες ούτε να κάνεις ατιμίες, αλλά πρέπει να τολμήσεις. Γιατί θα είναι πολύ γλυκό το αντίτιμο της Νίκης.

Πούλα μου για την ώρα για λίγο την ψυχή σου (κι άμα τα καταφέρεις), θα κερδίσεις και μεγαλείο και πολλές τιμές απ' όλους.

Και παρακάτω:

ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΣ:Μα πάλι, δεν είν' αισχρό το αδιάντροπο το ψέμα;

ΟΔΥΣΣΕΑΣ:Όχι, αν με το ψέμα μπορείς να φτάσεις στο σκοπό σου.

ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΣ:Και με τι μούτρα να το τολμήσει αυτό κανείς;

ΟΔΥΣΣΕΑΣ:Όμως για τέτοιο κέρδος, πρέπει να είσαι αδίστακτος.

και η σπαρακτική περιγραφή του δράματος του Φιλοκτήτη:

" Αχ, ο θεόπικρος εγώ, ο πολυβασανισμένος, ούτε είδηση δεν πήρε ο κόσμος κι η Ελλάδα πως λιώνω εδώ στην εξορία!

Κι αυτοί που με παραπέταξαν κρυφογελούνε κι εμένα η αρρώστια όλο και πάει προς στο χειρότερο και με λιώνει. Παιδί μου, γιε του Αχιλλέα, εγώ είμ' αυτός - κι αυτό θα το 'χεις ακουστά -που κρατάει στα χέρια του τα όπλα του Ηρακλή, ο γιός του Ποίαντα, ο Φιλοκτήτης, που οι δυό αρχιστράτηγοι κι ο βασιλιάς των Κεφαλλήνων αδιάντροπα μ' εγκαταλείψαν εδώ να με ρημάζει η αρρώστια από την άγια της οχιάς δαγκωματιά, με το ποδάρι τούμπανο, κι έφυγαν απ' το νησί της Χρύσας με το στόλο. Σαν είδαν πως με νάρκωσε το κύμα, ξένοιασαν, και μ' αφήσαν κοιμισμένον σε τούτη δω την κώχη και λακίσαν αφού μου πέταξαν λίγα κουρέλια και για παρηγοριά, ξερό ψωμί, τον άμοιρο, που μακάρι η ίδια μοίρα να τους βρει. Τώρα καταλαβαίνεις τι ένιωσα, παιδί μου σαν ξύπνησα απ' το λήθαργο και δεν τους είδα. Τι πίκρα, τι δάκρυα έχυσα και τι βαριές κατάρες βγήκαν απ' το στόμα μου. Φώναζα. Να βλέπω τα πλοία μου και το στόλο να ξεμακραίνουν, να μη βλέπω άνθρωπο κοντά να με γιατρέψει. Σαν το συλλογιζόμουνα, παιδί μου, μ' έπιανε θλίψη, μ' έπαιρνε το παράπονο, πολύ πικρό παράπονο! Κι οι πονεμένες μέρες του δόλιου εμένα, μου βαριά κυλούσαν, στην έρημη σπηλιά.

Και για προσφάι είχα πετροπερίστερα που κάρφωνα με τη σαΐτα.

Έσερνα το σάπιο μου ποδάρι κι ολόκληρος σα φίδι τανυζόμουνα για να φτάσω τα λαβωμένα αγριοπούλια.

Ακόμα και για το νερό στα τέσσερα σερνόμουν και μεσ' στο καταχείμωνο, μέσα στους πάγους να σπάσω κάνα ξύλο για φωτιά, ο κακομοίρης. Τρίβοντας τις πέτρες έσκαγε η φωτιά για το προσάναμμα. Ψευτοβολεύτηκα στη ζέστα της σπηλιάς, υπόφερα το κρύο, μα ο πόνος μου ήταν ανυπόφορος. Τώρα είναι καιρός να μάθεις και για το νησί.

Κανένας ναυτικός δεν αποκότησε ν' αράξει εδώ. Ούτε λιμάνι, ούτ' εμπόριο, ούτε φιλοξενία υπάρχουν. Άνθρωποι μυαλωμένοι δεν το πλησιάζουν, εκτός αν ξεπέσουν. Γιατί μεσ' στη μακρόσυρτη ζωή πολλά συμβαίνουν. Αν άτυχος καραβοκύρης ξεστρατήσει προς τα εδώ, με σπλαχνίζεται και δίνει κάνα ρούχο ή ψωμί. Όμως, σαν τους παρακαλέσω να με πάρουν στην πατρίδα, μου τ' αρνιούνται.

Κι έτσι ο ταλαίπωρος χάνομαι δέκα χρόνια τώρα, μέσα στην πείνα, το μαράζι και στον πόνο της πληγής μου. Αυτά μου κάναν οι Ατρείδες και  η πέτρινη καρδιά τού Οδυσσέα.

Που να τους δώσουν οι Ολύμπιοι θεοί την ίδια τύχη με τα δικά μου πάθη!"

Το είδαμε εδώ