BREAKING NEWS
latest

ΕΠΙΒΙΩΣΗ

ΕΠΙΒΙΩΣΗ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τι σημαίνει η λέξη «Πατρίδα»


Το κείμενο αυτό είναι η μετάφραση από τα γαλλικά του λήμματος PATRIE, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό και του Ντ’ Αλαμπέρ (Encyclopedie de Diderot et d’ Alembert). Το λήμμα αυτό γράφτηκε την 1η Δεκεμβρίου 1765, από τον Louis de Jaucourt (D.J.).

Ο Ρήτορας που ασχολείται λίγο με τη λογική, ο γεωγράφος που δεν τον απασχολεί παρά μόνο η θέση των τόπων και ο χυδαίος λεξικογράφος θεωρούν σαν πατρίδα τον τόπο γέννησης, όποιος και αν είναι αυτός.

Αλλά ο φιλόσοφος γνωρίζει ότι αυτή η λέξη προέρχεται από το λατινικό pater, που αντιπροσωπεύει έναν πατέρα και παιδιά και επομένως εκφράζει την έννοια που αποδίδουμε στην οικογένεια, στην κοινωνία, στο ελεύθερο κράτος, του οποίου αποτελούμε μέλη, και του οποίου οι νόμοι εξασφαλίζουν τις ελευθερίες μας και την ευτυχία μας.

Δεν υπάρχει πατρίδα κάτω από το ζυγό του δεσποτισμού.

Τον περασμένο αιώνα, ο Colbert συνέχεε τη βασιλική επικράτεια με την πατρίδα. Τελικά, ένας σύγχρονός μας, παρουσίασε μια διατριβή γι αυτή τη λέξη, στην οποία προσδιόρισε με τόση χάρη και ακρίβεια, τη σημασία αυτού του όρου, τη φύση του και την ιδέα που πρέπει να του αποδώσουμε, που θα έκανα λάθος αν δεν εμπλούτιζα, ή μάλλον διαμόρφωνα, το άρθρο μου βασισμένο σε σκέψεις αυτού του πνευματικού ανθρώπου.

Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι δε γνώριζαν τίποτα πιο αγαπητό και πιο ιερό από την πατρίδα.

Έλεγαν ότι χρωστούν τα πάντα σ’ αυτή. Ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο για το οποίο να αξίζει κανείς να πάρει εκδίκηση, εκτός από την πατρίδα και τον πατέρα.

Ότι δεν πρέπει κανείς να έχει άλλους φίλους εκτός από τους φίλους της πατρίδας.

Ότι, απ’ όλους τους οιωνούς, ο καλύτερος είναι να μάχεται κανείς γι αυτήν.

Ότι είναι ωραίο, ότι είναι γλυκό να πεθάνει κανείς για να την υπερασπιστεί.

Ότι οι ουρανοί δεν αποκαλύπτονται παρά μόνο σε σ’ αυτούς που την έχουν υπηρετήσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μιλούσαν οι δικαστές, οι πολεμιστές και ο λαός.

Τι αντίληψη λοιπόν είχαν διαμορφώσει για την πατρίδα;

H πατρίδα, έλεγαν, είναι μια γη που όλοι όσοι την κατοικούν ενδιαφέρονται για την διατήρησή της, που κανείς δεν θέλει να την εγκαταλείψει, γιατί κανείς δεν εγκαταλείπει την ευτυχία του, και όπου οι ξένοι αποζητούν ένα άσυλο.

Είναι μια τροφός που προσφέρει το γάλα της με τόση ευχαρίστηση, όση νιώθουν αυτοί που το δέχονται.

Είναι μια μητέρα που αγαπά όλα τα παιδιά της, που δεν τα ξεχωρίζει παρά μόνο όσο ξεχωρίζουν από μόνα τους.

Που επιθυμεί να υπάρχει και η αφθονία και η μετριότητα, αλλά καθόλου φτώχεια.

Μεγάλοι και μικροί, αλλά κανένας στερημένος. Που, ακόμα και σ’ αυτή την άνιση μοιρασιά, διατηρεί ένα βαθμό ισότητας, ανοίγοντας σε όλους το δρόμο για τις πρώτες θέσεις.

Που δεν αντέχει να υποφέρει καμιά δυστυχία μέσα στην οικογένεια, παρά μόνο αυτές που δεν μπορεί να αποφύγει, την αρρώστια και τον θάνατο.

Που θεωρεί ότι δεν έχει κάνει τίποτα γεννώντας απλά τα παιδιά της, αν δεν τους εξασφαλίσει και την καλή ζωή.

Είναι μια δύναμη παλιά όσο και η κοινωνία, θεμελιωμένη στη φύση και την τάξη.

Μια δύναμη ανώτερη από κάθε άλλη που υπάρχει στα σπλάχνα της, άρχοντες, δικαστές, έφοροι, σύμβουλοι ή βασιλιάδες.

Μια δύναμη που υποτάσσει στους νόμους της τόσο αυτούς που διοικούν στο όνομά της, όσο και αυτούς που διοικούνται.

Είναι μια θεότητα που δέχεται προσφορές, μόνο και μόνο για να τις διαμοιράσει , που αποζητά μάλλον το συναισθηματικό δέσιμο παρά την πίστη, που χαμογελάει όταν κάνει το καλό και δυσανασχετεί όταν κατακεραυνώνει.

Τέτοια είναι η πατρίδα! Η αγάπη που της έχουμε οδηγεί στην πραότητα των ηθών και η πραότητα των ηθών οδηγεί στην αγάπη για την πατρίδα.

Αυτή η αγάπη είναι η αγάπη για τους νόμους και το καλό της πολιτείας, αγάπη που αναπτύσσεται μόνο στις δημοκρατίες.

Είναι μια πολιτική αρετή, βάσει της οποίας κανείς απαρνείται τον εαυτό του, προκρίνοντας το κοινό συμφέρον έναντι του δικού του. Είναι ένα συναίσθημα και όχι μια συνέπεια. Ο τελευταίος άνθρωπος σε ένα κράτος μπορεί να έχει αυτό το συναίσθημα, όπως ακριβώς και ο αρχηγός της δημοκρατίας.

Η λέξη πατρίδα είναι μια από τις πρώτες λέξεις που τα παιδιά ψέλλιζαν στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους.

Ήταν το πνεύμα των συζητήσεων και η κραυγή του πολέμου.

Εμπλούτιζε την ποίηση, διήγειρε τους ρήτορες, κυριαρχούσε στη γερουσία, αντηχούσε στο θέατρο και στις λαϊκές συνελεύσεις. Ήταν χαραγμένη στα μνημεία.

Ο Κικέρων έβρισκε αυτή τη λέξη τόσο προσφιλή, που την προτιμούσε από κάθε άλλη, όταν μιλούσε για τα συμφέροντα της Ρώμης.

Υπήρχαν επίσης, στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους, συνήθειες που τάφοι, επιτάφιοι λόγοι, ήταν όλα πηγές του πατριωτισμού.

Υπήρχαν επίσης πραγματικά λαϊκά θεάματα, όπου όλες οι τάξεις διασκέδαζαν από κοινού. Βήματα όπου η πατρίδα, μέσω των λόγων των ρητόρων, διαβουλευόταν με τα παιδιά της, πάνω στα μέσα που θα τα καθιστούσαν ευτυχισμένα και ελεύθερα.

Αλλά ας περάσουμε στην απαρίθμηση των στοιχείων που θα αποδείξουν όλα όσα έχουμε ήδη αναφέρει.

Όταν οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα, άκουγε κανείς από τη μια πλευρά τη φωνή ενός αυτοκρατορικού άρχοντα που ωθούσε σκλάβους στη μάχη και από την άλλη τη λέξη πατρίδα που κινητοποιούσε ελεύθερους ανθρώπους.

Οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα πιο πολύτιμο από την αγάπη για την πατρίδα. Το να εργάζονται γι αυτήν ήταν η ευτυχία και η δόξα τους.

Ο Λυκούργος, ο Σόλων, ο Μιλτιάδης, ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης προτιμούσαν την πατρίδα τους από κάθε τι άλλο στον κόσμο.

Ο ένας, σε ένα πολεμικό συμβούλιο που οργανώθηκε από τη δημοκρατία, βλέπει το μπαστούνι του Ευρυβιάδη να σηκώνεται κατά πάνω του. Δεν απαντά παρά με τις παρακάτω τρεις λέξεις: χτύπα, αλλά άκουσε.

Ο Αριστείδης, αφού για μακρό διάστημα διαχειριζόταν τις δυνάμεις και τα οικονομικά της Αθήνας, δεν άφησε ούτε καν αυτά που χρειαζόταν για να ταφεί.

Οι γυναίκες στη Σπάρτη ήθελαν να αρέσουν όπως θέλουν και οι δικές μας. Αλλά θεωρούσαν ότι θα έφταναν πιο σίγουρα στο στόχο αυτό, αν συνδύαζαν το ζήλο για την πατρίδα με τις χάρες.

Πήγαινε, γιε μου, έλεγε η μια, εξοπλίσου για να υπερασπιστείς την πατρίδα και γύρισε ή με την ασπίδα σου ή πάνω στην ασπίδα σου, δηλαδή, νικητής ή νεκρός.

Παρηγορήσου, έλεγε η άλλη σε έναν από τους γιούς της, παρηγορήσου για το πόδι που έχασες, γιατί δε θα κάνεις ούτε βήμα χωρίς να σου θυμίζει ότι υπερασπίστηκες την πατρίδα.

Μετά τη μάχη στα Λεύκτρα, όλες οι μητέρες αυτών που είχαν χαθεί μαχόμενοι χαίρονταν, σε αντίθεση με τις άλλες, που έκλαιγαν πάνω στους γιους τους, που επέστρεφαν ηττημένοι.

Περηφανεύονταν ότι έφερναν άντρες στον κόσμο, γιατί, από την κούνια ακόμα, τους παρουσίαζαν την πατρίδα σαν πρώτη τους μητέρα.

Η Ρώμη, που είχε δεχτεί από τους Έλληνες την ιδέα ότι έπρεπε να διαμορφώσει πατρίδα, τη χάραξε πολύ βαθιά στην καρδιά των πολιτών της.

Υπήρχε ακόμα αυτή η ιδιαιτερότητα στους Ρωμαίους, ότι συνέδεαν ορισμένα θρησκευτικά συναισθήματα με την αγάπη που είχαν για την πατρίδα τους.

Αυτή η πόλη που είχε θεμελιωθεί με τους καλύτερους οιωνούς, αυτός ο Ρωμύλος που ήταν ταυτόχρονα ο βασιλιάς και ο θεός τους, αυτό το καπιτώλιο που ήταν αιώνιο όπως και η πόλη και η πόλη αιώνια όπως και ο ιδρυτής της, προξενούσαν στους Ρωμαίους εξαιρετική εντύπωση.

Ο Βρούτος, για να διατηρήσει την πατρίδα του, αποκεφάλισε τους γιούς του. Και μια τέτοια ενέργεια θα φαινόταν αφύσικη μόνο σε αδύναμα πνεύματα. Χωρίς το θάνατο των δυο προδοτών, η πατρίδα του Βρούτου θα εξέπνεε εν των γενάσθαι.

Ο Valerius Publicola δεν είχε παρά να αναφέρει το όνομα της πατρίδας για να καταστήσει λαϊκότερη τη Γερουσία.

Ο Menenius Agrippa, για να οδηγήσει τον κόσμο από τον Ιερό Λόφο στην καρδιά της δημοκρατίας. Η Veturia, για να αφοπλίσει το γιο της, τον Καριολάνο.. Οι Manus, Camille και Scipion, για να νικήσουν τους εχθρούς των Ρωμαίων. Οι δυο Κατώνες, για να διατηρήσουν τους νόμους και τα αρχαίο ήθη. Ο Κικέρων, για να τρομάξει τον Αντώνιο και να κεραυνοβολήσει τον Κατιλίνα.

Έχει λεχθεί ότι αυτή η λέξη πατρίδα περιείχε μια μυστική αρετή, όχι για να καθιστά τους πιο δειλούς γενναίους, κατά την έκφραση του Lucien, αλλά επίσης για να γεννά ήρωες σε κάθε γενιά, για να πραγματοποιεί κάθε είδους θαύματα. Καλύτερα να πούμε ότι, στο πνεύμα αυτών των Ελλήνων και Ρωμαίων, υπήρχαν αρετές που τους καθιστούσαν ευαίσθητους στο νόημα της λέξης.

Δεν αναφέρομαι σε αυτές τις μικρές αρετές που αποσπούν επαίνους σαν ανταμοιβή στις μικρής κλίμακας κοινωνίες μας.

Εννοώ αυτές τις ιδιότητες του πολίτη, αυτή τη δύναμη ψυχής που μας κάνει να πραγματοποιούμε και να υπομένουμε μεγάλα έργα για το κοινό καλό.

Ο Fabius χλευάστηκε, περιφρονήθηκε, προσβλήθηκε, από το συναγωνιστή του και από το στρατό του. Χωρίς να δώσει σημασία, δεν άλλαξε τίποτα από το σχέδιό του, χρονοτρίβησε κι άλλο και έφτασε σχεδόν στο σημείο να νικήσει τον Αννίβα.

Ο Regulus, για να εξασφαλίσει ένα πλεονέκτημα για τη Ρώμη απορρίπτει την ανταλλαγή αιχμαλώτων, ενώ είναι ο ίδιος αιχμάλωτος και επιστρέφει στην Καρχηδόνα, όπου τον περιμένουν βασανιστήρια. Τα ίχνη του Decius τον εκθέτουν, στέλνοντάς τον σε σίγουρο θάνατο.

Στο βαθμό που θεωρούμε αυτούς τους πολίτες στρατηγούς σαν επιφανείς ανόητους και τις πράξεις τους σαν θεατρινίστικες αρετές, δε γνωρίζουμε καλά τη λέξη πατρίδα.

Ίσως να μην ακούστηκε αυτή η ωραία λέξη με περισσότερο σεβασμό, περισσότερη αγάπη, περισσότερη αξία, από την εποχή του Fabricius.

Όλοι γνωρίζουν αυτό που είπε στον Πύρρο: «Κρατήστε το χρυσό σας και τις τιμές σας, εμείς οι Ρωμαίοι, είμαστε όλοι πλούσιοι, γιατί η πατρίδα, για να μας ανεβάσει στα υψηλά αξιώματα, δε μας ζητάει παρά μόνο την αξία μας». Αλλά δεν γνωρίζουν όλοι ότι το ίδιο θα έλεγαν και χίλιοι άλλοι Ρωμαίοι.

Αυτός ο πατριωτικός τόνος ήταν ο γενικός τόνος σε μια πόλη, όπου όλοι οι κανόνες ήταν ηθικοί. Γι’ αυτό και η Ρώμη φάνηκε στον Κυνέα, τον πρεσβευτή του Πύρρου, σαν ναός και η Σύγκλητος σαν μια ακτινοβολούσα συνέλευση.

Τα πράγματα άλλαξαν μαζί με τα ήθη. Προς το τέλος της δημοκρατίας δεν αναγνώριζαν πια τη λέξη πατρίδα παρά για να τη βεβηλώσουν.

Ο Κατιλίνας και οι εξοργισμένοι συνεργοί του καταδίκαζαν σε θάνατο όποιον τη πρόφερε ακόμα στη ρωμαϊκή γλώσσα.

Ο Κράσσος και ο Καίσαρας δεν τη χρησιμοποιούσαν παρά για να συγκαλύψουν τη φιλοδοξία τους.

Κι όταν στη συνέχεια ο ίδιος ο Καίσαρας, διαβαίνοντας το Ρουβικώνα, είπε στους στρατιώτες του ότι θα έπαιρνε εκδίκηση για τις προσβολές που είχε δεχθεί η πατρίδα, έκανε κατάχρηση της δύναμης του στρατεύματός του.

Δεν μάθαιναν πια να αγαπούν την πατρίδα όσοι δειπνούσαν σαν τον Κράσσο, οικοδομούσαν σαν το Βερρές, κατέστρωναν σχέδια τυραννίας σαν τον Καίσαρα, κολάκευαν τον Καίσαρα σαν τον Αντώνιο.

Παρ’ όλ’ αυτά γνωρίζω ότι μέσα σ’ αυτή την κατάρρευση, της διακυβέρνησης και των ηθών, έβλεπε κανείς ακόμα κάποιους Ρωμαίους να αγωνιούν για το καλό της πατρίδας τους.

Ο Titus Labienus είναι ένα παράδειγμα πολύ ξεχωριστό. Αντιμετωπίζοντας με ανωτερότητα της ελκυστικές φιλοδοξίες, ο φίλος του Καίσαρα, ο σύντροφος και συχνά το μέσον για τις νίκες του τελευταίου, εγκατέλειψε χωρίς δισταγμό μια σίγουρη προοπτική. Και θυσιαζόμενος για την αγάπη της πατρίδας του, επέλεξε το κόμμα του Πομπήιου, όπου ρίσκαρε τα πάντα και όπου, ακόμα και σε περίπτωση επιτυχίας, δεν θα έβρισκε παρά πολύ μέτρια αναγνώριση.

Όμως τελικά η Ρώμη υπό τον Τιβέριο ξέχασε κάθε αγάπη για την πατρίδα. Και πώς άλλωστε θα μπορούσε να τη διατηρήσει;

Έβλεπε κανείς τη ληστεία συνδεδεμένη με την εξουσία, τη μηχανορραφία και την ίντριγκα να διαφεύγουν από κατηγορίες, όλα τα πλούτη στα χέρια των λίγων, μια υπερβολική χλιδή να αποτελεί προσβολή προς την ακραία ανέχεια, τον καλλιεργητή να θεωρεί το χωράφι του απλή πρόφαση για κακομεταχείριση.

Κάθε πολίτης να απαξιώνει το γενικό καλό, και να ενδιαφέρεται μόνο για το δικό του. Όλες οι αρχές της διακυβέρνησης είχαν διαφθαρεί. Όλοι οι νόμοι βασίζονταν στη θέληση του κυρίαρχου.

Περισσότερη δύναμη στη Σύγκλητο, σήμαινε μεγαλύτερη σιγουριά για τους ιδιώτες.

Οι Συγκλητικοί που θα ήθελαν να υπερασπιστούν τη δημόσια ελευθερία ρίσκαραν τη δική τους. Δεν ήταν παρά μια καλυμμένη τυραννία, που ασκούνταν υπό τον ίσκιο της ποίησης, κι αλλοίμονο σε όποιον το αντιλαμβανόταν.

Το να παρουσιάσει κανείς τους φόβους του σήμαινε να τους πολλαπλασιάσει.

Ο Τιβέριος αποτραβήχτηκε στο νησί του Κάπρι, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στον Seianus. Και ο Seianus, αντάξιος ενός τέτοιου αφεντικού, έκανε ό,τι απαιτούνταν για να πνίξει στους Ρωμαίους κάθε αγάπη για την πατρίδα τους.

Τίποτα δε δοξάζει περισσότερο τον Τραϊανό από το ότι ξαναζωντάνεψε τα συντρίμμια. Έξι τύραννοι, εξίσου βάναυσοι, σχεδόν όλοι μανιακοί, συχνά ηλίθιοι, προηγήθηκαν από τον Τραϊανό στο θρόνο. Οι θητείες του Τίτου και του Νέρβα ήταν πού σύντομες για να μπορέσουν να αποκαταστήσουν την αγάπη της πατρίδας. Ο Τραϊανός κατέστρωσε σχέδιο για να υπερβεί όλ’ αυτά. Ας δούμε πως τα κατάφερε.

Άρχισε λέγοντας στον Saburanus, πραιτοριανό αξιωματούχο, δίνοντάς του το σύμβολο αυτού του αξιώματος, που ήταν ένα ξίφος:

«Πάρε αυτό το όπλο, για να το χρησιμοποιήσεις προς υπεράσπισή μου αν κυβερνάω σωστά τη πατρίδα μου, ή εναντίον μου αν συμπεριφέρομαι άσχημα». Ήταν σίγουρος για τις ενέργειές του.

Αρνήθηκε τα χρήματα που δέχονταν οι νέοι αυτοκράτορες από τις πόλεις.

Ελάττωσε σημαντικά τους φόρους, πούλησε ένα μέρος των αυτοκρατορικών κατοικιών σε όφελος του κράτους. Έδωσε παροχές σε όλους τους φτωχούς πολίτες.

Εμπόδισε τους πλούσιους να πλουτίσουν υπερβολικά.

Αυτοί που τους έδωσε αξιώματα, οι θυσαυροφύλακες, οι πραίτορες, οι ανθύπατοι, δεν είχαν παρά μόνο ένα μέσο για να τα διατηρήσουν. Να φροντίσουν για την ευτυχία του λαού.

Επανέφερε την αφθονία, την τάξη και τη δικαιοσύνη στις επαρχίες και στη Ρώμη, όπου το παλάτι του ήταν ανοικτό στο κοινό όσο και οι ναοί, ιδιαίτερα σε αυτούς που αντιπροσώπευαν τα συμφέροντα της πατρίδας.

Όταν ο κόσμος έβλεπε τον άρχοντα του κόσμου να υποτάσσεται στο νόμο, να δίνει στη Γερουσία την αίγλη και την εξουσία, να μην κάνει τίποτα χωρίς συνεννόηση με αυτήν, να μην αντιμετωπίζει το αυτοκρατορικό αξίωμα παρά σαν μια απλή αρμοδιότητα υπόλογη στην πατρίδα, επί τέλους το καλό φάνηκε να αποκτά υπόσταση για το μέλλον.

Ο κόσμος δεν ήταν πια μαζεμένος.

Οι γυναίκες χαίρονταν που είχαν δώσει παιδιά για την πατρίδα.

Οι νέοι μιλούσαν μόνο για την προβάλλουν.

Οι γέροντες ξαναέπαιρναν δυνάμεις για να την υπηρετήσουν.

Όλοι φώναζαν ευτυχισμένη πατρίδα! Δοξασμένος αυτοκράτορας!

Όλοι κατ’ ευφημισμό απέδωσαν στον καλύτερο από τους πρίγκηπες έναν τίτλο που ενσωμάτωνε όλους τους τίτλους, πατέρα της πατρίδας.

Αλλά όταν τη θέση την κατέλαβαν καινούρια τέρατα, η διακυβέρνηση ξέπεσε πάλι. Οι στρατιώτες πούλησαν την πατρίδα και δολοφόνησαν τους αυτοκράτορες για να πάρουν νέα αμοιβή.

Μετά από αυτές τις λεπτομέρειες, δεν έχω την ανάγκη να αποδείξω ότι δεν μπορεί να υπάρξει πατρίδα στα κράτη που είναι υπόδουλα.

Έτσι κι αυτοί που ζουν κάτω από τον ανατολικό δεσποτισμό, όπου δεν γνωρίζουν άλλο νόμο από τη θέληση του άρχοντα, άλλες συνήθειες από τη λατρεία των ιδιοτροπιών του, άλλες αρχές διακυβέρνησης από τον τρόμο, όπου καμιά περιουσία και κανένα κεφάλι δεν έχουν σιγουριά.

Αυτοί δεν έχουν καθόλου και δεν γνωρίζουν καν τη λέξη, που είναι η πραγματική έκφραση της ευτυχίας.

Με το ζήλο που με παρακινεί, λέει ο Αββάς Κογιέ, έχω μελετήσει σε πολλά μέρη ανθρώπους από όλες τις τάξεις: Πολίτες, τους είπα, γνωρίστε την πατρίδα! Ο άνθρωπος του λαού έκλαψε, ο δικαστής έσμιξε τα φρύδια του τηρώντας μια σκυθρωπή σιωπή, ο στρατιωτικός ορκίστηκε, ο αυλικός με χλεύασε, ο τραπεζίτης με ρώτησε αν ήταν το όνομα ενός καινούριου κτήματος. Οι άνθρωποι της θρησκείας, οι οποίοι, όπως ο Αναξαγόρας, δείχνουν με το δάκτυλο στον ουρανό όταν τους ρωτούν που είναι η πατρίδα, δεν είναι τυχαίο που δεν τη χαίρονται καθόλου σ’ αυτή τη γη.

Ένας ευγενής που είναι γνωστός τόσο από τις ομιλίες τους όσο και από τα γραπτά του, έχει γράψει κάπου, ίσως με υπερβολική πικρία, ότι στη χώρα του η φιλοξενία έχει μετατραπεί σε πολυτέλεια, η ευχαρίστηση σε κραιπάλη, οι άρχοντες σε αυλικούς, οι αστοί σε μικροαστούς. Αν είναι όντως έτσι, τι κρίμα, η αγάπη για την πατρίδα δε θα μπορούσε να ξαναγεννηθεί.

Οι διεφθαρμένοι πολίτες είναι πάντα έτοιμοι να κατασπαράξουν την πατρίδα τους ή να προκαλέσουν αναταραχές και φατρίες που είναι τόσο καταστροφικές για το κοινό καλό. (D.J.)

Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΑΝΤΑΙΟΣ τεύχος 1ο (Ιούνιος – Ιούλιος 2015)- 

Το είδαμε εδώ 

Έλληνες αρχαίοι φιλόσοφοι με απλά λόγια (Video)


Δεκάδες τόνοι μελάνι έχουν ξοδευτεί ανά τους αιώνες για την ανάλυση των ιδεών των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Πώς μπορούν λοιπόν να χωρέσουν σε μερικές αράδες οι σημαντικότερες εξ αυτών; Πώς εξηγούνται με λίγα λόγια οι «σκιές» και η Πολιτεία του Πλάτωνα, τα παράδοξα του Ζήνωνα ή μεσότητα του Αριστοτέλη;

Καλώς ή κακώς, δεν γίνεται να εξηγηθούν πλήρως και εμπεριστατωμένα μέσα σε μια παράγραφο. Μπορούν όμως αυτές οι παράγραφοι να σας δώσουν μια καλή ιδέα για το βασικό μήνυμα που ήθελε να δώσει στην ανθρώπινη σκέψη ο καθένας τους και για τον λόγο που έμειναν στην Ιστορία ως λαμπρά μυαλά, και –γιατί όχι;- να σας ανοίξουν την όρεξη να διαβάσετε περισσότερα για να εμβαθύνετε στον κόσμο της κλασικής φιλοσοφίας.

Σωκράτης



Ήταν η «ενοχλητική μύγα» των Αθηναίων, γιατί όπως έλεγαν τους ανάγκαζε να σκέφτονται και να οδηγούνται σε συνειδητά συμπεράσματα. Σημαντικό μέσο του προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η «μαιευτική μέθοδος»: Μέσα από ερωτήσεις, όπως θα τις έθετε κάποιος εντελώς άσχετος με το προς συζήτηση θέμα, εκμαίευε απαντήσεις που οδηγούσαν τον συνομιλητή τους στην αλήθεια (όπως την εννοούσε εκείνος).

Θεωρείται επίσης «μάστορας» της διαλεκτικής: Άφηνε τους συνομιλητές του να εξηγήσουν την άποψή τους, και στη συνέχεια μέσα από ερωταπαντήσεις και παραδείγματα τους έδειχνε τις ακραίες συνέπειες αυτών που υπερασπίζονταν, οδηγώντας τους σε αναθεωρήσεις και νέα συμπεράσματα.

Αυτό για το οποίο του χρωστά πολλά η ανθρωπότητα όμως, είναι το ότι «έφερε την φιλοσοφία από τα αστέρια στη γη». Δεν ασχολήθηκε με φυσικά φαινόμενα, αλλά με τον ίδιο τον άνθρωπο και τις έννοιες του καλού, της αρετής και της χωρίς προκαταλήψεις σκέψης. Σκέψης που τον οδήγησε στο γνωστό, ταπεινό συμπέρασμα «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» (ένα μόνο ξέρω, πως δεν ξέρω τίποτα).

Μάθετε περισσότερα για τον Σωκράτη εδώ.

Πλάτωνας



Μαθητής του Σωκράτη – και ο άνθρωπος χάρη στον οποίο διασώθηκαν οι θεωρίες του δασκάλου του μέσα από τους «Διαλόγους» που κατέγραψε, ο Πλάτωνας ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με όλα τα φιλοσοφικά ζητήματα που απασχολούν ως σήμερα την ανθρωπότητα, από την ψυχή του ανθρώπου μέχρι την θεϊκή ιδιότητα και την πολιτική.

Σπουδαίο του έργο είναι η περίφημη «Πολιτεία», η κατά τον ίδιο ιδανική κοινωνία ανθρώπων, με σαφή διαχωρισμό τους ανάλογα με τις ικανότητές τους. Η θεωρία του αμφισβητεί την δημοκρατία, κατακρίνει την Τέχνη και θέλει την Πολιτεία να αναλαμβάνει το καθήκον της ανατροφής των παιδιών, καταργώντας την έννοια του γονέα.

Στον πλατωνικό κόσμο επίσης, ο υλικός κόσμος είναι υποδεέστερος των «ιδεών» - μάλιστα όλα τα υλικά αντικείμενα είναι απλά «απεικάσματα» των αληθινών ιδεών – π.χ. το τραπέζι μπροστά σας δεν είναι παρά μια αναπαράσταση της ιδέας του τραπεζιού. Η ψυχή μας, όταν μπήκε στο σώμα μας, ξέχασε αυτές τις ιδέες, γι’ αυτό και η «αλήθεια» (α+λήθη) είναι αυτό που έχει ξεχαστεί.

Με την φιλοσοφία, υποστήριζε ο Πλάτωνας, μπορεί κανείς να φτάσει πιο κοντά στην αλήθεια – κάτι που προσπάθησε να καταστήσει σαφές με τον περίφημο μύθο των Σπηλαίων του – δείτε εδώ ανάλυση και ερμηνεία του από τον Στέλιο Ράμφο.

Αριστοτέλης



Πατέρας της λογικής και της επιστήμης, ο Αριστοτέλης διατύπωσε πρώτος πολλά από όσα σήμερα θεωρεί δεδομένα η ανθρώπινη διανόηση. Ασχολήθηκε με την ηθική, την πολιτική και την τέχνη.

Πρέσβευε την θέαση του κόσμου με στόχο την ευδαιμονία, η οποία δεν είναι παρά η ζωή με αρετή. Η έννοια της αρετής είναι αυτή που τιθασεύει τα πάθη, τα μετριάζει – με άλλα λόγια λειτουργεί ως το «μέτρον».

Το γνωστό «παν μέτρον άριστον» της αριστοτελικής σκέψης θέτει ως αρετές αυτές τις ιδιότητες που βρίσκονται μεταξύ δύο άκρων (π.χ. η πραότητα, ως μεσότητα του θυμού και της αναισθησίας). Ύλη και πνεύμα είναι αδιάσπαστα ενωμένα, ενώ και τα υλικά αγαθά συμβάλλουν στην ευδαιμονία ως συμπληρώματα της αρετής.

Επιπλέον, ο Αριστοτέλης μίλησε κατά κάποιον τρόπο για τον θεό, προσθέτοντας στα μέχρι τότε γνωστά τέσσερα στοιχεία της φύσης ένα πέμπτο (πεμπτουσία), τον «άφθαρτο αιθέρα» που βρίσκεται στον «άνω τόπο».

Μίλησε επίσης για ζητήματα ηθικής αρετής, και τον ρόλο που παίζει στην «πόλη», την φυσική κοινότητα των ανθρώπων, καθώς «ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ζώο» και πρέπει «το σύνολο να προηγείται του μέρους».

Ας μην ξεχνάμε, τέλος, πως χάρη σε αυτόν τέθηκαν τα θεμέλια της μυθοπλασίας και της δραματουργίας, καθώς η Ποιητική του είναι το μόνο γραπτό κείμενο με αναλύσεις της τραγωδίας, που διασώθηκε.

Ηράκλειτος



Επηρέασε σύγχρονους στοχαστές όπως ο Χέγκελ, ο Νίτσε και ο Μαρξ και ήταν ένας από τους πρώτους προσωκρατικούς που προσέγγισε την κοσμολογία. Ο Ηράκλειτος πίστευε πως το σύμπαν διέπεται από έναν βασικό νόμο, αυτόν της συνεχούς αλλαγής. 

Έλεγε πως «κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι δύο φορές», καθώς μπορεί αυτό να φαίνεται πως μένει ίδιο, αλλά συνεχώς κυλά και τα νερά ποτέ δεν είναι τα ίδια. Έλεγε πως ο κόσμος προέρχεται από το στοιχείο της φωτιάς (όχι με την σημερινή αντίληψη της έννοιας, αλλά ως «ενέργεια»), και πως αυτό το «πυρ» μεταλλάσσεται σε θάλασσα, γη και πάλι φωτιά κυκλικά, με άλλα λόγια «τα πάντα ρει». 

Τα αντίθετα συνδέονται μεταξύ τους, δημιουργώντας αρμονία – όπως έλεγε «τα υγρά ξηραίνονται», «τα ψυχρά θερμαίνονται» και αντίστροφα. Αυτή η αρμονία επιτυγχάνεται λοιπόν μέσα από τις συνεχείς συγκρούσεις, που είναι κατά τον Ηράκλειτο ο «πόλεμος, πατήρ πάντων». 

Ζήνων ο Ελεάτης 

Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για τον πιο… αρνητικό φιλόσοφο της αρχαιότητας. Ο Ζήνων αφιερώθηκε στην άρνηση και στην απόδειξη πως οι αντίπαλοί του έκαναν λάθος – κάτι που ωστόσο δεν είναι και εντελώς άχρηστο στην ανθρώπινη σκέψη.

Αυτό όμως για το οποίο έμεινε γνωστός είναι για τον τρόπο που ωθούσε τους ανθρώπους να αντιληφθούν την πραγματικότητα: Αμφισβητώντας την κοινή αντίληψη και την κοινή λογική. Προς απόδειξη της θέσης του, διατύπωσε τα περίφημα «παράδοξά» του – ένα από αυτά είναι το παράδοξο του Αχιλλέα (γνωστού δρομέα της αρχαιότητας) και της χελώνας: 

Αν γίνει ένας αγώνας δρόμου μεταξύ του Αχιλλέα και μιας χελώνας, και η χελώνα ξεκινήσει με προβάδισμα ενός σταδίου, ο Αχιλλέας δεν θα μπορέσει ποτέ να φτάσει την χελώνα, αν ακολουθήσουμε την κοινή λογική. 

Κι αυτό γιατί, ακόμα κι αν υποθέσουμε πως ο δρομέας είναι 100 φορές πιο γρήγορος από τη χελώνα, τότε όταν ο δρομέας θα έχει διανύσει ένα στάδιο, η χελώνα θα έχει διανύσει ένα στάδιο και 1/100 του σταδίου. 

Όταν ο δρομέας θα έχει διανύσει ένα στάδιο και ένα εκατοστό του σταδίου, η χελώνα θα έχει διανύσει ένα στάδιο, ένα εκατοστό και ένα εκατοστό του εκατοστού του σταδίου κ.ο.κ. 

Δείτε εδώ και άλλα οξύμωρα του Ζήνωνα που αντιτίθενται στην κοινή αντίληψη των πραγμάτων.  

Το είδαμε εδώ

Τα τέσσερα στοιχεία στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία


Σύμφωνα με την οντολογική θεωρία των τεσσάρων στοιχείων όλος ο κόσμος δομείται θεμελιακά από τέσσερα βασικά στοιχεία.

Από αυτά, τις αλληλεπιδράσεις και τις αναμείξεις τους οικοδομούνται όλα τα υλικά και άϋλα, ορατά και αόρατα αντικείμενα του Σύμπαντος. Τα τέσσερα στοιχεία έχουν τα εξής ονόματα:

Φωτιά

Αέρας

Νερό

Γη

Οι όροι παραπέμπουν στις αντίστοιχες φυσικές έννοιες της φωτιάς, των αερίων, του νερού και του εδάφους, λόγω παρεμφερών ιδιοτήτων, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για υποτιθέμενα οντολογικά θεμέλια συστατικά της φύσης και όχι για τις γνωστές έννοιες της καθημερινότητας.

Η μεταφυσική θεωρία των τεσσάρων στοιχείων βρίσκεται στον πυρήνα της ελληνικής φιλοσοφίας και οι περισσότεροι φιλόσοφοι ασχολούνταν με αυτά.

Ωστόσο δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους για το αν και ποιο στοιχείο είναι το βασικότερο και πλέον πρωταρχικό στη δημιουργία του κόσμου. Ο Θαλής ο Μιλήσιος (624-546 π.Χ.) υποστήριζε την άποψη, ότι τα υλικά σώματα αποτελούνται από το βασικό υλικό που είναι το νερό.

Ο Αναξιμένης (585-525 π.Χ.) αντίθετα υποστήριζε ότι το βασικό υλικό είναι ο αέρας, και ότι τα άλλα δύο στοιχεία, το νερό και η γη αποτελούνται από συμπυκνωμένο αέρα. Ο Ηράκλειτος από την πλευρά του υποστήριζε ότι η φωτιά είναι το βασικό στοιχείο.

Ο Πυθαγόρας δίδασκε ότι τα τέσσαρα στοιχεία αποτελούν μία Τετρακτύ αντιστοιχίζοντας την φωτιά προς τη μονάδα, τον αέρα προς τη δυάδα, το νερό προς την τριάδα και τη γη προς την τετράδα, όπως μας αναφέρει ο Ιάμβλιχος.

Ο Εμπεδοκλής θεωρούσε ότι και τα τέσσερα στοιχεία είναι βασικά, και ότι το κάθε στοιχείο έχει βασικές ιδιότητες, έτσι ώστε από την σύνθεση των τεσσάρων αυτών στοιχείων να σχηματίζονται όλα τα υπόλοιπα υλικά.

Αργότερα, ο Πλάτωνας (περ. 428-347 π.Χ.) πρόσθεσε τον Αιθέρα και όρισε για κάθε στοιχείο ένα γεωμετρικό στερεό θέσεις που στην ουσία διδάσκονταν από τους Πυθαγόρειους:

το τετράεδρο για την φωτιά,

το εξάεδρο για την γη,

το οκτάεδρο για τον αέρα,

το δωδεκάεδρο για τον αιθέρα,

και το εικοσάεδρο για το νερό.

Ο Θέων ο Σμυρναίος μάλιστα αναφέρει τα τέσσερα στοιχεία να αποτελούν την τέταρτη κατά σειρά τετρακτύν στο σύνολο των ένδεκα τετρακτύων που όπως υποστήριζε υπάρχουν στον κόσμο.

Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) καθόρισε τις ιδιότητες των τεσσάρων στοιχείων (κρύο/ζέστη, ξηρό/υγρό) και έδωσε στον αιθέρα την υπόσταση του «πνεύματος» των υπόλοιπων τεσσάρων στοιχείων:

Ζεστό Κρύο

Ξηρό φωτιά Γη

Υγρό αέρας νερό


Οι στωικοί εξέλιξαν την θεωρία αυτή περισσότερο και υποστήριξαν ότι το «πνεύμα» είναι μείγμα της φωτιάς και του αέρα. Γιαυτό και τα δύο αυτά στοιχεία θεωρήθηκαν «πνευματικά» ή «ενεργά», ενώ τα υπόλοιπα δύο στοιχεία, η γη και το νερό θεωρήθηκαν «αδρανή».

Από κει και ύστερα η θεωρία διαδόθηκε και έγινε αποδεκτή, παραμένοντας όπως ήταν και επικράτησε για πολλούς αιώνες, μέχρι τον μεσαίωνα. Και σήμερα όμως συνεχίζει να είναι έδαφος μελέτης της φιλοσοφίας τουλάχιστον για εκείνους που ασχολούνται με την Ελληνική φιλοσοφία, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, των Πυθαγορείων, αλλά και τον εσωτερισμό, τον αποκρυφισμό κ.α.

Με τις εκστρατείες του Μεγαλέξανδρου τα ελληνικά γράμματα εξαπλώθηκαν. Ο Πτολεμαίος, διάδοχος του Αλέξανδρου στην Αλεξάνδρεια, έκτισε έναν ναό γραμμάτων για τις μούσες, το «Μουσείο», ένα ίδρυμα που σήμερα θα το λέγανε Πανεπιστήμιο.

Το Μουσείο αυτό, στο οποίο υπήρχε η περίφημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, έγινε φημισμένο κέντρο μόρφωσης και γραμμάτων. Στον τόπο αυτό συνδυάστηκε η ελληνική φιλοσοφία με τις αιγυπτιακές γνώσεις περί της εφαρμογής της χημείας.

Στην αρχαία Αίγυπτο η εφαρμογή της χημείας είχε καθαρά θρησκευτικό υπόβαθρο (π.χ. ταρίχευση των φαραώ), πράγμα που επηρέασε την ροή της θεωρίας των τεσσάρων στοιχείων.

Αφενός η θεωρία αυτή πήρε ένα είδος θεολογικού χαρακτήρα, αφετέρου η θεωρία έγινε «εσωτερική», δηλαδή «μυστική» και άρχισε να γίνεται επίτηδες ακατανόητη για τους μη μυημένους.

Όταν οι Άραβες το 641 μ.Χ. κατέλαβαν την Αίγυπτο, θεσπίστηκαν την θεωρία των τεσσάρων στοιχείων και άρχισαν να την μελετούν με ενδιαφέρον. Τον τομέα αυτόν τον ονόμασαν «Αλ-Κιμία», δηλαδή «χημεία».

Όταν οι Ευρωπαίοι με τις σταυροφορίες του 12ου και 13ου αιώνα ήρθαν σε επαφή με τους Άραβες, η αλχημεία μεταδόθηκε και στην Ευρώπη, όπου οι λεγόμενοι αλχημιστές την μελέτησαν και την επεξεργάστηκαν με ενδιαφέρον.

Ο Παράκελσος τον 16ο αι. εξέφρασε την πεποίθηση, ότι τα τέσσερα στοιχεία έχουν σχέση με τα στοιχειακά, που τα διαχώρισε σε στοιχειακά της γης, του νερού, του αέρα και της φωτιάς.

Επίσης η θεωρία των τεσσάρων στοιχείων θεσπίστηκε και από τους αστρολόγους, οι οποίοι κατέταξαν τα ζώδια σύμφωνα με τα τέσσερα στοιχεία. Συνολικά έχουμε λοιπόν τις εξής σχέσεις μεταξύ των τεσσάρων στοιχείων και των διαφόρων


Το είδαμε εδώ

Ο μύθος του Ηρός στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα


Η «Πολιτεία», μετά τους «Νόμους, είναι το πληρέστερο έργο του Πλάτωνα.

Ο φιλόσοφος αναλαμβάνει την έρευνα περί δικαιοσύνης, εκθέτοντας τον τύπο της τέλειας πολιτείας και εκ παραλλήλου του τέλειου ανθρώπου ως προτύπου εκείνης, για να καταδείξει την ηθική ανάγκη τόσο του κράτους όσο και του ατόμου να διάγουν πάντα με γνώμονα τη δικαιοσύνη, αρετή εφικτή μόνο αν είναι καρπός ενός γενικού συστήματος εκπαίδευσης και μόρφωσης.

Η δικαιοσύνη είναι η ίδια η ύψιστη Ιδέα του αγαθού, η πηγή της απόλυτης ευδαιμονίας, που συμπίπτει με τον θεό, το απόλυτο ον, η αρχή της τελειότητας, όλης της γνώσης και ο δημιουργός του κόσμου. Σε αυτή την ιδανική πολιτεία αποκλείεται η ποίηση –από τη μυθολογία εμπνεόμενη– ως κακή επιρροή για τα παιδιά και τους νέους, διότι ο Πλάτωνας τη θεωρεί μίμηση, ψεύδος και όχι αλήθεια.

Ο φιλόσοφος εξαπολύει σφοδρή πολεμική εναντίον της επικής ποίησης των μεγάλων δασκάλων, Ομήρου και Ησιόδου, και θεωρεί ότι διαγράφουν το θρησκευτικό συναίσθημα και τις κοινωνικές αρχές των πολιτών με ψευδείς παραστάσεις για τη ζωή και το ήθος των θεών και των ηρώων, εξηγώντας ότι ο θεός είναι απλός και αληθινός στα έργα και στα λόγια, και δεν μεταμορφώνεται (σαν τον Δία και τους άλλους θεούς) για να εξαπατήσει τους ανθρώπους (368a-383c).

Η «Πολιτεία» αποτελείται από δέκα βιβλία και σε αυτά περιέχονται δύο μύθοι: στο βιβλίο Ζ’ ο Μύθος του Σπηλαίου και στο Ι’ περιγράφεται ο Μύθος του Ηρός και μάλιστα έτσι τελειώνει και η «Πολιτεία». Είναι από τους πιο συναρπαστικούς και πολύ αναλυτικούς μύθους γεμάτος από πλούσιες παραστατικές εικόνες.

Αξίζει να διαβάσει κανείς αυτόν τον μύθο και ας είναι εκτεταμένος – παρά την προσπάθεια για μία κατά το δυνατόν συνοπτική παράθεσή του.Αναφέρεται στη μεταθανάτια κρίση των ψυχών. Στον καθορισμό και στην περιγραφή των αμοιβών του δικαίου μετά θάνατον η διαλεκτική παραχωρεί τον λόγο στον μύθο, όπως πολλές φορές καταφεύγει ο Πλάτωνας για τη συμπλήρωση των φιλοσοφικών του θεωριών.

Ως γνωστόν ο Πλάτωνας ήταν μυημένος στη φιλοσοφία των Πυθαγορείων και όσον αφορά τη μεταφυσική βάση του φιλοσοφικού δόγματός του, πίστευε στην αθανασία της ψυχής, αποδεικνύοντας ότι είναι το επακόλουθο μιας θεμελιώδους Θεωρίας (των Ιδεών) που φαίνεται να προσφέρει το λογικό νήμα για τη δομή του Σύμπαντος. Η ψυχή μετέχει σε πολλές διαδοχικές ζωές (μετεμψύχωση).

Κάθε εξέλιξη στη φύση είναι εν γένει κυκλική άρα η ίδια κυκλική πορεία ισχύει και στην περίπτωση του θανάτου και του ερχομού στη ζωή. Αυτό που ονομάζουν οι άνθρωποι «μάθηση» είναι στην πραγματικότητα ανάμνηση, που σημαίνει ότι η ψυχή είναι ανεξάρτητη από το σώμα και αθάνατος.

Η ώρα της κρίσεως – ποιοτική κατάταξη της ψυχής

Και η αφήγηση του Μύθου του Ηρός γίνεται πάλι διά στόματος Σωκράτη.

Ο Σωκράτης, αρχίζει, λέγοντας ότι δεν θα πει την ιστορία του Αλκίνου (ο Αλκίνοος είναι βασιλιάς των Φαιάκων από την Οδύσσεια, και ο μέγας ιδεολόγος κάνει εδώ μια παρονομασία, προφανώς ειρωνευόμενος) αλλά ενός ανδρός αλκίμου (γενναίου), του Ηρός, γιου του Αρμενίου, που σκοτώθηκε σε μάχη. Όταν ύστερα από δέκα ημέρες πήραν τα πτώματα των άλλων πολεμιστών που βρίσκονταν σε αποσύνθεση από το πεδίο της μάχης, το δικό του σώμα παρέμενε ανέπαφο.

Με την παρέλευση δώδεκα ημερών, αφού τον είχαν μεταφέρει στην πατρίδα του για να τον θάψουν, τη στιγμή που τον είχαν πάνω στη νεκρική πυρά ο ήρωας αναστήθηκε και διηγήθηκε αυτά που είχε δει η ψυχή του.Είπε λοιπόν ο Ηρ ότι, όταν βγήκε η ψυχή του από το σώμα πορεύτηκε μαζί με άλλες ψυχές σε έναν τόπο δαιμονικό (ευδαίμονα).

Εκεί υπήρχαν δύο χάσματα πάνω στη γη, το ένα δίπλα στο άλλο και άλλα δύο αντικριστά πάνω στον ουρανό. Ανάμεσά τους κάθονταν δικαστές, που εξέδιδαν την απόφασή τους, και πρόσταζαν τους δίκαιους να προχωρήσουν δεξιά και προς τα επάνω, μέσω της ουράνιας οδού, αφού πρώτα τους κρεμούσαν μια πινακίδα μπροστά με την απόφαση, και τους άδικους αριστερά και κάτω με την πινακίδα από πίσω τους να γράφει τα κακά που είχαν διαπράξει.


Οι τρεις δικαστές: Ραδάμανθυς, Μίνως, Αιακός

Όταν ήρθε η σειρά του Ηρός να δικαστεί, τον συμβούλευσαν να ακούει και να βλέπει προσεκτικά ό,τι συνέβαινε, για να γίνει κατόπιν αγγελιαφόρος στους ανθρώπους για τα συμβαίνοντα σε αυτόν τον τόπο.

Έβλεπε εκεί τις ψυχές μόλις τελείωνε η δίκη τους να προχωρούν προς τα δύο χάσματα, και άλλες ψυχές , από την άλλη, να ανέρχονται από τη γη ή να κατέρχονται από τον ουρανό. Όσες ανέβαιναν από τη γη ήταν κατασκονισμένες και βρώμικες, ενώ όσες κατέβαιναν από τον ουρανό ήταν ωραίες και καθαρές.

Όλες οι ψυχές φαίνονταν ότι είχαν διανύσει μεγάλη πορεία και προχωρούσαν μετά με ευχαρίστηση προς ένα λιβάδι για να κατασκηνώσουν εκεί σαν να ήταν σε πανηγύρι, αφού χαιρετιούνταν όσες γνωρίζονταν και όλες αντάλλασσαν πληροφορίες οι μεν με τις δε για τα χθόνια και τα ουράνια.

Όσες έρχονταν από τη γη έκλαιγαν και οδύρονταν για όσα είχαν υποστεί στην πορεία τους εκεί – μια πορεία που κρατάει χίλια χρόνια. Όσες έρχονταν από τον ουρανό διηγούνταν όλες τις μεγάλες απολαύσεις και το άφατο κάλλος που είχαν αντικρίσει.

Ο καθένας για τις αδικίες που είχε διαπράξει και όσους ανθρώπους είχε βλάψει, για καθεμία ξεχωριστά η ψυχή του τιμωρείτο δέκα φορές, η κάθε φορά είχε διάρκεια εκατό χρόνια, όσο η ανθρώπινη ζωή, για να πληρώσουν δεκαπλάσια ποινή το κάθε αδίκημά τους.

Επίσης με την ίδια αναλογία, δεκαπλάσιες ήταν και οι ανταμοιβές για όσες ψυχές είχαν φανεί δίκαιες και ενάρετες εν ζωή. Ακόμη μεγαλύτερες ήταν οι ποινές για όσους είχαν ασεβήσει προς τους θεούς ή τους γονείς καθώς και για ιδιόχειρο φόνο.

Ειδικά, τους χείριστους των ανθρώπων, όπως κάποιοι τύραννοι ή αυτοί που είχαν υποπέσει σε μεγάλα κακουργήματα, όταν προσπαθούσαν να ανέβουν ακουγόταν ένα μουγκρητό και άγριοι άνδρες με κόκκινη όψη τούς έριχναν ξανά από το στόμιο για να τους πετάξουν στα Τάρταρα.

Όπως είδαμε περιγράφεται με ζωντάνια μια πυθαγόρεια αντίληψη, η χιλιετής περίοδος των ψυχών, δικαίων και αδίκων, όταν εγκαταλείψουν το φθαρτό σώμα. Στον αέναο κύκλο της η ψυχή κάνει το ταξίδι είτε από τη γη είτε από τον ουρανό για να ενσαρκωθεί διασχίζοντας το αντίστοιχο χάσμα, με το δεξί πάντα να είναι το ευώνυμο επειδή εκεί βρίσκεται η Ανατολή και συνάμα η κατεύθυνση των φωτεινών αστέρων.

Στον τόπο της κρίσεως τους περιμένουν οι αυστηροί δικαστές, γνωρίζουμε τα ονόματά τους, είναι ο Μίνωας, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός, οι οποίοι αποφασίζουν με δικαιοσύνη για την τύχη τους.

Οι ψυχές που ανεβαίνουν από τη γη ξεχωρίζουν γιατί είναι γεμάτες ακαθαρσία και σκόνη, επειδή όσο είναι ενσαρκωμένες ασθενούν και χρέος τους επί της γης είναι η έρευνα και η μάθηση, και επιβάλλεται να εκτίσουν τις ποινές που τους έχουν υποβληθεί, να πληρώσουν για τα ανομήματά τους και τα κακουργήματά τους χίλια χρόνια.

Η εικόνα που μας δίνεται είναι όμοια με τη χριστιανική κόλαση με τους «κολάζοντες αγγέλους» της αποκαλύψεως. Οι ψυχές κατατάσσονται ποιοτικά, και ο ενάρετος βίος οφελεί την ψυχή και της δίνει το δικαίωμα επιστροφής στους αστέρες.

Θέαση του Σύμπαντος

Συνεχίζοντας ο Ηρ, λέει ότι ύστερα από επτά ημέρες παραμονής των ψυχών στο λιβάδι, την όγδοη σηκώθηκαν και ήταν υποχρεωμένες να βαδίσουν πάλι, και τέσσερεις ημέρες μετά έφθασαν σε έναν τόπο από όπου μπορούσαν να δουν ένα τεντωμένο ευθύ φως, σαν κίονας, που διαπερνούσε ουρανό και γη και έμοιαζε με την ίριδα, αλλά πολύ λαμπρότερο και καθαρότερο.

Εκεί, ύστερα από μιας ημέρας δρόμο, είδαν να είναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες των δεσμών που το συγκρατούν. Το φως αυτό ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που συγκρατούσε την ουράνια περιφορά. Από τις άκρες των δεσμών του ήταν σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης. Το αδράχτι είχε άξονα και αγκίστρι που ήταν κατασκευασμένα από χάλυβα και το σφοντύλι από ανάμεικτα μέταλλα. Το αδράχτι γύριζε πάνω στο γόνατο της Ανάγκης.

Το σφοντύλι είναι περίπου σαν αυτό που ξέρουμε στη γη, αλλά φαντάσου το σαν ένα μεγάλο σφοντύλι, κοίλο, σκαμμένο εσωτερικά, ένα άλλο μικρότερο προσαρμοσμένο, κατόπιν ένα τρίτο, ένα τέταρτο και άλλα τέσσερα. Οκτώ στο σύνολο, το ένα καλά ταιριασμένο στο άλλο.

Ο κύκλος του μεγαλύτερου και εξωτερικού σφοντυλιού ήταν καταστόλιστος. Το αδράχτι ολόκληρο περιστρεφόταν προς την ίδια κατεύθυνση ενώ οι επτά εσωτερικοί κύκλοι έκαναν μια ήρεμη περιστροφή αντίθετη προς τη διεύθυνση του συνόλου.

Επάνω στον καθένα από τους κύκλους ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες, μια πάνω σε κάθε κύκλο. Κάθε Σειρήνα έψαλλε με φωνή πάνω στον ίδιο τόνο και όλες μαζί σχημάτιζαν ένα αρμονικό ταίριασμα από νότες, μια συμφωνία.

Την κυκλική κίνηση των σφοντύλων παρακολουθούσαν καθισμένες πάνω σε θρόνους οι τρεις Μοίρες, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος, φορούσαν λευκά φορέματα, είχαν στέμματα στο κεφάλι και συνόδευαν με το άσμα τους την αρμονία των Σειρήνων. Η Λάχεσις τραγουδούσε τα παρελθόντα, η Κλωθώ τα παρόντα και η Άτροπος τα μέλλοντα.

Εδώ ο Πλάτωνας ξεκινάει την αστρονομική περιγραφή του Σύμπαντος, τη μεγάλη θέαση. Η ανθρώπινη ψυχή και η ανθρώπινη πολιτεία πρέπει να προσαρμοσθούν στο εναρμόνιο σύστημα της πολιτείας του Σύμπαντος, όπως λέει και στον «Τίμαιο».

Οι ψυχές φθάνουν μετά τον λειμώνα στο υπέρλαμπρο φως με τις δέσμες από τις οποίες κρεμόταν το αδράχτι, δηλαδή ο άξονας περιστροφής των ουρανίων σωμάτων, της Ανάγκης με το στέρεο γόνατο, δηλαδή της απόλυτης αρχής, της πρωταρχικής αιτίας της συμπαντικής τάξεως (Ο ρόλος της Ανάγκης καταδεικνύεται και στο «Ανάγκα και θεοί πείθονται»).

Οι οκτώ κύκλοι εξηγούνται ως οι αστέρες: 1. Απλανείς, 2. Κρόνος, 3. Ζευς, 4. Άρης, 5. Ερμής, 6. Αφροδίτη, 7. Ήλιος και 8. Σελήνη. Τα σφοντύλια είναι οι πλανητικές τροχιές.

Η σφαίρα των απλανών έχει την ίδια πάντα κίνηση από Ανατολάς προς Δυσμάς και οι άλλες σφαίρες έχουν τις δικές τους κινήσεις, αλλάζοντας έτσι θέση στο ουράνιο διάστημα.

Η μουσική των Σειρηνών και των Μοιρών (Κλωθώ είναι ο ουρανός και η Άτροπος οι πλανήτες), που μοιράζουν τα μερίδια, ταυτίζεται με την πυθαγόρεια αντίληψη ότι η κίνηση όλων μαζί των πλανητών έδινε τους τόνους του επτάχορδου.

Είναι η αρμονία των ουρανίων σφαιρών, η παγκόσμια μουσική. Ήρθε η επιστήμη και απέδειξε ότι όντως υπάρχει παλμική κίνηση των ουρανίων σωμάτων.

Οι ψυχές επιλέγουν – Το νερό της λήθης

Οι τρεις Μοίρες

Φθάνοντας εκεί οι ψυχές, αφηγείται ο Ηρ, ήταν αναγκασμένες να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους. Ένας προφήτης έπειτα έπαιρνε από τα γόνατα της Λάχεσης πολλά παραδείγματα βίου, τα τοποθετούσε μπροστά στις ψυχές και ανεβαίνοντας σε ένα βήμα ψηλό έλεγε:

«Σας μιλεί η παρθένος Λάχεση, ψυχές εφήμερες, μέλλει να αρχίσετε άλλη περίοδο ζωής, σε σώμα θνητό. Δεν θα κληρωθείτε αλλά εσείς θα επιλέξετε την τύχη σας. Εκείνου που ο κλήρος θα βγει πρώτος, θα διαλέξει τον βίο που θα ακολουθήσει.

Η Αρετή δεν είναι κτήμα αδέσποτο, αναλόγως αν θα την εκτιμήσετε ή θα την περιφρονήσετε, θα είναι και το μερίδιό σας. Ο καθένας ευθύνεται για την επιλογή του, ο θεός δεν έχει καμία ευθύνη».

Έπειτα έβγαλε άπειρα παραδείγματα βίου, περισσότερα από τους παρόντες γιατί ήταν και όλων των ζώων και των ανθρώπων ανεξαιρέτως, και κάθε λογής, ανακατεμένα, τυραννίες, εξορίες, ζητιανιές, ομορφιά, δύναμη, αγωνιστικότητα, καταγωγή, πλούτος.

Ο καθένας έτσι έπρεπε ανάλογα με τη σειρά που προσδιόριζε ο κλήρος του, να επιλέξει ένα ορισμένο είδος ζωής. Σε αυτό το σημείο ο Σωκράτης παρεμβαίνοντας ο ίδιος επισημαίνει, εκτεταμένα, πόσο δύσκολο είναι αυτό, και πόσο σημαντική είναι η παιδεία σε έναν άνθρωπο στη διάρκεια της επίγειας ζωής του, αλλά και στη μέλλουσα ζωή του, ώστε να λάβει τις γνώσεις για να μπορεί να ξεχωρίσει τον καλό από τον κακό τρόπο ζωής, γιατί μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται ευδαιμονέστερος και με πορεία προς τα επάνω.

Οι χωρίς υγιή φιλοσοφία ψυχές έσπευσαν να επιλέξουν βίους ένδοξους, χωρίς να υπολογίσουν πόση δυστυχία κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία. Σε τέτοια λάθη έπεφταν περισσότερο οι ουρανοφερμένες ψυχές, που επειδή είχαν ζήσει σε μια κοινωνία συντεταγμένη και είχαν αποκτήσει την αρετή από συνήθεια και όχι από φιλοσοφική μόρφωση, δεν ήξεραν τα κακά της επίγειας ζωής. Όσες όμως ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά στην προηγούμενη ζωή τους, τώρα πρόσεχαν και δεν έκαναν την εκλογή τους με βιασύνη.

Ο Ηρός είδε μαζί με άλλες ψυχές (Ορφέα, Αγαμέμνονα, Αίαντα κ.ά.) και την ψυχή του Οδυσσέα, που είχε τον τελευταίο κλήρο, ο οποίος εξαιτίας της ανάμνησης των δεινών του επί της γης, επέλεξε την ήσυχη ζωή ενός απλού ανθρώπου, που άλλοι την είχαν περιφρονήσει ενώ εκείνος όταν την είδε αναφώνησε ότι και τον πρώτο κλήρο να είχε πάλι την ίδια εκλογή θα έκανε. Επίσης είδε πολλές ψυχές ανθρώπων να επιλέγουν ζωές ζώων και πολλών ζώων να επιλέγουν ζωές ανθρώπων.

Μετά την επιλογή της κάθε ψυχή πήγαινε μπροστά στη Λάχεση και εκείνη έδινε στην καθεμιά τον δαίμονα που η ψυχή είχε επιλέξει για να τη συνοδεύσει μαζί με τον βίο που είχε διαλέξει. Ο δαίμονας πήγαινε πρώτα την ψυχή στην Κλωθώ για να επικυρώσει αυτή την επιλογή της μοίρας τής κάθε ψυχής και μετά την πήγαινε στην Άτροπο, η οποία έκανε αμετάστροφη την επικύρωση της Κλωθώς.

Έπειτα όλες οι ψυχές, χωρίς να κοιτάζουν πίσω, περνούσαν κάτω από τον θρόνο της Ανάγκης και έβγαιναν από την άλλη μεριά, προχωρούσαν προς το πεδίο της Λήθης, γυμνό από δέντρα, όπου επικρατούσε φοβερός και αποπνικτικός καύσωνας.

Όταν έφθασε το βράδυ, οι ψυχές κατασκήνωσαν όλες κοντά στον Αμέλητα ποταμό, που δεν μπορούσε το νερό του να το κρατήσει κανένα αγγείο. Κάθε ψυχή ήταν αναγκασμένη να πιεί με μέτρο το νερό, αλλά οι άφρονες που δεν κατάφερναν να συγκρατηθούν και έπιναν περισσότερο από ότι έπρεπε, λησμονούσαν τα πάντα.

Αφού κοιμήθηκαν, και ήρθαν τα μεσάνυχτα, ακούσθηκε δυνατή βροντή και έγινε σεισμός, και ξαφνικά εκσφενδονίσθηκαν άλλος από εδώ άλλος από εκεί, σαν διάττοντες αστέρες, όπου έμελλε να αρχίσει η νέα τους γένεση. Τον ΄Ηρα μόνο δεν τον άφησαν να πιει νερό από τον Αμέλητα ποταμό. Το πώς ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε. Ξαφνικά, ανοίγοντας τα μάτια του, απλώς ήταν πρωί και είδε τον εαυτό του ξαπλωμένο πάνω στην πυρά.

Της ψυχής της προσφέρονται όλες οι ευκαιρίες των επιλογών της για την επόμενη ενσάρκωσή της. Οι ψυχές που έχουν προηγούμενη εμπειρία και αυτές που έχουν αποκτήσει φιλοσοφική παιδεία επιλέγουν προσεκτικά. Σε αντίθεση οι αγνές ψυχές του ουρανού, όντας ακατέργαστες, κατέβαιναν χωρίς ανάμνηση για ενσάρκωση και βάπτιση με τη ζωή, με τον μεγαλύτερο κίνδυνο να κάνουν μια λαθεμένη επιλογή.

Το είδαμε εδώ